Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ανακωχή τέλος. Ο εμπορικός πόλεμος είναι εδώ, μετά την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να θέσει σε ισχύ τους δασμούς σε εισαγωγές ευρωπαϊκού χάλυβα και αλουμινίου. Η Ε.Ε. απαντά με δασμούς σε αμερικανικές εισαγωγές ύψους περίπου 2,8 δισ ευρώ. Θα πολλαπλασιάσει δε τα αντίποινα, εφόσον επιβληθούν από την Ουάσιγκτον πρόσθετοι δασμοί στα αυτοκίνητα.
Αν και προς το παρόν οι αψιμαχίες HΠΑ-Ε.Ε. αφορούν ένα μικρό κομμάτι του διμερούς εμπορίου, οι ειδικοί προειδοποιούν πως εάν δεν επιδιωχθεί κοινός τόπος θα οδηγηθούμε σε έναν παγκόσμιο πόλεμο ευρείας κλίμακας με ηχηρό αντίκτυπο συνολικά στην παγκόσμια οικονομία. Και τούτο σε μία περίοδο που το γεωπολιτικό ρίσκο έχει χτυπήσει κόκκινο στην Ευρώπη, αλλά και στις ΗΠΑ, που έχουν επιλέξει να ανοίξουν ταυτόχρονα πολλά μέτωπα. Όταν λοιπόν μιλάμε για το εμπόριο Ε.Ε.- ΗΠΑ, σε τι μεγέθη αναφερόμαστε; Και ποιος έχει περισσότερο ανάγκη ποιον;
Οι ΗΠΑ αποτελούν τη μεγαλύτερη αγορά για τις εξαγωγές της Ε.Ε., απορροφώντας το 20% των συνολικών εξαγωγών της. Από την άλλη οι ΗΠΑ είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εισαγωγών σε κοινοτικό έδαφος, καλύπτοντας το 14% του συνόλου. Την πρώτη θέση κατέχει η Κίνα με μερίδιο 20%.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η Ε.Ε. εμφανίζει σταθερά εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ από το 2007. Πέρυσι αυτό διαμορφώθηκε στα 120 δισ. δολάρια – γεγονός που προκαλεί την έντονη αντίδραση του Τραμπ, με τα βέλη του να στοχεύουν πρωτίστως τη μεγάλη εξαγωγική δύναμη της Ε.Ε., τη Γερμανία. Οι συνολικές εξαγωγές της Ε.Ε. προς τις ΗΠΑ ήταν 375,5 δισ. ευρώ πέρυσι, ενώ οι εισαγωγές της από την αμερικανική αγορά περιορίστηκαν στα 255,5 δισ. ευρώ.
Η Γερμανία ήταν ο μεγαλύτερος με διαφορά εξαγωγέας, πουλώντας σε αμερικανικό έδαφος προϊόντα αξίας 112 δισ. ευρώ. Από την άλλη η Βρετανία, που βρίσκεται στην πόρτα της εξόδου από την Ε.Ε., ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας, αγοράζοντας αμερικανικά προϊόντα αξίας 54 δισ. ευρώ.
Η αγορά χάλυβα
Η ένωση χαλυβουργιών Eurofer υπολογίζει ότι περίπου 3,4 εκατομμύρια τόνοι χάλυβα περνούν από την Ε.Ε. στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η ποσότητα αντιστοιχεί στο 2% με 3% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής. Εάν μάλιστα συνυπολογιστούν οι χαλύβδινοι σωλήνες, η ποσότητα ανέρχεται στα 5 εκατ. τόνους. Εκτιμάται ότι με την επιβολή δασμών οι εξαγωγές θα κάνουν «βουτιά» 50%. Οι γερμανικές χαλυβουργίες πούλησαν 1 εκατ. τόνους χάλυβα στις ΗΠΑ το 2017. Ωστόσο το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι αυτό, όπως επισημαίνουν αρκετές ευρωπαϊκές χαλυβουργίες. Με τις ΗΠΑ να έχουν ήδη επιβάλει δασμούς σε άλλες χώρες, ξένος χάλυβας, που κανονικά προοριζόταν για την αμερικανική αγορά, πλημμυρίζει σήμερα την Ευρώπη, ασκώντας τεράστιες πιέσεις στις τοπικές χαλυβουργίες, που τα τελευταία χρόνια ήρθαν αντιμέτωπες με μεγάλη αιμορραγία θέσεων εργασίας.
Η Ε.Ε. εξακολουθεί να είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός χάλυβα στον κόσμο, μετά την Κίνα, με μερίδιο 11% στην παγκόσμια αγορά. 500 εγκαταστάσεις σε 23 χώρες παράγουν 177 εκατ. τόνους χάλυβα ετησίως. Πρόκειται για ένα υλικό άμεσα συνδεδεμένο με τους κλάδους κατασκευών, αυτοκινητοβιομηχανίας, ηλεκτρικών ειδών, μηχανολογικού εξοπλισμού. Με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 ο ήδη δοκιμαζόμενος κλάδος βίωσε νέα αιμορραγία. Η Eurofer υπολογίζει ότι σήμερα ο τομέας απασχολεί 318.000 εργαζόμενους, όταν προ κρίσεως απασχολούσε περισσότερους από 405.000. Στις χρυσές εποχές ήταν περίπου τρία εκατομμύρια.
Η αγορά αυτοκινήτου
Η Ε.Ε. εξήγαγε αυτοκίνητα αξίας 37 δισ. ευρώ στην αμερικανική αγορά πέρυσι, ενώ εισήγαγε αυτοκίνητα μόλις 6,2 δισ. ευρώ από τις ΗΠΑ. Υπ’ αυτές τις συνθήκες δεν εκπλήσσει καθόλου το γεγονός ότι ο Ντόναλντ Τραμπ διέταξε έρευνα για τις εισαγωγές οχημάτων, η οποία θα οδηγήσει πιθανότατα στην επιβολή πρόσθετων δασμών. Και τούτο την ώρα μάλιστα που ο άλλος μεγάλος παίκτης του παγκόσμιου εμπορίου, η Κίνα, αποφάσισε να μειώσει τους δικούς της δασμούς. Ο Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να θέλει να ασκήσει πιέσεις πρωτίστως στις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, γεγονός που όμως πυροδοτεί αντιδράσεις και στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες εξήγαγαν περί τα 657.000 οχήματα στην αγορά της Βόρειας Αμερικής πέρυσι, σύμφωνα με την ένωση VDA. Το ίδιος έτος όμως συναρμολόγησαν 804.000 αυτοκίνητα σε αμερικανικά εργοστάσια. Στηρίζουν δε 110.000 θέσεις εργασίας στη χώρα.