Από την έντυπη έκδοση
Το κενό ουσιαστικής πληροφόρησης για τις διεξαγόμενες συνομιλίες στις Βρυξέλλες, μεταξύ τριών Ελλήνων υπουργών και των εκπροσώπων των εταίρων-πιστωτών της χώρας, τείνει να ενισχύσει και να επιβεβαιώσει τις εκτιμήσεις ότι η κυβέρνηση έχει αναγάγει το εφεύρημα της διαπραγμάτευσης και των «εντατικών συζητήσεων» σε κανόνα διαχείρισης κι ελέγχου των εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων.
Στη βελγική πρωτεύουσα ουδείς αναφέρεται στην πρόοδο και την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων, οι οποίες είναι προγραμματισμένο να ολοκληρωθούν απόψε, και στην Αθήνα ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης επιρρίπτει την ευθύνη για την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης στους εταίρους και το ΔΝΤ. Την ίδια ώρα διεκδικεί την πατρότητα της διεξαγόμενης στις Βρυξέλλες διαδικασίας, εύχεται την επιτυχή κατάληξή της, αναγνωρίζει την αναγκαιότητα να συνομολογηθεί τεχνική συμφωνία πριν από την εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ, το τρίτο δεκαήμερο Απριλίου, και αν και διαβεβαιώνει πως η κυβερνητική πλειοψηφία αρκεί για την έγκριση των μέτρων από τη Βουλή, καλεί ταυτοχρόνως «το Ταμείο ή όποιον άλλον» να θέσει ευθέως ζήτημα δέσμευσης και της αντιπολίτευσης.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ν.Δ. αποσαφήνισε και χθες πως δεν θα ψηφίσει τη συμφωνία στην οποία θα καταλήξει η κυβέρνηση, διαβεβαιώνοντας όμως ότι θα τηρήσει τα συμπεφωνημένα, σεβόμενη την κρατική συνέχεια.
Πλέον αναλυτικός για την τακτική της κυβέρνησης, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος εκτιμά ότι διαπραγματεύεται 4ο μνημόνιο «με δεσμεύσεις και όρους, αλλά χωρίς δάνειο», επιμένει πως η περιδίνηση της χώρας και η παράταση της εκκρεμότητας «είναι όρος πολιτικής ύπαρξης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ» και τονίζει ότι δεν είναι και ποτέ δεν ήταν -ούτε και το 2011- απαραίτητη η συναίνεση της αντιπολίτευσης.
Το Brussels Group
Απόψε είναι προγραμματισμένη να ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση σε επίπεδο Brussels Group, με βασικό ζητούμενο να ανοίξει ο δρόμος για την επίτευξη τεχνικής συμφωνίας μέχρι το Eurogroup της 7ης Απριλίου. Μέχρι και χθες, όλοι οι εμπλεκόμενοι είχαν αποφασίσει να κρατήσουν τη στρόφιγγα της ενημέρωσης κλειστή, τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρωθούν οι συζητήσεις στη βελγική πρωτεύουσα. Η «σιγή ασυρμάτου» κρίθηκε επιβεβλημένη προκειμένου οι διαπραγματεύσεις να κυλήσουν γρηγορότερα και να βρεθούν σημεία επαφής στα βασικά ανοικτά ζητήματα, που είναι το εργασιακό, το ασφαλιστικό και το ενεργειακό.
Τα χρονικά περιθώρια μέχρι το Eurogroup της 7ης Απριλίου είναι εξαιρετικά περιορισμένα. Ωστόσο, όπως εκτιμούσαν κυβερνητικά στελέχη, ο χρόνος μπορεί να αποδειχτεί αρκετός εφόσον ο κύκλος των επαφών στις Βρυξέλλες κλείσει με μια αρχική «πολιτική συμφωνία» επί των βασικών θεμάτων που χωρίζουν τις δύο πλευρές.
Η προσθήκη Γ. Σταθάκη
Η ατζέντα, μετά και την προσθήκη του υπουργού Περιβάλλοντος Γιώργου Σταθάκη στην ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, διευρύνθηκε περιλαμβάνοντας πλέον και το ανοικτό θέμα των ενεργειακών. Κυβερνητικές πηγές που έχουν γνώση των διαπραγματεύσεων δεν κρύβουν ότι η διεύρυνση της ατζέντας εντάσσεται στη λογική των αμοιβαίων υποχωρήσεων που θα χρειαστούν προκειμένου να συγκλίνουν όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές. Για παράδειγμα, επισημαίνουν, η ελληνική πλευρά μπορεί να κάνει πίσω στις βασικές διεκδικήσεις της στα ενεργειακά και να ανοίξει ο δρόμος για την πώληση παραγωγικών μονάδων της ΔΕΗ.
Την ίδια στιγμή όμως μπορεί να εξασφαλίσει τη βασική διεκδίκησή της στο ασφαλιστικό, που είναι η περικοπή των συντάξεων να μη γίνει εφάπαξ το 2020, αλλά σε τρεις ετήσιες δόσεις, ώστε να μην υπάρξει απότομη μείωση του εισοδήματος σε εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους. Με δεδομένη την απαίτηση η συνταξιοδοτική δαπάνη να μειωθεί κατά 1% του ΑΕΠ το 2020 -και δεδομένου ότι το ΑΕΠ του συγκεκριμένου έτους θα έχει ξεπεράσει τα 200 δισ. ευρώ-, η αναγκαία προσαρμογή στη δαπάνη θα είναι τουλάχιστον δύο δισ. ευρώ, κάτι που θα οδηγήσει σε περιορισμό των συντάξεων άνω του 10%, ειδικά αν αποφασιστεί ο «κόφτης» να αφορά μόνο όσους εισπράττουν σύνταξη άνω των 700 ευρώ μηνιαίως.
