Skip to main content

«Παράθυρο» για την άρση των κυρώσεων στη Rusal

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιάννη Παγκαλιά
[email protected]

Η ρωσική κατασκευάστρια μετάλλων Rusal, στην οποία έχουν επιβάλει κυρώσεις οι ΗΠΑ από τις 6 Απριλίου, βρέθηκε για άλλη μία φορά στο επίκεντρο, με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών να μαλακώνει κάπως τη στάση του, δίνοντας μία παράταση 6 μηνών για τις αμερικανικές επιχειρήσεις για να διατηρήσουν εμπορικές συναλλαγές με τη ρωσική εταιρεία, αλλά και να αφήνει ανοιχτό παράθυρο για οριστική άρση των κυρώσεων με την προϋπόθεση ο ιδιοκτήτης της Rusal Όλεγκ Ντερίπασκα να παραδώσει τα ηνία της εταιρείας.

Κεντρικός πρωταγωνιστής στο νέο αυτό επεισόδιο των κυρώσεων το αλουμίνιο (η Rusal κατασκευάζει το 6% της παγκόσμιας παραγωγής και είναι η μεγαλύτερη παραγωγός του συγκεκριμένου μετάλλου στον κόσμο εξαιρουμένης της Κίνας), του οποίου η τιμή από τις 6 Απριλίου έχει αυξηθεί 23%. Την εβδομάδα 9 -15 Απριλίου η άνοδος του ήταν μάλιστα 12%, η μεγαλύτερη εβδομαδιαία ενίσχυση από το 1987, όταν τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης του αλουμινίου άρχισαν να διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου. 

Χθες μετά την ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών η τιμή του αλουμινίου «γκρεμίστηκε», φτάνοντας κάποια στιγμή να υποχωρεί μέχρι και 10%, σταματώντας έτσι το ξέφρενο ράλι, που προκλήθηκε από τις ανησυχίες πως μπορεί να υπάρξει έλλειμμα στο μέταλλο που είναι από τα βασικότερα στις κατασκευές και στην ενέργεια.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, οι Αμερικανοί οφείλουν μέχρι τις 23 Οκτωβρίου να έχουν ολοκληρώσει τις εμπορικές συναλλαγές τους με τη Rusal, όμως αν ο Όλεγκ Ντερίπασκα, στον οποίο επίσης έχουν επιβληθεί κυρώσεις, υποχωρήσει στο περιθώριο, τότε οι κυρώσεις θα πάψουν να υφίστανται.

Ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι η Rusal να κρατικοποιηθεί (η μετοχή της διαπραγματεύεται στο ταμπλό του χρηματιστηρίου του Χονγκ Κονγκ και έχει χάσει σχεδόν το 50% της αξίας της απ’ όταν επιβλήθηκαν οι κυρώσεις), όμως προς το παρόν η ρωσική κυβέρνηση δεν βλέπει θετικά αυτή την προοπτική. 

«Η Rusal αισθάνθηκε τον αντίκτυπο των αμερικανικών κυρώσεων λόγω της σύνδεσής της με τον Όλεγκ Ντερίπασκα, όμως η αμερικανική κυβέρνηση δεν στοχεύει τους σκληρά εργαζόμενους υπαλλήλους που εξαρτώνται από τη Rusal και τις θυγατρικές της» δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Στίβεν Μνούτσιν. Η αναφορά του Αμερικανού υπουργού στους εργαζόμενους της ρωσικής εταιρείας μόνο τυχαία δεν ήταν, καθώς υπάρχουν στην κυριολεξία ολόκληρες πόλεις στη Ρωσία που εξαρτώνται από τις εγκαταστάσεις της Rusal και τους εργαζόμενους σε αυτήν. 

Σε αυτές τις πόλεις οι μόνιμοι κάτοικοι με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο εμπλέκονται με τη ρωσική εταιρεία είτε δουλεύοντας σε αυτήν, είτε διατηρώντας επιχειρήσεις που συντηρούνται από τους εργαζόμενους της μεταλλευτικής εταιρείας, ενώ και η ίδια η Rusal διαθέτει κεφάλαια για να εκσυγχρονιστούν οι περιοχές γύρω από τις εγκαταστάσεις της.

Οι κυρώσεις, λοιπόν, που έχουν στόχο τον Ντερίπασκα έχουν πολλαπλές συνέπειες και αρχίζει και γίνεται ξεκάθαρο πως η συνέχιση της εφαρμογής τους προκαλεί μείζονες αρνητικές επιπτώσεις.