Skip to main content

Νέες ευεργετικές διατάξεις για το ελαιόλαδο

Θα μπορούσαν άραγε μικροί παραγωγοί ελαιόλαδου – π.χ. στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης – να δημιουργήσουν μία οργάνωση με σκοπό την από κοινού πώληση των προϊόντων τους μέσω κοινής σύμβασης προμήθειας με ενιαία τιμή σε μεγάλη εταιρία ανάμειξης και εμφιάλωσης ελαιόλαδου, εμπορίας και προώθησης γεωργικών προϊόντων στην Αθήνα? Απαγορεύεται μία τέτοια σύμπραξη από το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού και ιδίως από την απαγόρευση συμπράξεων του άρθρου 101 παρ. 1 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής ‘ΣΛΕΕ’) και άρθρου 1 παρ. 1 του ελληνικού νόμου 3959/2011;

Κατά τα έως προσφάτως ισχύοντα, σύμπραξη που εξαλείφει τον τιμολογιακό ανταγωνισμό μεταξύ ανεξάρτητων παραγωγών ελαιόλαδου καταλαμβάνεται καταρχήν από τις απαγορεύσεις του άρθρου 101 παρ.1 ΣΛΕΕ (και άρθρου 1 παρ. 1 Ν. 3959/2011, με τις παρεκκλίσεις που αναγνωρίζονται εκ του νόμου τόσο από τους κανόνες που διέπουν ειδικά τον γεωργικό τομέα όσο και από το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού που εφαρμόζεται γενικά σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Με την αναμόρφωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής από 1/1/2014, στο πλαίσιο της αναπτυξιακής στρατηγικής ‘ΕΥΡΩΠΗ 2020’, στη γκάμα των δυνατοτήτων παρέκκλισης από τις καταρχήν απαγορεύσεις του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού, έρχονται να προστεθούν δυνάμει των άρθρων 169, 170 και 171 του Κανονισμού ΕΕ 1308/2013 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων (στο εξής ‘Κανονισμός ΚΟΑ’) οι ευεργετικές ρυθμίσεις για τις οργανώσεις παραγωγών (στο εξής ‘ΟΠ’), και τις ενώσεις οργανώσεων παραγωγών (στο εξής ‘ΕΟΠ’), αναφορικά με τη διαπραγμάτευση, εξ ονόματος των μελών τους, συμβάσεων προμήθειας των προϊόντων τους στους τομείς του ελαιόλαδου, του βοείου κρέατος και των αροτραίων καλλιεργειών (όπως μαλακό σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, σίκαλη, βρώμη κ.α που δεν προορίζονται για σπορά). Μόλις πριν δύο μήνες, τον Ιανουάριο 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενεργοποίησε τους ειδικούς κανόνες παρέκκλισης, θέτοντας σε δημόσια διαβούλευση σχέδιο Κατευθυντήριων Γραμμών (στο εξής ‘Σχέδιο ΚΓ’) για την εφαρμογή των ειδικών αυτών κανόνων, ενώ η σχετική ομιλία του Γενικού Διευθυντή της ΓΔ Ανταγωνισμού, Alexander Italianer, την προηγούμενη εβδομάδα δείχνει πως η Επιτροπή επιφυλάσσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την διαμόρφωση και μελλοντική εφαρμογή του νέου καθεστώτος.

