Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Χωρίς μια νομοθετική ρύθμιση αντίστοιχη αυτής που υπήρξε στην Ουγγαρία για την ισοτιμία αποπληρωμής των δανείων σε ελβετικό φράγκο, πολύ δύσκολα θα βρεθεί λύση ισορροπίας μεταξύ δανειοληπτών και τραπεζών. Άλλωστε, περί το ένα εκατομμύριο δανειολήπτες ανά την Ευρώπη έχουν εγκλωβιστεί σε ανάλογα δάνεια.
Τα στεγαστικά δάνεια σε ξένο νόμισμα, λόγω του χρονικού τους ορίζοντα, διαμορφώνουν μια πραγματικότητα που οι δανειολήπτες έπρεπε να τη ζήσουν προκειμένου να την εμπεδώσουν. Υπάρχουν περιπτώσεις που η συνεχής αποπληρωμή 10 και πλέον ετών ενός δανείου έχει αφήσει το δάνειο ανεξόφλητο και σε κάποιες περιπτώσεις και αυξημένο.
Είναι τελικώς το δάνειο σε ξένο νόμισμα επενδυτικό προϊόν; Μόνο μια τέτοια δικαστική απόφαση θα μπορούσε να σώσει τους δανειολήπτες από την αγωνία τους.
Όμως, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, μολονότι έχει δικάσει διαφορετικά σε πολλές περιπτώσεις, για δάνεια σε ελβετικό φράγκο έχει ξεκαθαρίσει με απόφασή του την 3η Δεκεμβρίου του 2015 πως δεν αποτελεί επενδυτικό προϊόν το δάνειο που έχει συναφθεί σε άλλο νόμισμα και όχι στο νόμισμα της χώρας στην οποία δραστηριοποιείται η τράπεζα. Πρόκειται για την απόφαση C-312/14 που ήλθε να καταστήσει σαφές πως το δάνειο ενέχει τον κίνδυνο της πίστωσης, όχι όμως εκείνον του επενδυτικού προϊόντος που αν υφίστατο, το πιστωτικό ίδρυμα έπρεπε να είχε κάνει άλλου είδους πώληση στον δανειολήπτη.
Όχι πως οι τράπεζες στην Ευρώπη είναι άμοιρες ευθυνών, μόνο που και οι πολίτες έχουν τις δικές τους ευθύνες για τη σύναψη μιας τέτοιας σύμβασης. Από την άλλη πλευρά, στις 14.3.2019 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με τη C-118/17 απόφασή του συνομολόγησε πως αν το εθνικό δικαστήριο έχει αποφανθεί πως κάποια ρήτρα είναι καταχρηστική, ο νομοθέτης πρέπει να δώσει τη δυνατότητα κατάργησης της ρήτρας αυτής αναδρομικά σε μια δανειακή σύμβαση.
Μιλώντας για την ελληνική πραγματικότητα και αποδεχόμενη τις απόψεις και τα επιχειρήματα των τραπεζών, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου απεφάνθη μόλις προχθές ότι οι δανειολήπτες ελβετικού φράγκου πρέπει να αποπληρώσουν τα δάνειά τους με την τρέχουσα ισοτιμία ελβετικού φράγκου – ευρώ.
Η απόφαση εκδόθηκε επί προσφυγής δανειολήπτριας, η οποία μάλιστα οδήγησε την πρωτόδικη απόφαση εναντίον της στον Άρειο Πάγο, ώστε να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος, χωρίς προηγουμένως να εφεσιβάλει την απόφαση αυτήν.
Η απόφαση ωστόσο αυτή που έλαβε ο Άρειος Πάγος είναι δεσμευτική για όλες τις προσφυγές που εκκρεμούν στον Άρειο Πάγο ή σε κατώτερα δικαστήρια και αφορούν την καταχρηστικότητα του συγκεκριμένου όρου που περιλαμβάνονταν στις δανειακές συμβάσεις.
Έτσι είναι πιθανόν να αποτελέσει μια ένδειξη και για την τύχη της συλλογικής αγωγής δανειοληπτών, που θα συζητηθεί στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου στις 20 Μαΐου, όπου θα κριθεί συνολικά το θέμα της καταχρηστικότητας των όρων των επίμαχων συμβάσεων.
Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Η απόφαση για την προσφυγή της δανειολήπτριας θα δημοσιοποιηθεί τη Μεγάλη Τρίτη και τα νομικά επιτελεία αφού τη μελετήσουν θα δουν εάν μπορούν και μέσω ποιου τρόπου να προσφύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Η λήψη δανείου σε ελβετικό φράγκο άρχισε να αποτελεί μια πολύ επικίνδυνη επιλογή με το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Και ενώ τα ελβετικά επιτόκια ήταν χαμηλότερα από αυτά της Ευρωζώνης ή άλλων χωρών της Ένωσης, το ελβετικό φράγκο άρχισε να ενισχύεται ιδιαίτερα, όταν το 2015 η κεντρική τράπεζα της χώρας εγκατέλειψε την προσπάθεια να διατηρήσει σταθερή τη συναλλαγματική ισοτιμία του φράγκου έναντι του ευρώ στο 1,2 ώστε να προστατεύσει την ανταγωνιστικότητα των ελβετικών προϊόντων. Η ανατίμηση του ελβετικού φράγκου υπήρξε μοιραία.
Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις ανά τον κόσμο, η λήψη δανείων σε ξένο νόμισμα αποτελεί μια οικεία πρακτική, όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά για τους ιδιώτες.
Οι επιχειρήσεις προχωρούν σε τέτοιες δανειακές συμβάσεις αντισταθμίζοντας τον κίνδυνο εφόσον συναλλάσσονται με χώρες του εξωτερικού και έχουν έσοδα από το νόμισμα στο οποίο και δανείζονται. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως ακόμη και εάν δεν συμβαίνει αυτό, οι χρηματοοικονομικοί τους σύμβουλοι τους συνιστούν περιορισμό του κινδύνου με άλλους τρόπους (καταθέσεις στη χώρα του ξένου νομίσματος κ.λπ.).
Χρυσή τομή
Πάντως, πολλές κυβερνήσεις της Κεντρικής Ευρώπης αλλά και της Βαλκανικής χερσονήσου βρήκαν μέσω νομοθετικών λύσεων κάποια χρυσή τομή.
Στην περίπτωση της χώρας μας τα δάνεια ανέρχονται σε 13 δισ. ευρώ και στο πλαίσιο του γενικότερου προβλήματος που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες η καθυστέρηση ήταν η ενδεδειγμένη λύση.
Οι τράπεζες έχουν προωθήσει λύσεις για τους δανειολήπτες που θέλησαν να τις αποδεχτούν μέσω μεθόδων τύπου «split and freeze», που σημαίνει πως το δάνειο σπάει στα δύο και εξυπηρετείται ένα τμήμα του χωρίς το άλλο να επιβαρύνεται με τόκους. Κάποια στιγμή, μετά την αποπληρωμή του πρώτου μέρους, αρχίζει η συζήτηση και για το δεύτερο κομμάτι του δανείου.