Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Οι δυνατότητες μετατροπής της χώρας μας (και επομένως των υποδομών του ΔΕΣΦΑ) σε «πύλη εισόδου» φυσικού αερίου για την ευρύτερη περιοχή, αλλά και πιθανές συνέργειες με διεθνή πρότζεκτ όπως ο Διαδριατικός Αγωγός φυσικού αερίου (TAP), αποτελούν σύμφωνα με αναλυτές τους κύριους λόγους που ώθησαν την κοινοπραξία των Snam, Enagas και Fluxys να προσφέρει 535 εκατ. ευρώ για την απόκτηση του 66% του Διαχειριστή του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου.
Η κοινοπραξία ήταν πλειοδότης στην προηγούμενη φάση της διαδικασίας, ενώ με τη χθεσινή αποδοχή της οικονομικής της πρότασης τόσο από το ΤΑΙΠΕΔ όσο και από το Δ.Σ. των ΕΛΠΕ, ανακηρύσσεται πλέον προτιμητέος επενδυτής για τον ΔΕΣΦΑ.
Το παραπάνω τίμημα επιμερίζεται σε έσοδο 251,3 εκατ. ευρώ για το Δημόσιο και 283,7 εκατ. για τα ΕΛ.ΠΕ. Πάντως, για να κλείσει και τυπικά η διαδικασία, η απόφαση του Δ.Σ. των ΕΛΠΕ θα πρέπει να πάρει το «πράσινο φως» από έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 14 Μαΐου.
Επίσης, ο φάκελος του διαγωνισμού θα υποβληθεί στη συνέχεια στο Ελεγκτικό Συνέδριο για προσυμβατικό έλεγχο, τα δε συμβατικά κείμενα της συναλλαγής θα υπογραφούν μετά την έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τέλος, η ολοκλήρωση της συναλλαγής θα τελεί υπό την αίρεση των εγκρίσεων από τις αρμόδιες αρχές.
Σε κάθε περίπτωση, η έκβαση του διαγωνισμού κρίνεται κατά γενική ομολογία απόλυτα ικανοποιητική, καθώς πέρα από τα έσοδα που εξασφαλίζει το τελικώς διαμορφούμενο τίμημα, το ποσό εξαγοράς αποτελεί την ίδια στιγμή «ψήφο εμπιστοσύνης» για τις προοπτικές του ΔΕΣΦΑ, από τις εταιρείες-μέλη της κοινοπραξίας. Τρεις εταιρείες με τεράστια εμπειρία στον κλάδο της διακίνησης και αποθήκευσης φυσικού αερίου, οι οποίες με την προσφορά τους απέδειξαν έμπρακτα πως «βλέπουν» σε αυτές τις προοπτικές σημαντικές επιχειρηματικές ευκαιρίες.
Μάλιστα, οι εν λόγω ευκαιρίες υπερβαίνουν τις δυνατότητες ανάπτυξης της ελληνικής αγοράς, αφού η γεωστρατηγική θέση της χώρας μας, και επομένως του ΔΕΣΦΑ, ανοίγουν τον δρόμο ώστε οι εγχώριες υποδομές να εξελιχθούν σε περιφερειακό hub διακίνησης φυσικού αερίου. «Χάρη στη στρατηγική θέση στη Μεσόγειο, η Ελλάδα θα μπορούσε να αναδειχθεί σε σημαντικό σταυροδρόμι για τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού και το άνοιγμα νέων δρόμων για το φυσικό αέριο στην Ευρώπη», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή της η κοινοπραξία, με αφορμή την ανακήρυξή της σε προτιμητέο επενδυτή. Όσον αφορά τις συνέργειες με διεθνή πρότζεκτ όπως ο ΤΑΡ, στην κοινοπραξία του οποίου είναι εξάλλου μέτοχοι οι Snam, Enagas και Fluxys, μία πρώτη γεύση έδωσε η επισημοποίηση της συμφωνίας, την περασμένη Δευτέρα, ανάληψης της συντήρησης του ελληνικού τμήματος του ΤΑΡ από τον ΔΕΣΦΑ.
Παράλληλα, το Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου είναι υποψήφιο να αποτελέσει πηγή τροφοδοσίας με φυσικό αέριο της ευρύτερης περιοχής, με την υλοποίηση του λεγόμενου «Κάθετου Διαδρόμου».
Μέσω του συγκεκριμένου πρότζεκτ, με τους διασυνδετήριους αγωγούς μεταξύ Βουλγαρίας-Ρουμανίας και Ρουμανίας-Ουγγαρίας και της Ουκρανίας, σε συνδυασμό με την κατασκευή του διασυνδετήριου αγωγού Ελλάδας – Βουλγαρίας, θα δίνουν τη δυνατότητα διακίνησης καυσίμου από τη χώρα μας μέχρι την «καρδιά» της Ευρώπης. Καύσιμο που, εκτός από τον ΤΑΡ, θα μπορεί να προέλθει από τον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας, φτάνοντας σε αυτόν σε υγροποιημένη μορφή (LNG). Μάλιστα, με την εν εξελίξει αναβάθμιση, η Ρεβυθούσα θα μπορεί να καλύψει το 1/3 των εισαγωγών των χωρών της Βαλκανικής, συμπεριλαμβανομένης και της Ουγγαρίας και της Σλοβενίας.
Με βάση την ανακοίνωση της κοινοπραξίας, οι Snam, Enagas και Fluxys θα έχουν επίσης την ευκαιρία να μεταφέρουν τεχνικές και επιχειρησιακές δυνατότητες στον ΔΕΣΦΑ και να αναπτύξουν νέες χρήσεις και πηγές φυσικού αερίου (όπως το μεθάνιο για τις μεταφορές και το βιομεθάνιο).
Ισχυρά δικαιώματα στο Δημόσιο
Ως μία στρατηγικού χαρακτήρα συμφωνία, που εντάσσει τον ΔΕΣΦΑ στην ομάδα των ισχυρών της Ευρώπης, προασπίζοντας παράλληλα τα συμφέροντα του Δημοσίου, χαρακτηρίζει σε δήλωσή του την έκβαση του διαγωνισμού ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης. «Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου είχε ολοκληρώσει την ιδιωτικοποίηση με πλειοδότη την αζέρικη εταιρεία Socar και τίμημα 400 εκατ. ευρώ. Όταν ακυρώθηκε η συγκεκριμένη συμφωνία, και λόγω των προβλημάτων συμβατότητας με το ευρωπαϊκό πλαίσιο, η σημερινή κυβέρνηση κατηγορήθηκε ως αντιεπενδυτική, ιδεοληπτική και ανίκανη. 18 μήνες μετά, το τίμημα έφτασε τα 535 εκατ. ευρώ, συμμετείχαν δύο αξιόπιστα ευρωπαϊκά κονσόρτσιουμ εταιρειών και προκρίθηκε τελικά μια κοινοπραξία με σημαντικές στρατηγικές επενδύσεις στην ευρύτερη περιοχή, ενώ η σύμβαση μετόχων διασφαλίζει ισχυρά δικαιώματα στο Δημόσιο», επισημαίνει ο υπουργός.