Καταρχάς διευκρινίζουμε ότι οι ΟΠ, δηλαδή οργανώσεις που αποτελούνται από παραγωγούς συγκεκριμένου τομέα, είναι διακριτές από τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς. Η ΟΠ  είναι έννοια εισαχθείσα δυνάμει του Κανονισμού ΚΟΑ, ο οποίος ορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισής τους από τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές των Κρατών-Μελών και, κυρίως, καθορίζει  τους σκοπούς και τις ευεργετικές συνέπειες της αναγνώρισης των ΟΠ. Για παράδειγμα, στον τομέα του ελαιόλαδου, συνέπεια της αναγνώρισης μίας ΟΠ είναι η δυνατότητα συμμετοχής της σε ενωσιακά τριετή χρηματοδοτικά προγράμματα, όπως και η δυνατότητα υπαγωγής της στην ειδική παρέκκλιση από  τις διατάξεις του ελεύθερου ανταγωνισμού που εκτίθεται εδώ. Ως προς τις προϋποθέσεις αναγνώρισης, ο Κανονισμός ΚΟΑ θέτει τις βασικές αρχές, οι οποίες εξειδικεύονται από τα ενδιαφερόμενα Κράτη-Μέλη. Στην Ελλάδα, οι τομείς του ελαιόλαδου και των επιτραπέζιων ελιών διέπονται από την υπ’ αριθ. πρωτ. 5746/157266/11-12-14 Απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΦΕΚ Β’ 3351/2014), στην οποία ορίζεται ότι δικαίωμα αναγνώρισης ως ΟΠ έχουν νομικές οντότητες που αποτελούνται από εκατό (100) τουλάχιστον ελαιοπαραγωγούς μέλη και οι οποίοι καλλιεργούν συνολικά τουλάχιστον δυόμισι χιλιάδες (2.500) στρέμματα ελαιώνων, βάσει των ενιαίων δηλώσεων εκμετάλλευσης του ΟΣΔΕ του προηγούμενου ημερολογιακού έτους και δεν ανήκουν σε άλλη αναγνωρισμένη ΟΠ. Επομένως, ένας ή περισσότεροι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί ελαιοπαραγωγών, οι οποίοι εκπληρώνουν τους όρους αναγνώρισης που θέτει ο Κανονισμός ΚΟΑ και συμπληρώνει η εθνική νομοθεσία, μπορούν να αναγνωρισθούν ως ΟΠ και να τύχουν υπαγωγής στην ειδική παρέκκλιση από τις διατάξεις του ελεύθερου ανταγωνισμού.

Υπό ποιες προϋποθέσεις, όμως, και για ποιόν λόγο θεσπίζεται μία τέτοια παρέκκλιση από τις διατάξεις του ελεύθερου ανταγωνισμού, ευεργετική για ορισμένα γεωργικά προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο? Η Κοινή Γεωργική Πολιτική (στο εξής ‘ΚΓΠ’) ανέκαθεν κατείχε εξέχουσα θέση στις πολιτικές της Ένωσης και οι στόχοι της, όπως περιγράφονται στη Συνθήκη (άρθρο 39 ΣΛΕΕ), δηλαδή η αύξηση της παραγωγικότητας της γεωργίας, η εξασφάλιση ενός δίκαιου βιοτικού επιπέδου του γεωργικού πληθυσμού, η σταθεροποίηση των αγορών, η εξασφάλιση του ανεφοδιασμού και η διασφάλιση λογικών τιμών κατά την προσφορά των αγαθών στους καταναλωτές, αναγνωρίζονται στο Σχέδιο ΚΓ ως υπερέχοντες έναντι των στόχων της πολιτικής του ανταγωνισμού, σε συμφωνία με τη Συνθήκη (άρθρο 42 ΣΛΕΕ, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Οι ειδικοί κανόνες παρέκκλισης των άρθρων 169, 170 και 171 του Κανονισμού ΚΟΑ στοχεύουν ειδικότερα στην «ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος των παραγωγών στους τομείς του ελαιόλαδου, του βοείου κρέατος και των αροτραίων καλλιεργειών έναντι επιχειρήσεων που έπονται στην αλυσίδα του εφοδιασμού, ούτως ώστε να εξασφαλισθεί αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο για τους παραγωγούς και βιώσιμη ανάπτυξη της παραγωγής».

Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, η παρέκκλιση εφαρμόζεται υπό τις ακόλουθες αυστηρές προϋποθέσεις:

1. την αναγνώριση της ΟΠ/ΕΟΠ,
2. τους στόχους της ΟΠ,
3. το κριτήριο της σημαντικής βελτίωσης της απόδοσης,
4. Τις σχέσεις μεταξύ της ΟΠ και των μελών της,
5. τον καθορισμό του ανώτατου ορίου επί των ποσοτήτων των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο συμβατικών διαπραγματεύσεων,
6. υποχρεώσεις κοινοποίησης.

Ακριβώς τις προϋποθέσεις αυτές καθορίζει και εξηγεί το υπό διαβούλευση Σχέδιο ΚΓ της Επιτροπής. Συγκεκριμένα (1), η ΟΠ/ΕΟΠ πρέπει να είναι επισήμως αναγνωρισμένη από την εθνική αρχή του κάθε Κράτους-Μέλους. Όπως προαναφέρθηκε, στην Ελλάδα η αναγνώριση ΟΠ και ΕΟΠ για τους τομείς του ελαιόλαδου και των επιτραπέζιων ελιών διέπεται από την υπ’ αριθ. πρωτ. 5746/157266/11-12-14 Απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΦΕΚ Β’ 3351/2014), όπου ορίζεται ότι αρμόδιες αρχές για την αναγνώριση, την ανάκληση της αναγνώρισης των ΟΠ και των ΕΟΠ και τη διενέργεια των ελέγχων σε αυτές, ορίζονται οι Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής/Αγροτικής Οικονομίας των Περιφερειακών Ενοτήτων της Χώρας, ενώ αρμόδια αρχή για την κοινοποίηση των σχετικών με τις ΟΠ και τις ΕΟΠ στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζεται το τμήμα Ελαίας της Διεύθυνσης Παραγωγής και Αξιοποίησης Προϊόντων Δενδροκηπευτικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων..

Επιπλέον (2), για την υπαγωγή τους στο καθεστώς παρέκκλισης, οι ΟΠ πρέπει να επιδιώκουν τη συγκέντρωση της προσφοράς, τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων που παράγουν τα μέλη τους ή τη βελτιστοποίηση του κόστους παραγωγής, αν και όπως επεξηγείται στο Σχέδιο ΚΓ της Επιτροπής, ο τελευταίος στόχος της βελτιστοποίησης του κόστους παραγωγής μόνος του δεν αρκεί. Επίσης, στο Σχέδιο ΚΓ σημειώνεται ότι η αγορά προϊόντων από μη μέλη της ΟΠ δεν αποκλείεται, αλλά μόνον ως επικουρική δραστηριότητα της ΟΠ, δηλαδή εφόσον η ΟΠ αγοράζει ποσότητες οι οποίες δεν υπερβαίνουν το 25% της παραγωγής που αποτελεί αντικείμενο συμβατικών διαπραγματεύσεων σε διάστημα ενός έτους.

Ιδιαίτερη σημασία στο Σχέδιο ΚΓ δίνεται στην επεξήγηση του κριτηρίου της σημαντικής βελτίωσης της απόδοσης (3), δηλαδή ότι η ΟΠ πρέπει να προβαίνει σε ενοποίηση δραστηριοτήτων και ότι οι εν λόγω δραστηριότητες είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε σημαντική βελτίωση της απόδοσης, με αποτέλεσμα οι δραστηριότητες της ΟΠ να συνεισφέρουν συνολικά στην επίτευξη των στόχων της ΚΓΠ. Στο Σχέδιο ΚΓ παρουσιάζεται η αποκαλούμενη ‘απλουστευμένη μέθοδος’ αξιολόγησης της συμμόρφωσης προς το κριτήριο της σημαντικής βελτίωσης της απόδοσης που περιλαμβάνει έλεγχο ότι η ΟΠ εκτελεί μία τουλάχιστον από τις δραστηριότητες δυνητικής ενίσχυσης της απόδοσης που απαριθμούνται στα άρθρα 169, 170  και 171 του Κανονισμού ΚΟΑ και ότι οι δραστηριότητες αυτές είναι σημαντικές ως προς τον όγκο ή την ποσότητα του σχετικού προϊόντος και ως προς το κόστος της παραγωγής και της διάθεσης του προϊόντος στην αγορά. Η λίστα των δραστηριοτήτων περιλαμβάνει τις:

