Skip to main content

Παραμένει σε εκκρεμότητα η α’ κατοικία

Από την έντυπη έκδοση 

Των Νίκου Μπέλλου και Ειρήνης Σακελλάρη

Η αναζήτηση ενός κοινού τόπου μεταξύ της κυβέρνησης και των θεσμών στο ζήτημα του διάδοχου σχήματος του νόμου Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας θα συνεχιστεί και τις επόμενες μέρες, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας μέχρι την προσεχή άτυπη συνεδρίαση του Εurogroup στις 5 Απριλίου στο Βουκουρέστι.

Αυτό υπογράμμιζε πηγή της Ευρωζώνης στις Βρυξέλλες μετά το πέρας της χθεσινής άκαρπης συνεδρίασης του EWG, το οποίο προετοίμασε τη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, υπενθυμίζοντας ότι η επίτευξη συνολικής συμφωνίας αποτελεί προϋπόθεση για την εκταμίευση των 970 εκατ. ευρώ, που προέρχονται από τη σταδιακή εφαρμογή των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.

Όπως φάνηκε και χθες, στη συνεδρίαση των τεχνοκρατών των χωρών της Ευρωζώνης, η προστασία της πρώτης κατοικίας είναι για τους δανειστές το βασικότερο από τα προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας.

Στις Βρυξέλλες υπενθυμίζουν ότι η θέση των θεσμών είναι σαφέστατη και δεν αλλάζει, ζητούν η προστασία της πρώτης κατοικίας να είναι περιορισμένη στον χρόνο και να αφορά μόνο τους πραγματικά οικονομικά ευάλωτους, ώστε να μην επωφελούνται από «παράθυρα» του νέου νόμου όσοι έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν.

Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, οι εταίροι και φυσικά οι επικεφαλής των θεσμών που συζητούν με την κυβέρνηση διαπιστώνουν ότι το ζήτημα αυτό καθυστέρησε σημαντικά τη δεύτερη αξιολόγηση, δεδομένου ότι ο αρχικός προγραμματισμός ήταν η επίτευξη συμφωνίας από τον περασμένο Δεκέμβριο.

Είναι προφανές ότι για την κυβέρνηση σε έτος εκλογών το θέμα αυτό έχει πολιτικές διαστάσεις, από την άλλη όπως τονίζουν η εξεύρεση ισορροπημένης λύσης είναι μονόδρομος για τις ελληνικές τράπεζες. Μάλιστα, επισημαίνουν ότι τις τελευταίες βδομάδες, δηλαδή μετά το τελευταίο Eurogroup, δεν σημειώθηκε πρόοδος, μάλλον δυσκόλεψαν περαιτέρω οι συζητήσεις.

Για τις Βρυξέλλες είναι προφανές πως η μη επίτευξη συμφωνίας πέραν του Εurogroup της 5ης Απριλίου θα έστελνε αρνητικό μήνυμα στις αγορές, σε μια όχι ιδιαίτερα ευνοϊκή περίοδο εξαιτίας της αβεβαιότητας που προκαλεί το Brexit.

Τριήμερο με «πυρετό» διαπραγματεύσεων
«Θολό τοπίο» δημιουργούν οι διαφορετικές οπτικές θεσμών και κυβέρνησης ως προς την πρόοδο των διαπραγματεύσεων για την προστασία της πρώτης κατοικίας, βασικό αντικείμενο συζήτησης και του χθεσινού Euro Working Group. Το περασμένο τριήμερο οι διαβουλεύσεις ήταν πυρετώδεις και συνεχείς. Σύμφωνα με κάποιες έγκυρες πηγές που έχουν καλή γνώση των διαπραγματεύσεων, το τριήμερο επιτεύχθηκε πρόοδος τόση όση απαιτείται για να κλείσει το θέμα το επόμενο χρονικό διάστημα. Οι ίδιες πηγές περιόριζαν τις εκκρεμότητες, ενώ σημείωναν, ότι παραμένουν ανοικτά τα υπόλοιπα θέματα του νόμου Κατσέλη, ο οποίος πρακτικά έπαψε να ισχύει. Πρόκειται για τον τρόπο με τον οποίον θα καλυφθούν οι υπόλοιπες εκκρεμότητες που συνιστούν αυτό που περιγράφεται ως ιδιωτική πτώχευση. Οι θεσμοί αλλά και οι τράπεζες ποτέ δεν ήθελαν να υπάρξει ξεχωριστή νομοθεσία ως προς την προστασία της πρώτης κατοικίας και ως προς τα λοιπά θέματα και αυτό παραμένει ένα από τα βασικά προβλήματα.

Σε ό,τι αφορά την πρώτη κατοικία, οι δύο πλευρές φαίνεται να έχουν συγκλίνει στα εξής: Η αντικειμενική αξία του ακινήτου που προστατεύεται, εάν και εφόσον πρόκειται για δάνειο στεγαστικό, να ανέρχεται σε 250.000 ευρώ. Εφόσον το δάνειο είναι επαγγελματικό με ενέχυρο την πρώτη κατοικία το παραπάνω ποσό κατέρχεται σε 175.000 ευρώ. Όπως σημειώνουν έγκυρες πηγές, είναι φανερό ότι κάμφθηκαν κάποιες από τις αιρέσεις των θεσμών για τα επαγγελματικά δάνεια που είχαν αναπτυχθεί κυρίως διότι είχαν εκφραστεί ενδοιασμοί ως προς το γεγονός πως αυτά είναι συγκεντρωμένα στις μη συστημικές τράπεζες στις οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν σημαντικό πρόβλημα.