Όπως έχει τονίσει κατ’ επανάληψη ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, η τεχνική συμφωνία, που είναι και το πρώτο ζητούμενο σε αυτή τη φάση, δεν περιλαμβάνει τα μέτρα για την περίοδο μετά το 2019, είτε αυτά είναι τα θετικά είτε είναι αρνητικά. Ωστόσο, μέτρα και αντίμετρα αποτελούν το βασικό «μενού» των διαβουλεύσεων στις Βρυξέλλες, καθώς εκεί εντοπίζονται και τα μεγαλύτερα εμπόδια για το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης.
Όσον αφορά στα εργασιακά, η πολιτική συζήτηση συνίσταται στο αν θα εφαρμοστούν ή όχι οι βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές, όπως αναφέρεται ρητά και στο μνημόνιο. Και σε αυτό το μέτωπο αναμένονται αμοιβαίες υποχωρήσεις. Πιθανή θεωρείται η αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων όχι στο 10% που θέλουν οι θεσμοί (από 5% που είναι σήμερα), αλλά σε ένα ενδιάμεσο ποσοστό, της τάξεως του 7%.
Η ευθύνη στους δανειστές
Mετερχόμενος την πάγια κυβερνητική επιχειρηματολογία, ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης Δημήτρης Τζανακόπουλος επέρριψε την ευθύνη της παρατεταμένης εκκρεμότητας στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης «στους δανειστές και το ΔΝΤ», υποστηρίζοντας πως «η ελληνική κυβέρνηση κάνει ό,τι είναι δυνατόν για την επίτευξη μιας βιώσιμης συνολικής συμφωνίας».
Ο κ. Τζανακόπουλος υποστήριξε ότι «οι εντατικές συζητήσεις που διεξάγονται στις Βρυξέλλες» είναι αποτέλεσμα πρωτοβουλίας της κυβέρνησης, «που έγινε αποδεκτή», ενώ εξέφρασε την ελπίδα του ότι «αυτή η πρωτοβουλία θα επιταχύνει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και θα τερματίσει την πρακτική της άσκοπης κωλυσιεργίας». Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επισήμανε πως «είναι αναγκαίο πριν από την εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ (20-21 Απριλίου) να υπάρξει τεχνική συμφωνία και συμφωνία για το δημοσιονομικό μίγμα του 2019 και από εκεί και πέρα να ανοίξει η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και τα πρωτογενή πλεονάσματα, που πλέον θα φέρει και τη Γερμανία προ των δικών της ευθυνών».
Κατά τον ίδιο, στην εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ, «και το Ταμείο οφείλει να πάρει τις τελικές του αποφάσεις για τον τρόπο συμμετοχής του στο ελληνικό πρόγραμμα», καθώς «δεν υπάρχει η δυνατότητα για περαιτέρω καθυστερήσεις και το ΔΝΤ πρέπει να το κατανοήσει αυτό. Εκείνοι μπορεί να έχουν σκοπό να περιμένουν περισσότερο, όμως ούτε η Ευρώπη ούτε η Ελλάδα μπορεί να περιμένει διαρκώς τις τελικές αποφάσεις του Ταμείου. Υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας αυτή τη στιγμή και πρέπει να το αξιοποιήσουμε με πολύ μεγάλη σωφροσύνη, έτσι ώστε να καταλήξουμε σε μια τελική συμφωνία ει δυνατόν και εντός του Απριλίου». Απαντώντας σε ερωτήσεις, ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι δεν έχει τεθεί στο τραπέζι ζήτημα αυξημένης πλειοψηφίας ή δέσμευσης της αντιπολίτευσης για τα μέτρα.
Τον Απρίλιο να φτάσουμε σε λύση…
«Το δίλημμα είναι σαφές ή θα επανακτήσουμε το κοινωνικό συμβόλαιο και το κοινωνικό κεκτημένο ή θα παραμείνουμε σε ρατσιστικά συνθήματα που δυστυχώς ακούγονται και από επίσημα χείλη» σημείωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, υποδεχόμενος χθες το βράδυ στο Μέγαρο Μαξίμου, τον αντικαγκελάριο και υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
«Η Ελλάδα επιλέγει την πρώτη κατηγορία και είναι αποφασισμένη να δουλέψει γι’ αυτό» συμπλήρωσε ο κ. Τσίπρας. Ο κ. Γκάμπριελ αναφέρθηκε στις διαπραγματεύσεις για το ελληνικό πρόγραμμα, τόνισε πως πρόκειται για δύσκολες αποφάσεις, σημείωσε ότι «πρέπει να δουλέψουμε όλοι, ώστε τον Απρίλιο να φτάσουμε σε λύση… Δεν θέλουμε να έχουμε μια ιστορία χωρίς τέλος». Επισήμανε δε πως «δεν πρέπει να διαιρεθεί η Ε.Ε., πρέπει να μείνει ενωμένη. Γιατί ακόμα και η Γερμανία που έχει δυνατή φωνή δεν θα ακούγεται και δεν θα μπορεί να αντιμετωπίσει οικονομίες όπως η Κίνα, οι ΗΠΑ και η Ρωσία».