Skip to main content

ΤτΕ: Αξιολόγηση και χρέος κρίνουν τα capital controls

Της Άννας Δόγα
[email protected]

Η πλήρης άρση των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων συνδέεται στενά με εξελίξεις όπως η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και η διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους που είναι σημαντικά βήματα για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επισημαίνεται στην Επισκόπηση του Χρηματοπιστωτικού Συστήματος που δημοσιοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδος.

Οι εξελίξεις αυτές θα συμβάλουν περαιτέρω στην παγίωση της εμπιστοσύνης και την ενίσχυση της οικονομικής ανάκαμψης, επιτρέποντας τη σταδιακή άρση των κεφαλαιακών περιορισμών, υπογραμμίζεται.

Σε ειδική μελέτη για τις επιπτώσεις των capital controls τονίζεται ότι η σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών θα επιταχύνει την επιστροφή των καταθέσεών τους και θα επιτρέψει την περαιτέρω μείωση του κόστους χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών, καθώς και την περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών, διευκολύνοντας κατά συνέπεια την αύξηση των πιστώσεων που χορηγούνται στην πραγματική οικονομία και την τόνωση του εξαγωγικού τομέα της οικονομίας.

Η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών το Δεκέμβριο του 2015 σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης της νέας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, συνέβαλε καθοριστικά στη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, γεγονός που διευκόλυνε την περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.

Αναλυτικότερα, τροποποιήσεις επήλθαν στους περιορισμούς που ίσχυαν από τον Ιανουάριο του 2016 στην ανάληψη μετρητών, το άνοιγμα λογαριασμών και τη μεταφορά κεφαλαίων.

Η χαλάρωση των περιορισμών στην ανάληψη και κίνηση κεφαλαίων, καθώς και η αύξηση των ανώτατων ορίων έγκρισης των Ειδικών Υποεπιτροπών των πιστωτικών ιδρυμάτων, συνετέλεσαν στη μείωση των συνολικών αιτημάτων προς την Επιτροπή Επιτροπής Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών Eγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών  κατά 30% το πρώτο εννεάμηνο του 2016. Κατά την περίοδο αυτή, τα συνολικά αιτήματα προς την ΕΕΤΣ ανήλθαν σε 43.375, από τα οποία εγκρίθηκε το 62%. 

Όσο αφορά τις επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα από τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, η επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων συνέβαλε αποφασιστικά στη βελτίωση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος μέσω της συγκράτησης της εκροής καταθέσεων και της φυγής των κεφαλαίων στο εξωτερικό. Kατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαπέντε μηνών, οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα με κύριες την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών το Δεκέμβριο του 2015 και την επανένταξη των ελληνικών ομολόγων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις, σε συνδυασμό με τη σταθεροποίηση της οικονομίας, οδήγησαν σε σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών και επέτρεψαν τη σταδιακή χαλάρωση των αρχικών περιορισμών.

Ενδεικτικά, από το Δεκέμβριο του 2014 έως τον Ιούνιο του 2015 οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα μειώθηκαν κατά 24%, ενώ από την περίοδο που ακολούθησε την εφαρμογή των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων έως το Σεπτέμβριο του 2016 αυξήθηκαν κατά 2%. Η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης της νέας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης και η συνακόλουθη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων στην κίνηση κεφαλαίων, ενίσχυσαν περαιτέρω το ρυθμό επιστροφής των καταθέσεων, ο οποίος την περίοδο από το Μάιο έως το Σεπτέμβριο του 2016 ανήλθε σε 1,4%.

Οι εξελίξεις αυτές είχαν ως άμεση θετική επίδραση τη σημαντική υποχώρηση της άντλησης ρευστότητας του εγχώριου τραπεζικού συστήματος από την παροχή ρευστότητας του Ευρωσυστήματος.

Επιπρόσθετα, η διαδεδομένη χρήση των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, που ακολούθησε μετά την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών, διατηρήθηκε και συνέβαλε στα αυξημένα έσοδα προμηθειών των ελληνικών τραπεζών.

Οι δυσμενείς επιπτώσεις των κεφαλαιακών περιορισμών στην οικονομία, αν και ηπιότερες σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις, επιδρούν αρνητικά στα μακροοικονομικά μεγέθη.

Όπως προκύπτει από την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας το δεύτερο τρίμηνο του 2016, αυτή παρουσίασε κάμψη ύψους 1,1% σε ετήσια βάση, λόγω μεταξύ άλλων της υποχώρησης της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1%, γεγονός που αποδίδεται εν μέρει στη διατήρηση των κεφαλαιακών ελέγχων, καθώς και στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών, η οποία επηρέασε δυσμενώς την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών.

Η τάση αυτή δείχνει σημάδια αντιστροφής με βάση τα στοιχεία του γ΄ τριμήνου. Το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία αυξήθηκε την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου του 2016 κατά 13,3% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2015, κυρίως λόγω της αύξησης των εισαγωγών, τάση η οποία επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία του εννεάμηνου.

Πιο αναλυτικά, οι εξαγωγές αγαθών για την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου του 2016 υποχώρησαν κατά 1,1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ αντίθετα οι εισαγωγές ενισχύθηκαν κατά 4,7%. Σημειωτέον ότι τον Αύγουστο του 2015, κατόπιν της επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων, είχαν καταγραφεί οι χαμηλότερες τιμές για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές από το 2011.

Η σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων επέτρεψε αύξηση των εισαγωγών, διευρύνοντας το έλλειμμα στο ισοζύγιο αγαθών χωρίς τα καύσιμα και τα πλοία, ενώ οι εξαγωγές δεν επέδειξαν την αντίστοιχη ανοδική δυναμική. Αυτό εν μέρει εξηγείται από την έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης, καθώς και την αυξημένη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων.

Ωστόσο, η σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών θα επιταχύνει την επιστροφή των καταθέσεών τους και θα επιτρέψει την περαιτέρω μείωση του κόστους χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών, καθώς και την περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών, διευκολύνοντας κατά συνέπεια την αύξηση των πιστώσεων που χορηγούνται στην πραγματική οικονομία και την τόνωση του εξαγωγικού τομέα της οικονομίας.