Skip to main content

Θ. Φέσσας στη «Ν»: «Να απελευθερωθεί η οικονομία από τα δεσμά του κρατισμού»

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιάννη Κανουπάκη
[email protected]

«Η κόπωση γύρω από το ελληνικό ζήτημα έχει οδηγήσει την ελληνική πολιτεία και τους εταίρους μας να αντιμετωπίζουν τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας διεκπεραιωτικά. Το ζητούμενο, φυσικά, δεν είναι εμείς να κάνουμε ότι μεταρρυθμιζόμαστε και οι έξω να κάνουν ότι μας αξιολογούν, αλλά να συζητήσουμε, επιτέλους, για τις πραγματικές μεταρρυθμίσεις που θα απελευθερώσουν την ελληνική οικονομία από τα δεσμά του κρατισμού».

Αυτό τονίζει ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θεόδωρος Φέσσας, σε μια συζήτηση που είχε η «Ν» μαζί του για τα φλέγοντα ζητήματα της οικονομίας.

«Κάθε καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων ανεβάζει τον λογαριασμό των μέτρων σε βάρος των επιχειρήσεων», μας λέει χαρακτηριστικά. «Η υπερφορολόγηση παγώνει τις επενδύσεις και διώχνει στο εξωτερικό επιχειρήσεις και το καλύτερο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας». «Χωρίς ανθρώπινο κεφάλαιο πλήττεται καίρια η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας», σημειώνει.

Όλα αυτά ο πρόεδρος και οι εκπρόσωποι του Συνδέσμου τα έχουν υπογραμμίσει με κάθε ευκαιρία τους τελευταίους μήνες σε κορυφαίους Ευρωπαίους παράγοντες, σε ένα μεθοδικό οδοιπορικό από διάφορες χώρες, εισηγούμενοι συγκεκριμένες δράσεις, με στόχο την ενθάρρυνση των επενδύσεων.

Συγκεκριμένα, η διοίκηση του ΣΕΒ επισκέφθηκε το Παρίσι τον περασμένο Σεπτέμβριο και εκτός από τον αντίστοιχο Γαλλικό Σύνδεσμο MEDEF, συναντήθηκε με τους υπουργούς Οικονομικών και Οικονομίας, Σαπέν και Μακρόν.

Στη συνέχεια συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ τον Νοέμβριο του 2015, ενώ στις αρχές Μαρτίου 2016 ξαναπήγε στις Βρυξέλλες και συνάντησε 8 επιτρόπους, μεταξύ των οποίων τους κ.κ. Ντομπροβόσκις και Μοσκοβισί.

Στα μέσα Μαρτίου, επισκέφθηκε το Βερολίνο όπου συνομίλησε με διάφορους Γερμανούς αξιωματούχους και τον υπουργό Οικονομικών, Β. Σόιμπλε.

Ο κ. Φέσσας εμφανίζεται ανήσυχος για το προσφυγικό, αλλά και την έξαρση της τρομοκρατίας, που όπως φαίνεται συνδέεται με αυτό, έπειτα και από τα τελευταία κτυπήματα στην καρδιά της Ε.Ε., που είχαν ως αποτέλεσμα να χαθούν αθώοι και να εξαπλωθεί το αίσθημα του φόβου στην καθημερινότητα των Ευρωπαίων πολιτών.

Οκτώ χρόνια κρίσης δεν είναι πολλά για τη χώρα; Τον ρωτάμε. «Ασφαλώς», απαντά. «Η αποεπένδυση που έχει συμβεί κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου είναι τεράστια και θα απαιτήσει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, περί τα 100 δισ. ευρώ επενδύσεις για τα επόμενα 6 έως 7 χρόνια σε δυναμικούς, παραγωγικούς τομείς, με εξαγωγική δραστηριότητα, ανταγωνιστικούς σε διεθνές επίπεδο, που δημιουργούν “καλές” θέσεις εργασίας.

Βεβαίως, δεν υπάρχει μαγική συνταγή για το ελληνικό πρόβλημα. Απαιτείται συνέπεια και καθοριστική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στο επιχειρηματικό περιβάλλον, που θα προωθήσουν ένα σύγχρονο κανονιστικό πλαίσιο με λιγότερη γραφειοκρατία, πρόσβαση στη χρηματοδότηση και λειτουργική δημόσια διοίκηση».

Το φορολογικό και το ασφαλιστικό προβάλλουν ως βασανιστικά ζητήματα για μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, σε αυτή τη φάση. Οσα ακούμε ότι θα γίνουν τα αντέχουν οι πολίτες και οι παραγωγικές τάξεις;

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ σπεύδει να μας διευκρινίσει ότι παρά την οδυνηρή εμπειρία των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων, τη φυγή καταθέσεων και τη γενικευμένη αβεβαιότητα, η ελληνική οικονομία στο σύνολό της, κατάφερε να επιβιώσει.