  • (i) κοινή διάθεση, κοινή οργάνωση πώλησης ή κοινή μεταφορά,
  • (ii) κοινή συσκευασία, επισήμανση ή προώθηση (οι πρώτες δύο δραστηριότητες αφορούν μόνο τον τομέα του ελαιόλαδου),
  • (iii) κοινή οργάνωση του ποιοτικού ελέγχου,
  • (iv) κοινή χρήση εξοπλισμού ή εγκαταστάσεων αποθήκευσης,
  • (ν) κοινή μεταποίηση (η εν λόγω δραστηριότητα αφορά μόνο τον τομέα του ελαιόλαδου),
  • (vi) κοινή διαχείριση των αποβλήτων που σχετίζονται άμεσα με την παραγωγή του προϊόντος (η εν λόγω δραστηριότητα αφορά μόνο τους τομείς του ελαιόλαδου και του βοείου κρέατος), και
  • (vii) κοινή ανάθεση της προμήθειας των εισροών.

Σε περίπτωση που δεν συντρέχουν οι ως άνω όροι εφαρμογής της ‘απλουστευμένης μεθόδου’ αξιολόγησης, το Σχέδιο ΚΓ αναφέρεται στην ‘εναλλακτική μέθοδο’ αξιολόγησης της συμμόρφωσης προς το κριτήριο της σημαντικής βελτίωσης, που συνιστά μία κατά περίπτωση αξιολόγηση της εκάστοτε (εκτός λίστας) δραστηριότητας, λ.χ. υπηρεσιών χρηματοδοτικής στήριξης ή, εφόσον πρόκειται για νέα ΟΠ που δεν έχει ακόμη αρχίσει την εκτέλεση δραστηριοτήτων ενίσχυσης της απόδοσης, αξιολόγησης και των χρηματοδοτικών δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η ΟΠ για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων.

Όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ της ΟΠ και των παραγωγών μελών της (4), η υπαγωγή στην παρέκκλιση προϋποθέτει ότι  οι σχετικοί παραγωγοί δεν πρέπει να είναι μέλη άλλης ΟΠ που επίσης διαπραγματεύεται τέτοιου είδους συμβάσεις εξ ονόματός τους, καθώς και ότι οι διαπραγματεύσεις εκ μέρους της ΟΠ μπορούν να διεξάγονται υπό την προϋπόθεση ότι το σχετικό προϊόν δεν καλύπτεται από υποχρέωση προσφοράς που προκύπτει από τη συμμετοχή του παραγωγού σε συνεταιρισμό, ο οποίος δεν είναι μέλος της οικείας ΟΠ. Εντούτοις, η μεταβίβαση ή μη της κυριότητας του σχετικού προϊόντος ή των σχετικών προϊόντων από τους παραγωγούς στην ΟΠ, είναι νομικά αδιάφορη για την υπαγωγή στην παρέκκλιση.

Ως προς τους ποσοτικούς περιορισμού που τίθενται (5), η ποσότητα του προϊόντος που καλύπτεται από τις συμβατικές διαπραγματεύσεις μιας συγκεκριμένης ΟΠ και παράγεται στο εκάστοτε κράτος μέλος δεν πρέπει να υπερβαίνει το 15% της συνολικής εθνικής παραγωγής στις περιπτώσεις του βοείου κρέατος και των αροτραίων καλλιεργειών, και το 20 % της συνολικής εθνικής παραγωγής στην περίπτωση του ελαιόλαδου, που διακρίνεται σε ελαιόλαδο ανθρώπινης κατανάλωσης και ελαιόλαδο για άλλες χρήσεις. Το Σχέδιο ΚΓ περιέχει μάλιστα ορισμό της σχετικής αγοράς χονδρικής πώλησης εκάστης κατηγορίας ελαιόλαδου για τον προσδιορισμό του ανώτατου ορίου του μεριδίου αγοράς σε: ελαιόλαδο που προορίζεται για εμπόρους λιανικής, ελαιόλαδο που προορίζεται για βιομηχανικούς πελάτες και ελαιόλαδο που προορίζεται για πελάτες στον τομέα των υπηρεσιών ξενοδοχείων και εστιατορίων.

