Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Χωρίς να καταγραφεί καμία ουσιαστική πρόοδος στο θέμα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους ολοκληρώθηκαν οι διαβουλεύσεις στην Ουάσιγκτον, καθώς η απόσταση ανάμεσα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τη γερμανική κυβέρνηση παραμένει πολύ μεγάλη.
Νέα προσπάθεια σύγκλισης αναμένεται να καταβληθεί στις 11 Μαΐου, στο περιθώριο της συνόδου των επτά ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου (G7) που θα πραγματοποιηθεί στο Μπάρι. Εκεί θα παρίστανται όλοι οι εμπλεκόμενοι παίκτες και είναι πιθανό να συγκληθεί το λεγόμενο «Ουάσιγκτον Group».
Μέχρι τότε, το βάρος θα πέσει στην ολοκλήρωση των τεχνικών διαπραγματεύσεων στην Αθήνα, στην οριστικοποίηση των μνημονίων που θα κληθεί να υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση τόσο με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς όσο και με το ΔΝΤ, αλλά και στην ψήφιση όλων των μέτρων που έχουν συμφωνηθεί μέχρι τις 15 Μαΐου.
Οι επικεφαλής του κουαρτέτου έρχονται σήμερα και αύριο στην Αθήνα και, εκτός απροόπτου, ο νέος γύρος διαπραγματεύσεων θα ξεκινήσει αύριο Τρίτη με προοπτική να ολοκληρωθεί μέσα σε πέντε ημέρες.
Η συνεχιζόμενη διάσταση απόψεων ανάμεσα στο ΔΝΤ και στη Γερμανία καταγράφηκε για μια ακόμη φορά κατά τις συναντήσεις που είχε την Παρασκευή και το Σάββατο στην Ουάσιγκτον ο Ευκλείδης Τσακαλώτος τόσο με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όσο και με τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει κυβερνητική πηγή με γνώση των όσων ειπώθηκαν σε αυτές τις συναντήσεις, ο Β. Σόιμπλε επιμένει στη συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Eurogroup του Μαΐου του 2016.
Αυτή προέβλεπε άμεση ενεργοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων μετά το τέλος του 3ου ελληνικού προγράμματος, δηλαδή μετά τον Αύγουστο του 2018.
Παρ’ όλα αυτά, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν φαίνεται αντίθετος στο να συνεχιστούν και σε αυτή τη φάση οι διαβουλεύσεις για το ελληνικό χρέος, κάτι που αναμένεται να πραγματοποιηθεί αφού αναχωρήσουν από την Αθήνα οι επικεφαλής του κουαρτέτου – πιθανότατα την Πρωτομαγιά.
Άλλωστε, από τη στιγμή που το ΔΝΤ παραμένει αμετακίνητο από τη γραμμή του -ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε την ευκαιρία να ακούσει στην Ουάσιγκτον τόσο από την Κριστίν Λαγκάρντ όσο και από τον Πολ Τόμσεν ότι χωρίς την περαιτέρω αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, το θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα δεν θα φτάσει στο Συμβούλιο του Ταμείου-, η συνέχιση των διαπραγματεύσεων θεωρείται επιβεβλημένη ειδικά από τη στιγμή που και η Γερμανία -όπως και άλλες χώρες της Ευρωζώνης- επιζητούν για τους δικούς της πολιτικούς λόγους την ανάμιξη στο ελληνικό πρόγραμμα.
Και η ελληνική κυβέρνηση, πάντως, παραμένει προς το παρόν «πιστή» στη γραμμή που έχει καθορίσει ο πρωθυπουργός, σύμφωνα με την οποία τα δημοσιονομικά μέτρα του 2019 και του 2020 (δηλαδή η περικοπή του αφορολογήτου και η μείωση των συντάξεων), ακόμη και αν ψηφιστούν από τη Βουλή μέχρι τις 15 Μαΐου, θα εφαρμοστούν μόνο στην περίπτωση που θα υλοποιηθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Πάντως, αρμόδια κυβερνητική πηγή, που κλήθηκε να σχολιάσει τη συνεχιζόμενη διάσταση απόψεων ανάμεσα στο ΔΝΤ και στη Γερμανία αναφορικά με το χρέος, υποστήριξε ότι αυτό είναι λογικό να συμβαίνει από τη στιγμή που οι σχετικές διαπραγματεύσεις βρίσκονται ακόμη στην αρχή.
Θεώρησε ωστόσο ότι, όσο θα περνούν οι ημέρες, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για άμβλυνση των διαφορών και επίτευξη ενός συμβιβασμού μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων πλευρών. Η ίδια πηγή θεώρησε αρκετά πιθανό στη Σύνοδο της G7 στο Μπάρι (θα πραγματοποιηθεί 11-13 Μαΐου) να συγκληθεί το Washington Group, δεδομένου ότι θα παρίστανται οι εμπλεκόμενες πλευρές.
