Η αγορά πετρελαίου βρέθηκε ξαφνικά τη Δευτέρα σε ένα παράλληλο σύμπαν, στο οποίο οι traders ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν έως και 40 δολάρια το βαρέλι, προκειμένου να βρουν κάποιον να πάρει το αμερικανικό αργό από τα χέρια τους. Στον κόσμο της πανδημίας και των lockdown, των σοκαρισμένων κοινωνιών και των βαριά νοσούντων οικονομιών κάθε δίψα για πετρέλαιο έχει χαθεί. Η ζήτηση βυθίζεται, τα αποθέματα φουσκώνουν και η ιστορική συμφωνία μεταξύ των μεγάλων παραγωγών του πλανήτη σκάει σαν φούσκα.
Σε μία ημέρα χάους για την αγορά πετρελαίου η τιμή του αμερικανικού αργού (συμβόλαιο Μαΐου) βούτηξε από τα 17,85 δολάρια το βαρέλι έως και τα – 40,32 δολάρια. Έκλεισε βαθιά σε αρνητικό έδαφος, στα -37,63 δολάρια το βαρέλι σε μία τόσο βίαιη εξέλιξη, που δυσκολεύονται να εξηγήσουν ακόμη και οι φορείς της αγοράς. Σήμερα η τιμή έχει επιστρέψει σε θετικό έδαφος, αλλά μόλις στα 1,42 δολάρια το βαρέλι, την ώρα που η τιμή του μπρεντ είναι στα 25,39 δολάρια. Κανείς δεν αποκλείει δε νέα πτώση του σε αρνητικό έδαφος μέσα στην ημέρα.
Τι σημαίνει όμως η πτώση των τιμών υπό το μηδέν; Γιατί ένας παραγωγός και έμπορος θα πλήρωνε τους πελάτες του να πάρουν το αργό του; Για ορισμένους παραγωγούς ενδεχομένως αυτή να είναι πιο φθηνή λύση από το να σταματήσουν την παραγωγή τους ή να βρουν μέρος για την ασφαλή αποθήκευσή του. Πολλοί ανησυχούν ότι εάν κλείσουν κοιτάσματα, η καταστροφή θα είναι μόνιμη. Υπάρχουν επίσης και οι traders που αγοράζουν συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης στοιχηματίζοντας στην πορεία των τιμών, αλλά δεν έχουν στην πραγματικότητα καμία πρόθεση να παραλάβουν τα βαρέλια. Μία απότομη πτώση τους αναγκάζει να πουλήσουν με ζημιά ή να βρουν και εκείνοι χώρους αποθήκευσης- οι οποίοι σε ένα περιβάλλον υπερπλεονάσματος προσφοράς είναι πια λίγοι και ακριβοί.
Στις ΗΠΑ, στο Κάσινγκ της Οκλαχόμα, το βασικό κέντρο αποθήκευσης αργού, η ποσότητα πετρελαίου έχει αυξηθεί από τα τέλη Φεβρουαρίου κατά 48% στα 55 εκατ. βαρέλια. Το ανώτατο όριο που αντέχει είναι τα 76 εκατ. βαρέλια και πολλοί πιστεύουν ότι δεν θα αργήσει να το φτάσει, καθώς η παγκόσμια οικονομια διολισθαίνει σε μία απότομη ύφεση.
Γιατί φτάσαμε όμως να εκτιναχθούν τα αποθέματα της μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη στα ύψη; Ο ισχυρότατος αντίκτυπος της πανδημίας του Covid19 που ανάγκασε τις κυβερνήσεις να ρίξουν τις οικονομίες τους σε τεχνητό κώμα για να ανακόψουν το ρυθμό μετάδοσης και θανάτων θα ήταν από μόνος του ικανός να πλημμυρίσει πετρέλαιο την αγορά και να βυθίσει τις τιμές. Σε αυτόν ήρθε όμως να προστεθεί ακόμη ένας ισχυρότατος παράγοντας: ο «πόλεμος» ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία. Η πρώτη επέλεξε να ρίξει άφθονο, φθηνό πετρέλαιο σε μία ήδη κορεσμένη αγορά, όταν η δεύτερη αρνήθηκε να δώσει συνέχεια στη συμμαχία τους.
Η λήξη του «πολέμου» ήρθε πολύ αργά και παρόλο που η απόφαση για μείωση της παγκόσμιας παραγωγής κατά 10% ήταν η πιο δυναμική παρέμβαση όλων των εποχών στην αγορά πετρελαίου δεν έπεισε κανέναν ότι μπορεί να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα.
Να θυμίσουμε ότι το συμβόλαιο παράδοσης Μαΐου εκπνέει σήμερα. Όταν τα συμβόλαια βρίσκονται κοντά στη λήξη τους τείνουν να δέχονται ισχυρότερες πιέσεις ή να εμφανίζουν έντονες διακυμάνσεις. Ωστόσο ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε τόσο βίαιη πτώση των τιμών. Αυτή ήρθε να μας δείξει πως και η αγορά πετρελαίου φοβάται ουσιαστικά αυτό που όλος ο πλανήτης αρχίζει να συνειδητοποιεί: Μετά τον Covid19 o κόσμος δεν θα είναι ο ίδιος. Ακόμη και εάν ανακάμψει γρήγορα η βιομηχανική παραγωγή, η κατανάλωση θα παραμείνει υπό πίεση για μεγάλο διάστημα ακόμη.
Ακόμη και σε αυτόν τον κόσμο της κρίσης υπάρχουν πάντως κερδισμένοι. Σύμφωνα με τη Goldman Sachs δεν είναι τόσο οι καταναλωτές (οι τιμές της βενζίνης θα πέσουν στις ΗΠΑ, αλλά και πάλι σε ένα περιβάλλον στο οποίο δεν υπάρχει ζήτηση αυτό δεν λέει πολλα). Το μεγάλο πλεονέκτημα θα έχουν όσοι παραγωγοί έχουν άμεση πρόσβαση σε θαλάσσιες μεταφορές. Ήδη τα οι ναύλοι των τάνκερ αποθήκευσης πετρελαίου έχουν εκτιναχθεί στα ύψη.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από Bloomberg, WSJ