Skip to main content

Το σκληρό παζάρι στα εργασιακά

Από την έντυπη έκδοση

Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]

Η σκληρή στάση που εξακολουθεί να έχει το ΔΝΤ στα ζητήματα των εργασιακών σχέσεων, σε συνδυασμό με τακτική των «χαμηλών τόνων» που τηρούν μέχρι στιγμής οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών, διαμορφώνει ένα εξαιρετικά δύσκολο πεδίο διαβουλεύσεων στα ακανθώδη θέματα της μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας. Η παρουσία του Πολ Τόμσεν -βασικού εισηγητή των σημαντικότερων έως σήμερα μεταρρυθμίσεων στην ελληνική αγορά εργασίας την περίοδο 2011-2013- στις πρόσφατες διαβουλεύσεις της προηγούμενης εβδομάδας στις Βρυξέλλες με την ελληνική αντιπροσωπεία ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την άκαμπτη στάση του Διεθνούς Οργανισμού στα ζητήματα της περαιτέρω απελευθέρωσης και ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων.

Έτσι το ΔΝΤ καθόρισε τον τόνο της πολιτικής διαπραγμάτευσης για τα εργασιακά, με δεδομένο ότι οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών δεν επεδίωξαν έναν πιο ενεργό ρόλο στις διαβουλεύσεις. Έτσι εξηγείται, άλλωστε, όχι μόνο η επιμονή των εκπροσώπων των θεσμών στον περιορισμό ή ακόμη και στην κατάργηση του προεγκριτικού ρόλου του υπουργείου Εργασίας στις ομαδικές απολύσεις, αλλά και η επαναφορά της πρότασης για θεσμοθέτηση, για πρώτη φορά στη χώρα μας, της ανταπεργίας (lock out). Υπενθυμίζεται ότι το θέμα του lock out ήταν ένα από τα ζητήματα που το Διεθνές Νομισματικό ταμείο είχε θέσει από το 2010.

Άρνηση

Η βασική πρόταση της ελληνικής πλευράς για επαναφορά στη χώρα μας του ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τις συμβάσεις εργασίας και η διασφάλιση του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου προσέκρουσε στην κατηγορηματική άρνηση του ΔΝΤ, το οποίο ουσιαστικά επανέφερε στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων όλες τις προτάσεις που δεν πέρασαν με τις προηγούμενες μνημονιακές ρυθμίσεις.

Στο θέμα των ομαδικών απολύσεων, η βασική επιδίωξη των θεσμών, παρά την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, είναι η κατάργηση του προεγκριτικού ρόλου στις ομαδικές απολύσεις που σήμερα έχει το υπουργείο Εργασίας και ο εκ των υστέρων έλεγχος της νομιμότητας των απολύσεων. Αυτό σημαίνει ότι για τους εκπροσώπους των θεσμών το μείζον θέμα στις ομαδικές απολύσεις δεν είναι η αύξηση του ποσοστού των απολύσεων από το 5% που ισχύει σήμερα για επιχειρήσεις άνω των 150 εργαζομένων στο 8% ή στο 10%, αλλά η απεμπλοκή της κρατικής διοίκησης στη διαδικασία. Επίσης, το ΔΝΤ ζητεί τη θεσμοθέτηση στη χώρα μας της ανταπεργίας παρά το ότι επιθετικό Lock out (ανταπεργία) δεν υφίσταται σε καμία ευρωπαϊκή χώρα. Η Ελλάδα ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των χωρών που ρητά απαγορεύεται η ανταπεργία. Πάντως, πηγές με γνώση των διαπραγματεύσεων εκτιμούν ότι το θέμα του lock out τίθεται από τους πιστωτές στις διαβουλεύσεις περισσότερο ως «διαπραγματευτικό χαρτί», προκειμένου να υπάρξουν υποχωρήσεις από την ελληνική πλευρά σε άλλα θέματα, όπως είναι οι ομαδικές απολύσεις και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, ούτε οι εργοδοτικές οργανώσεις δεν έχουν θέσει θέμα θεσμοθέτησης του lock out στη χώρα μας.

Η επαναφορά του θεσμικού ρόλου των κλαδικών συμβάσεων, η οποία αποτέλεσε μία από τις βασικές προτεραιότητες του υπουργείου Εργασίας, συνάντησε όχι μόνο την κατηγορηματική άρνηση του ΔΝΤ, αλλά και εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών, με βάση το επιχείρημα ότι σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, η οποία «βρίσκεται σε πρόγραμμα», είναι πιο ωφέλιμες οι επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας σε σχέση με τις κλαδικές.

Μετά το 2018

Με βάση την πορεία της διαπραγμάτευσης έως σήμερα, θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι απίθανο, η επαναφορά των ρυθμίσεων της προηγούμενης περιόδου -πριν από την εφαρμογή των μνημονίων- και το ζητούμενο στη διαπραγμάτευση είναι εάν θα υπάρξει μετά το 2018 η υπό όρους θεσμοθέτηση κλαδικών συμβάσεων σε συνάρτηση με τη γενικότερη πορεία της οικονομίας, τις ιδιαιτερότητες του κάθε κλάδου ξεχωριστά, και την πορεία της ανεργίας.