Στο περιθώριο των συζητήσεων στην Ουάσιγκτον τέθηκε και το θέμα της αποπληρωμής του δανείου που έχει πάρει η Ελλάδα από το ΔΝΤ στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου με το αδιάθετο τμήμα του δανείου από το 3ο μνημόνιο (σ.σ.: είναι τα 20 δισ. ευρώ που προορίζονταν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών).
Το ΔΝΤ τάχθηκε ανοικτά υπέρ αυτής της λύσης, ενώ θετική φέρεται να είναι και η στάση της ελληνικής πλευράς, καθώς αυτή η λύση «βοηθάει το Ταμείο στο να πάρει μια απόφαση, αλλά συμβάλλει και στην ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά κυβερνητικός αξιωματούχος.
Από τη στιγμή που δεν υπάρχει συμφωνία για το χρέος, το θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα παραμένει ανοικτό.
Εύλογα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα τι θα γίνει με την εκταμίευση της δόσης αν δεν υπάρξει συμφωνία και για το χρέος μέχρι τις 22 Μαΐου, οπότε και είναι προγραμματισμένη η τακτική συνεδρίαση του Eurogroup. Αρμόδιος κυβερνητικός παράγοντας στον οποίο τέθηκε το ερώτημα, υποστήριξε ότι αυτό το ενδεχόμενο δεν συζητείται.
«Ο λόγος που δεν συζητούνται αυτά τα πράγματα είναι πως εάν υπάρχει plan b στο τραπέζι απομακρυνόμαστε από την επιθυμητή λύση» τόνισε.
Τα πλεονάσματα
Εκτός από το θέμα του χρέους, σε εκκρεμότητα παραμένει και το θέμα του ορισμού των πρωτογενών πλεονασμάτων για την περίοδο μετά το 2018.
Κυβερνητικός αξιωματούχος εκτίμησε ότι η συζήτηση σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα βρίσκεται σε αρκετά προχωρημένο στάδιο και πρόσθεσε ότι δεν περιμένει ότι θα υπάρξουν σημαντικές διαφωνίες μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών.
Σε κάθε περίπτωση αποσαφήνισε ότι παραμένει στο τραπέζι ελληνική θέση για καταγραφή πλεονάσματος 2,5% του ΑΕΠ και πρόσθετου πλεονάσματος 1% του ΑΕΠ το οποίο θα πηγαίνει για την ανάπτυξη.
Στην Αθήνα τα τεχνικά κλιμάκια
Από αύριο Τρίτη αναμένεται να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις με τα κλιμάκια των ευρωπαϊκών θεσμών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με στόχο η τεχνική συμφωνία (staff level agreement) να έχει επιτευχθεί μέχρι την Πρωτομαγιά, τουλάχιστον, σύμφωνα με τον αρχικό προγραμματισμό.
Ουσιαστικά μέσα σε αυτό το πενθήμερο θα πρέπει να συμφωνηθεί το περιεχόμενο των ξεχωριστών μνημονίων που θα κληθεί να υπογράψει η ελληνική πλευρά με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (σ.σ.: θα πρόκειται για τη 2η αναθεώρηση του 3ου μνημονίου που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο του 2015) όσο και με το ΔΝΤ (το κείμενο της συμφωνίας με το ΔΝΤ λέγεται MEFP ή Memorandum of Economic and Financial Policies και θα έχει διάρκεια μέχρι και το καλοκαίρι του 2018).
Προσχέδιο των δύο κειμένων βρίσκεται ήδη στα χέρια της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας και οι συζητήσεις των επόμενων ημερών θα γίνουν επί αυτών των κειμένων.
Εφόσον τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα που συζητήθηκαν στην Ουάσιγκτον, οι αποστολές των θεσμών θα αναχωρήσουν από την Αθήνα την Πρωτομαγιά, ενώ στη συνέχεια η σκυτάλη θα περάσει στην ελληνική κυβέρνηση η οποία και θα πρέπει να περάσει από τη Βουλή όλες τις νομοθετικές διατάξεις -αλλά και ταυτόχρονα να εκδώσει όλες τις απαραίτητες υπουργικές αποφάσεις- σε κάθε περίπτωση πριν από το Eurogroup της 22ας Μαΐου.
Ως ημερομηνία ορόσημο έχει τεθεί η 15η Μαΐου (προφανώς για να υπάρχει και ένα χρονικό περιθώριο μέχρι τις 22 Μαΐου για να αντιμετωπιστούν ενδεχόμενες καθυστερήσεις).
Άλλωστε, μετά την ψήφιση των μέτρων και πριν από το Eurogroup, θα πρέπει να συνταχθεί από τους θεσμούς η θετική έκθεση συμμόρφωσης, το λεγόμενο compliance report.