Από την έντυπη έκδοση
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Επιστημονική ομάδα της ARTION
με την καθοδήγηση του Γιώργου Δαλιάνη www.artion.gr
Πίστωση φόρου αλλοδαπής
Εάν κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους ένας φορολογούμενος που έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα αποκτά εισόδημα στην αλλοδαπή, ο καταβλητέος φόρος εισοδήματος του εν λόγω φορολογούμενου, όσον αφορά στο εν λόγω εισόδημα, μειώνεται κατά το ποσό του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για αυτό το εισόδημα. Η καταβολή του ποσού του φόρου στην αλλοδαπή αποδεικνύεται με τα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
Η μείωση του φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τα ανωτέρω δεν δύναται, όμως, να υπερβαίνει το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα.
Περαιτέρω, για όλες τις περιπτώσεις και όλες τις κατηγορίες εισοδημάτων που ζητείται πίστωση φόρου αλλοδαπής προέλευσης, η καταβολή ή η παρακράτηση του ποσού του φόρου στην αλλοδαπή αποδεικνύεται με τα δικαιολογητικά έγγραφα που ορίστηκαν στην ΠΟΛ. 1026/22.01.2014 Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. (ΦΕΚ 170Β’).
Για τις χώρες με τις οποίες υπάρχει Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδήματος (Σ.Α.Δ.Φ.), απαιτείται βεβαίωση της αρμόδιας φορολογικής αρχής, από την οποία να προκύπτει ο φόρος που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή (με apostille ή προξενική θεώρηση, ανάλογα εάν η Χώρα έχει υπογράψει την Σύμβαση της για τη σφραγίδα της Χάγης ή όχι).
Σε περίπτωση παρακράτησης φόρου από νομικό ή φυσικό πρόσωπο, απαιτείται βεβαίωση από το πρόσωπο αυτό, θεωρημένη από την αρμόδια φορολογική αρχή, ή βεβαίωση Ορκωτού Ελεγκτή.
Στην περίπτωση που ο φόρος αλλοδαπής έχει καταβληθεί σε άλλο νόμισμα πέραν του ευρώ (π.χ. σε λίρες Αγγλίας), για τις ανάγκες της πίστωσης του φόρου αλλοδαπής λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία ευρώ και ξένου νομίσματος, όπως αυτή προκύπτει κατά την ημερομηνία καταβολής του φόρου στην αλλοδαπή που αναγράφεται στη σχετική βεβαίωση της αρμόδιας φορολογικής αρχής ή Ορκωτού Ελεγκτή.
Συναλλαγές μεταξύ συγγενικών προσώπων
Όπως έχουμε τονίσει και στην αρθρογραφία μας, ο φορολογικός έλεγχος μπορεί να χαρακτηρίσει ως δωρεά ολικά ή μερικά κάθε παραχώρηση περιουσίας που γίνεται εικονικά με τον τύπο της σύμβασης με αντάλλαγμα, αλλά υποκρύπτει δωρεά. Ειδικά για τις παροχές χρηματικών ποσών διευκρινίζεται ότι το βάρος της απόδειξης της χωρίς αντάλλαγμα παροχής για την οποία δεν καταρτίστηκε έγγραφο το φέρει η φορολογική αρχή. Σε κάθε περίπτωση είναι δυνατή η συναγωγή τεκμηρίου δωρεάς από την αρμόδια αρχή, εφόσον μπορεί να αποκλείσει αιτιολογημένα την απόρριψη της πηγής των χρημάτων/φύσης συναλλαγής που επικαλείται ο ελεγχόμενος, όταν τα πρόσωπα (ο πάροχος και ο λήπτης) συνδέονται μεταξύ τους με ιδιαίτερο συγκεκριμένο συγγενικό δεσμό και μπορεί να διαπιστωθεί ότι η οικονομική κατάσταση του προσώπου που θεωρείται δωρητής του επέτρεπε να κάνει δωρεά που υποστηρίζεται ότι έγινε (βλ. ενδεικτικά ΔΕΔ 825/2019).
Στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, η φορολογική αρχή δύναται να επιβάλει φόρο δωρεάς.
Σχετικώς εκδόθηκε πρόσφατα και η υπ’ αριθ. 2475/2019 απόφαση ΔΕΔ, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η ενδικοφανής προσφυγή και κρίθηκε ότι η επιβολή φόρου δωρεάς προϋποθέτει «αληθή» και όχι «κατά το φαινόμενο μόνον» απόκτηση περιουσιακών στοιχείων και ταυτοχρόνως, τον αιτιολογημένο αποκλεισμό της περίπτωσης μέρος του χρηματικού ποσού να προέρχεται είτε από εισοδήματα της φορολογουμένου είτε από μεταφορές χρηματικών ποσών στο πλαίσιο της εκπλήρωσης των οικογενειακών υποχρεώσεων και της αντιμετώπισης των ημερήσιων αναγκών και περιστάσεων.
Δημοφιλή ερωτήματα
Οι δεδουλευμένοι τόκοι δανείου εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης, ανεξάρτητα εάν το δάνειο έχει ληφθεί από ημεδαπή ή αλλοδαπή τράπεζα. Οι τόκοι υπερημερίας που προέρχονται από καθυστέρηση οφειλής δανείου ή πίστωσης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εφόσον το δάνειο χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες της επιχείρησης, καθόσον στις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. δεν γίνεται διάκριση ως προς το είδος των τόκων (συμβατικοί ή υπερημερίας).