Τέλος (6) υφίσταται υποχρέωση κοινοποίησης εκ μέρους της ΟΠ  στις αρμόδιες αρχές του Kράτους Mέλους στο οποίο ασκεί τις δραστηριότητές της την ποσότητα της παραγωγής των σχετικών προϊόντων που καλύπτεται από τις διαπραγματεύσεις που διεξάγει εξ ονόματος των μελών της.

Σημειώνουμε ότι το νέο καθεστώς παρέκκλισης επιφυλάσσει για τις Εθνικές Αρχές Ανταγωνισμού των Κρατών Μελών την εξουσία, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής στην παρέκκλιση, σε μεμονωμένες περιπτώσεις, είτε να ζητήσουν να ανοίξει εκ νέου μια συγκεκριμένη διαπραγμάτευση είτε να μην επιτρέψουν καθόλου τη διεξαγωγή διαπραγμάτευσης από την ΟΠ. Ειδικά για το ελαιόλαδο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας, κάτι τέτοιο μπορεί να αποφασιστεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού εφόσον το κρίνει αναγκαίο για την αποφυγή του αποκλεισμού του ανταγωνισμού ή  εάν κρίνει ότι κινδυνεύει η επίτευξη των στόχων της ΚΓΠ. 
Σε κάθε περίπτωση, υπενθυμίζεται ότι αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής στο ειδικό καθεστώς παρέκκλισης (δηλαδή υπαγωγής στο ‘ασφαλές λιμάνι’ του Κανονισμού ΕΕ 1308/2013), υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι διασφάλισης της συμβατότητας των συμφωνιών που σχετίζονται με συμβατικές διαπραγματεύσεις με τις διατάξεις τους ελεύθερου ανταγωνισμού. Μάλιστα, στο Σχέδιο ΚΓ, υπάρχει διεξοδική αναφορά αφενός στην γενική παρέκκλιση δυνάμει του άρθρου 209 του Κανονισμού ΚΟΑ που αφορά τις ενώσεις γεωργών και αφετέρου στις παρεκκλίσεις δυνάμει του Κανονισμού 1218/2010 που αφορά την απαλλαγή κατά κατηγορίες συμφωνιών για την εξειδίκευση ή δυνάμει των  άρθρων 101 παρ. 3 ΣΛΕΕ και 1 παρ.3 Ν. 3959/2011.

Εν κατακλείδι, το νέο καθεστώς ειδικής παρέκκλισης από τις καταρχήν απαγορεύσεις των διατάξεων του ελεύθερου ανταγωνισμού για τις τρεις κατηγορίες γεωργικών ειδών παρουσιάζει ευλόγως ως προς το ελαιόλαδο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας και θα μπορούσε, βάσει μίας λελογισμένης εφαρμογής του, πράγματι να προσφέρει σημαντική ενίσχυση και πλεονεκτήματα στους ελαιοπαραγωγούς, χωρίς να παραβλάπτεται ο ανταγωνισμός και τα οφέλη που φέρει στον τελικό καταναλωτή.  Η δημόσια διαβούλευση εκ μέρους της Επιτροπής θα διαρκέσει μέχρι τις 5 Μαΐου 2015 και η συνέχεια αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΔΡΑΚΑΚΑΚΗΣ – ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΠΡΙΣΙΜΗ – Δικηγόροι-μέλη της δικηγορικής εταιρείας ΚΟΥΤΑΛΙΔΗ

Ολόκληρο το άρθρο στη «Ναυτεμπορική»