«Ωστόσο», προσθέτει, «εάν η φορολόγηση και το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας συνεχίσουν να αυξάνονται, όπως οι τρέχουσες κυβερνητικές πρωτοβουλίες υποδηλώνουν, θα υπάρξει σίγουρα μια ισχυρή οπισθοδρόμηση τόσο στα δημόσια έσοδα όσο και στην ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να κρατήσει το ταλαντούχο ανθρώπινο δυναμικό της και τις ανταγωνιστικές επιχειρήσεις στη χώρα».

Μας λέει, ακόμη, ότι: «Τα 2/3 των δεσμεύσεων του μνημονίου, που έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί τον Φεβρουάριο του 2016, εκκρεμούν.

Ουσιαστική πρόοδος σημειώθηκε στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τις ιδιωτικοποιήσεις, ενώ δράσεις που σχετίζονται με την κοινωνική πολιτική, το επιχειρηματικό περιβάλλον και τον δημόσιο τομέα παραμένουν στάσιμες.

Πρέπει, βέβαια, να ληφθεί υπ’ όψιν ότι το νέο πρόγραμμα είναι ιδιαίτερα εμπροσθοβαρές, συμπεριλαμβάνει πολύπλοκες μεταρρυθμίσεις και η εφαρμογή του καθυστέρησε λόγω και των εθνικών εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου.

Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση οφείλει να ολοκληρώσει τις δεσμεύσεις της με ταχύτητα και υπευθυνότητα».

«Μείωση των δαπανών και όχι νέες αυξήσεις φόρων»

Στο κρίσιμο ζήτημα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ο κ. Φέσσας υπογραμμίζει μετ’ επιτάσεως ότι πρέπει να προέλθει, πρωτίστως, από τη μείωση των δαπανών και όχι από νέες αυξήσεις φόρων, δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά λυγίζουν κάτω από το βάρος της υπερφορολόγησης.

«Η συνολική μέση φορολογική επιβάρυνση (μισθοί και εισφορές) που έχουν επωμισθεί οι επιχειρήσεις και όσοι σήμερα δηλώνουν τα εισοδήματά τους ξεπερνά κατά πολύ τις αντίστοιχες επιβαρύνσεις στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, αποθαρρύνοντας τις επενδύσεις και τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα» αναφέρει, προσθέτοντας: «Σήμερα, το 42% των εσόδων από τον φόρο εισοδήματος πληρώνεται από το 3% των φορολογουμένων. Η φοροδοτική ικανότητα όσων συστηματικά στηρίζουν τα δημόσια έσοδα έχει εξαντληθεί.

Γι’ αυτό και η κάλυψη του όποιου δημοσιονομικού κενού δεν μπορεί να έρθει από έναν νέο φορολογικό στραγγαλισμό των νομοταγών και συνεπών φορολογούμενων. Θα πρέπει να επιτευχθεί μέσα από την πραγματική διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, με καθολική εφαρμογή των ηλεκτρονικών συναλλαγών και της ηλεκτρονικής τιμολόγησης».

«Σε ασφυξία το ελληνικό επιχειρείν με τα capital controls»

Σε καμία περίπτωση δεν επικροτεί τα capital controls o κ. Φέσσας, εξηγώντας τα εξής: «Ο συνδυασμός του λεγόμενου “ελληνικού ρίσκου” και των ελέγχων κεφαλαίου, που κρατούν την  Ελλάδα εκτός των διεθνών αγορών κεφαλαίου, είναι τοξικός.

Ενδεικτικό της ασφυξίας που αντιμετωπίζει το ελληνικό επιχειρείν είναι ότι τα κεφάλαια, ακόμη και όταν είναι διαθέσιμα, κοστίζουν πολύ ακριβότερα για τις ελληνικές επιχειρήσεις σε σχέση με τις ξένες».

Ταυτόχρονα, πάντως, υποστηρίζει ότι, μετά την επιτυχία της τελευταίας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, είναι ανάγκη να αντιμετωπιστούν κατεπειγόντως όλες οι νομικές και επιχειρηματικές προκλήσεις σχετικά με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs).

«Να μην υπονομευτεί από… αστοχίες»

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ προειδοποιεί με νόημα πως ό,τι έχει απομείνει θετικό και αποτιμάται με οικονομικούς δείκτες, έστω και αν δεν φαίνεται στην καθημερινή διαβίωση των Ελλήνων, δεν πρέπει να υπονομευτεί από αστοχίες της κεντρικής εξουσίας.

Καταγράφει, δε, με έμφαση τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην περαιτέρω παράταση της διαπραγμάτευσης με τους διεθνείς δανειστές, όσον αφορά την αξιολόγηση.