Το ληξιπρόθεσμο ύψος του δανείου και στις δύο περιπτώσεις δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ. Σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις των δανειοληπτών, το όριό τους προσδιορίζεται κάτω από τις 25.000 ευρώ (σύμφωνα με κάποιους 20.000 ευρώ), ενώ η αντικειμενική αξία της υπολοίπου ακίνητης περιουσίας θα διαμορφούται σε ένα όριο που θα κινείται κάτω από τις 100.000 ευρώ.

Υπάρχει χρόνος σημείωναν αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες, υπονοώντας πως το όριο είναι πια η 5η Απριλίου και το Eurogroup.

Είναι φανερό πως τόσο για την κυβέρνηση όσο και για τους θεσμούς η διαπραγμάτευση κινείται σε δύο επίπεδα: ένα το αμιγώς τεχνοκρατικό και το δεύτερο το πολιτικό. Και βέβαια σε ό,τι αφορά τους θεσμούς κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε, μόνον που βρίσκονται και αυτοί πια σε φάση εκλογών (η Κομισιόν) και έτσι οι πολιτικές πινελιές καμιά φορά διαμορφώνουν και αυτές συνθήκες για διαπραγμάτευση. Τούτο άλλωστε έγινε φανερό από την παρέμβαση του επιτρόπου Μοσκοβισί επί του θέματος, που τελικώς οδήγησε και την κυβέρνηση να μην καταθέσει την περασμένη Παρασκευή το νομοσχέδιο όπως είχε ανακοινώσει και όπως είχε γράψει η «Ν» στο φύλλο της 22ας Μαρτίου.

Σε κάθε περίπτωση, στόχος είναι το νομοσχέδιο να κατατεθεί μέσα στην εβδομάδα και να έχει ψηφιστεί πριν από την 5η Απριλίου. Διορθώσεις και συμπληρώσεις θα μπορούν να γίνονται ακόμη και μετά την κατάθεση του νομοθετήματος, σημείωναν έγκυρες πηγές.

Σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα θέματα που μένουν σε εκκρεμότητα ως προς τον νόμο Κατσέλη, οι θεσμοί θέλουν να ελαχιστοποιήσουν τις προσφυγές στη Δικαιοσύνη, γιατί τότε και μόνον τότε θα έχουν τη δυνατότητα οι τράπεζες να διαχειριστούν τα δάνεια με ενέχυρο πρώτη κατοικία. Συγχρόνως επιθυμούν να βρουν μια λύση για τα δάνεια που έχουν ενταχθεί στον νόμο Κατσέλη σε χρόνους πιο σύντομους από εκείνους στους οποίους θα αποφανθεί η Δικαιοσύνη. Θέλουν δηλαδή να τσεκάρουν μέσω της πλατφόρμας τα δάνεια και στην περίπτωση που η πλατφόρμα τα απορρίψει να μην είναι δυνατή η συνέχιση της προστασίας. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, φαντάζει περίπου αδύνατον, καθώς η οποιαδήποτε δικαστική απόφαση μόνον με αντίστοιχη δικαστική μπορεί να ανατραπεί.

Σκληρή η στάση των χωρών του Βορρά
Οι κυβερνήσεις των χωρών του Βορρά της Ευρωζώνης, όπως της Γερμανίας και της Ολλανδίας, που λογοδοτούν για την Ελλάδα στις αρμόδιες επιτροπές των Κοινοβουλίων τους, ζητούν την πλήρη εκπλήρωση των προαπαιτούμενων της δεύτερης αξιολόγησης προκειμένου να δώσουν το «πράσινο φως» για την εκταμίευση των 970 εκατ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι το παραπάνω ποσό προέρχεται από τα κέρδη της ΕΚΤ και κεντρικών τραπεζών χωρών-μελών που έχουν στην κατοχή τους ελληνικά ομόλογα, καθώς και από την κατάργηση των προσαύξησης των επιτοκίων δανεισμού της δεύτερης διάσωσης.

Υπενθυμίζεται ότι στο τελευταίο Εurogroup της 11ης Μαρτίου, εκτός από τη νέα νομοθεσία για την προστασία της πρώτης κατοικίας, είχαν διαπιστωθεί καθυστερήσεις και σε σχέση με άλλα τέσσερα προαπαιτούμενα. Το πρώτο ήταν ο αργός ρυθμός εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, το δεύτερο η καθυστέρηση στη στελέχωση της ΑΑΔΕ, το τρίτο η παραχώρηση της Εγνατίας και το τέταρτο η πώληση των δύο λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ.

Ωστόσο, παρά τις προαναφερθείσες εκκρεμότητες, η εκτίμηση που επικρατεί στις Βρυξέλλες είναι ότι αν βρεθεί λύση στο θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας, η δεύτερη αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί και θα γίνει η εκταμίευση των χρημάτων.