Skip to main content

Η παγκόσμια οικονομία σε τεχνητό κώμα. Και τώρα τι;

Της Νατάσας Στασινού
[email protected]

Η νέα αυτή κρίση που ζούμε ξυπνάει σε οικονομολόγους και αγορές μνήμες από την παγκόσμια πιστωτική ασφυξία του 2008, τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, το κραχ του 1987 και την Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του ’30. Αλλά όλοι αντιλαμβάνονται ότι είναι πολύ διαφορετική. Έχουμε ένα διπλό σοκ προσφοράς και ζήτησης. Έχουμε επίσης και διάφορα δοκιμασμένα και πειραματικά «φάρμακα» στη διάθεσή μας, που όμως δεν μπορούν να αποδώσουν όπως σε κρίσεις του παρελθόντος.

Η παγκόσμια οικονομία, όπως σχολιάζουν ειδικοί, έχει μπει σε «τεχνητό κώμα», αφού η μία μετά την άλλη οι χώρες κλείνουν σύνορα, βάζουν προσωρινό λουκέτο σε καταστήματα, αναστέλλουν δραστηριότητες, που απαιτούν συνάθροιση ατόμων, θέτουν εκατομμύρια πολίτες σε καραντίνα. Το οικονομικό κόστος είναι τεράστιο. Αλλά τα μέτρα αυτά είναι απολύτως αναγκαία και η τήρησή τους σωτήρια. Κυβερνήσεις, επιχειρήσεις, κοινωνία αντιλαμβάνονται πως δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από την δημόσια υγεία. Αυτό δεν σημαίνει πως έως τότε ο «ασθενής», ακόμη και σε κώμα, δεν χρειάζεται τονωτικές ενέσεις. Σημαίνει όμως ότι αυτές δεν είναι οι συνήθεις «ενέσεις ρευστότητας» των κεντρικών τραπεζών. Σε καθεστώς πανικού η νομισματική πολιτική ή ακόμη και ορισμένα εργαλεία δημοσιονομικής δεν μπορούν να αποδώσουν και θα εξηγήσουμε παρακάτω το γιατί.

Η προσοχή στρέφεται πρωτίστως στους κλάδους που έχουν να κάνουν με τουρισμό και μεταφορές, αφού το πλήγμα είναι πιο άμεσο. Τα καμπανάκια για «κύμα χρεοκοπιών» στις αεροπορικές έχουν ήδη χτυπήσει και οι κυβερνήσεις δηλώνουν έτοιμες να προσφέρουν στηρίγματα για να το αποτρέψουν. Στις ΗΠΑ ήδη εξετάζεται ένα σχέδιο βοήθειας 50 δισ. δολαρίων, με το  ποσό να είναι τρεις φορές υψηλότερο από εκείνο που χορηγήθηκε το 2001 στον απόηχο των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου. Παρίσι, Βερολίνο και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες καταρτίζουν επίσης τα δικά τους σχέδια διάσωσης.

Για το σύνολο της οικονομίας τι γίνεται; Οι Βρυξέλλες και οι Ευρωπαίοι ηγέτες χρειάστηκε να έρθουν αντιμέτωπες με τον Covid19 για να δεσμευθούν να κάνουν «ό,τι χρειαστεί», που είχε πει ο Μάριο Ντράγκι της ΕΚΤ το 2012. Χρειάστηκε να έρθουν αντιμέτωποι με συνθήκες «ανάλογες πολέμου», όπως ομολόγησαν, για να αποδεχθούν την ανάγκη της πραγματικής ευελιξίας. Αλλά δεν μας έχουν πει ακόμη ξεκάθαρα τι ακριβώς σημαίνει η δέσμευσή τους αυτή.  Δεν είναι εύκολο να αποφασιστεί η κατάλληλη θεραπεία.

Ακόμη και εάν δώσεις σήμερα στους καταναλωτές στο χέρι χρήματα, το πιθανότερο είναι ότι σε τέτοιες συνθήκες εκρηκτικής αβεβαιότητας δεν θα τα δαπανήσουν. Θα τα κρατήσουν για τις «δύσκολες ώρες», που βλέπουν να έρχονται. Οι απαλλαγές και οι διευκολύνσεις σε επιχειρήσεις είναι ένα μέτρο, που μπορεί να αποδώσει. Αλλά και αυτό για να διασφαλίσει την επιβίωσή τους και τη διατήρηση , όχι την ανάπτυξή τους. Αυτή η μάχη θα δοθεί σε δεύτερη φάση.

Τώρα καταρχήν έχουμε μία μεγάλη απειλή για την εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά και για κάθε είδους λειτουργίας. Κάποιες επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα τηλεργασίας (και αυτό είναι μία ευκαιρία που πρέπει να αξιοποιηθεί στο έπακρο), άλλες όχι. Κάποιες συνεχίζουν έστω και με εμπόδια, άλλες «παγώνουν» για λίγο.

Στις κρίσεις του παρελθόντος τα όπλα της νομισματικής πολιτικής ήταν καίριας σημασίας. Το σκεπτικό ήταν απλό και σε μεγάλο βαθμό λειτουργούσε και στην πράξη. Η μείωση των επιτοκίων θα ενθάρρυνε επιχειρήσεις και καταναλωτές να δανειστούν χρήματα. Αυτό με τη σειρά του θα οδηγούσε σε αύξηση κατανάλωσης, προσλήψεις, αλλά και επενδύσεις σε εξοπλισμό- έρευνα-  καινοτομία και κατά συνέπεια αισθητά βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης. Η ποσοτική χαλάρωση λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο. Με τις αγορές κρατικών και άλλων ομολόγων οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν το κόστος δανεισμού στις αγορές. Και πάλι ο στόχος είναι να αντλήσουν περισσότερα χρήματα τράπεζες και επιχειρήσεις για να τα ρίξουν στην πραγματική οικονομία. Αυτό τώρα είναι κάθε άλλο παρά δεδομένο ότι θα γίνει.

Σήμερα δεν έχουμε να κάνουμε με μία οικονομία από την  οποία λείπει το φθηνό χρήμα. Έχουμε να κάνουμε με μία οικονομία στην οποία κανείς δεν μπορεί ή δεν έχει διάθεση να ρίξει το χρήμα, που διαθέτει. Η αναγκαστική καραντίνα και κυρίως ο φόβος του άγνωστου και ο πανικός είναι ο μεγάλος «ιός» για αγορές και ΑΕΠ.

Το κατάλληλο φάρμακο θα είναι αυτό που θα επαναφέρει την ηρεμία. Οι κυβερνήσεις καλούνται να χορηγήσουν γερές δόσεις ψυχραιμίας και κατά το δυνατόν αισιοδοξίας. Αυτό δεν μπορεί να το πετύχει καμία μόνη της. Το «ό,τι χρειαστεί» πρέπει να είναι σε απόλυτο συντονισμό. Η Ευρώπη εμφανίστηκε διχασμένη, με πολυφωνία, αμηχανία, αργά αντανακλαστικά και αδυναμία συντονισμού σε πολλές κρίσεις τα τελευταία χρόνια. Αυτή η μεγάλη κρίση είναι και η μεγάλη της ευκαιρία να δράσει με μία φωνή και κοινό, αποφασιστικό βηματισμό.