Αρκετά θετικά μηνύματα, αλλά και την πάγια προειδοποίηση για αδύναμους σχετικά ρυθμούς ανάπτυξης κομίζει η νέα έκθεση της Citigroup. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα δίνει έμφαση στην πολιτική σταθερότητα, αλλά και την μεταρρυθμιστική ατζέντα της κυβέρνησης, κρίνοντας ότι πρόκειται για παράγοντες, που ενισχύουν την αξιοπιστία της χώρας έναντι των πιστωτών και οδηγούν σε αναβαθμίσεις. Βλέπει δε συμφωνία στη μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα, η οποία και θα αφήσει την οικονομία να «αναπνεύσει» πιο άνετα από το 2021 και μετά. Ως μεγάλο «αγκάθι» προσδιορίζει την έλλειψη ρευστότητας- κάτι που συνδέεται άμεσα με την μάχη για περιορισμό των κόκκινων δανείων.
Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη
Στην εκθεσή της για τις παγκόσμιες προοπτικές η Citi κάνει ξεχωριστή αναφορά στην χώρα μας, για την οποία βλέπει ρυθμούς ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ της τάξης του 2,1% τόσο φέτος όσο και το 2020. Αν και η εκτίμηση για την ελληνική οικονομία είναι αισθητά υψηλότερη σε σχέση με εκείνη για την Ευρωζώνη (κοντά στο 1%) ο πήχυς πέφτει σημαντικά σε σχέση με τον επίσημο στόχο για ρυθμούς 2,8% φέτος. Οι αναλυτές του αμερικανικού οίκου επιμένουν στον χαρακτηρισμό της αναπτυξιακής προοπτικής ως αδύναμης, αλλά έχουν αναθεωρήσει επί τα βελτίω τις προβλέψεις τους, αφού σε παλαιότερες εκθέσεις περίμεναν ακόμη πιο χαμηλές πτήσεις για την ελληνική οικονομία. Μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο υπολόγιζε ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί 1,8% το 2019 και 1,9% το 2020, για να κατεβάσει σημαντικά ταχύτητα στο 1,5% το 2021, στο 1,4% το 2022 και στο 1,3% για το 2023.
Για την μετά 2021 εποχή η Citi αποφεύγει συγκεκριμένη πρόβλεψη, αλλά αναφέρει πως περιμένει συμφωνία για πιο χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα και κατά συνέπεια περισσότερο δημοσιονομικό χώρο για τη στήριξη της ανάπτυξης.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης
«Η αλλαγή στην κυβέρνηση έχει πυροδοτήσει μεγάλη τόνωση του οικονομικού κλίματος, η οποία σε συνδυασμό με τις καλύτερες των προσδοκιών δημοσιονομικές επιδόσεις, έχει συμβάλλει στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών στην ελληνική οικονομία» αναφέρει η Citi, σχολιάζοντας πως αυτό είναι «ένα ζωτικής σημασίας στοιχείο για την στήριξη της ανάπτυξης, την ώρα που η ρευστότητα παραμένει σπάνια εν μέσω προβλημάτων στον τραπεζικό τομέα». Σημειώνει πάντως ότι οι πρόσφατες πρωτοβουλίες για την μείωση του βάρους των κόκκινων δανείων θα συμβάλλουν στην βελτίωση της ρευστότητας σταδιακά και σε συνδυασμό με τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν νέες αναβαθμίσεις.
Οι εξελίξεις στις αγορές
Ενθαρρυντικές είναι οι εκτιμήσεις της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας για το κόστος δανεισμού της χώρας. Υπενθυμίζει πως το spread των ελληνικών ομολόγων έναντι των γερμανικών έχει μειωθεί δραστικά, κοντά στις 160 μονάδες βάσης σήμερα, και αναμένει περαιτέρω πτώση του κοντά στις 100 μ.β. στο τελευταίο τρίμηνο του έτους. Για το 2021 υπολογίζει ότι θα κινηθεί ελαφρώς χαμηλότερα, στις 95 μ.β. Θα πρέπει άλλωστε να θυμίσουμε ότι σε προηγούμενη έκθεσή της είχε συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στα κορυφαία trades του 2020.
Η Citi προβλέπει την υποχώρηση της απόδοσης του ελληνικού 10ετούς θα κυμανθεί κατά μέσο όρο στο 1% το 2020. Συγκεκριμένα εκτιμά ότι θα κινηθεί στο 1,30% στα πρώτο τρίμηνο του 2020, στη συνέχεια θα υποχωρήσει στο 1,10% στο δεύτερο τρίμηνο, ενώ στο τρίτο τρίμηνο θα υποχωρήσει κάτω από το όριο του 1%, και θα κλείσει στο τελευταίο τρίμηνο στο 0,70%. Για το 2021, η Citi προβλέπει ότι το κόστος δανεισμού της Ελλάδας στη δεκαετία θα παραμείνει σταθερό κοντά στο 1%(1,09%) με οριακή άνοδο στο 1,11% το 2022.
naftemporiki.gr