Η αρχή έγινε προ ημερών με μία κοινή διακύρηξη εκατό οικονομολόγων- μεταξύ αυτών ο Γάλλος Τομά Πικετί και ο πρώην Επίτροπος Βίκτορ Λάζλο από την Ουγγαρία- στην οποία καλείται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να διαγράψει το δημόσιο χρέος που η ίδια έχει διακρατήσει από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων στην ευρωζώνη (PEPP). Η συνέχεια αναμένεται στις Βρυξέλλες, καθώς ο Ιταλός πρόεδρος της Ευρωβουλής Νταβίντ Σασόλι δηλώνει ανοιχτά ότι υποστηρίζει την πρωτοβουλία για διαγραφή χρέους, ενώ το ζήτημα θέτουν επιτακτικά και πολλοί ευρωβουλευτές, ιδιαίτερα από τον χώρο της Αριστεράς, αλλά και της σοσιαλιστικής ομάδας. Αντίθετη δηλώνει ωστόσο η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ.
Ο Έλληνας αντιπρόεδρος της Ευρωβουλής και ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης κάνει λόγο για μία ανάγκη «να συζητήσουμε και να οργανωθούν αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης όσο διαρκεί η αναστολή του», καθώς το δημόσιο χρέος στην ευρωζώνη ήδη υπερβαίνει το 100% του ΑΕΠ. Όσο για το πρόσθετο «κορωνοχρέος» ο Έλληνας ευρωβουλευτής λέει ότι «πρέπει να ρυθμιστεί. Είτε με μία μετακύληση στο μέλλον, είτε με μια σχεδιασμένη σε ευρωπαϊκό επίπεδο ελάφρυνση, είτε– όπως ζητούν οι εκατό οικονομολόγοι- με τη διαγραφή, ολική ή μερική, του κορωνοχρέους, που δημιουργήθηκε με τη σωστή αύξηση των δαπανών στη διάρκεια της πανδημίας. Από αυτό το χρέος των κρατών-μελών το 25% βρίσκεται στην ΕΚΤ και είναι συνέπεια της σωστής πρωτοβουλίας της Φρανκφούρτης να προχωρήσει στο πρόγραμμα αγοράς ενεργητικού».
Το φρένο Λαγκάρντ και ο «ελέφαντας στο δωμάτιο»
Ακροθιγώς συζητήθηκε το θέμα στην Ολομέλεια της Ευρωβουλής την προηγούμενη εβδομάδα, με αφορμή τον ετήσιο απολογισμό πεπραγμένων της ΕΚΤ. Προηγουμένως η Κριστίν Λαγκάρντ είχε φροντίσει να βάλει «πάγο», επισημαίνοντας, σε συνέντευξή της στη γαλλική εφημερίδα Journal du Dimanche, ότι μία διαγραφή χρέους είναι «αδιανόητη» και δεν συνάδει με τις ευρωπαϊκές συνθήκες που απαγορεύουν τη χρηματοδότηση κρατών μέσω της νομισματικής πολιτικής. Όλα αυτά δεν εμπόδισαν κάποιους ευρωβουλευτές να επιμείνουν, χωρίς να λάβουν απάντηση. Παράδειγμα, ο Ιταλός Φάμπιο Καστάλντο από τα Πέντε Αστέρια, κόμμα με ισχυρή παρουσία στη νέα κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι.
«Σταθερότητα των τιμών, ψηφιοποίηση της οικονομίας, κλιματική αλλαγή- σε όλες αυτές τις προκλήσεις περιμένουμε απαντήσεις» δηλώνει ο Ιταλός ευρωβουλευτής. «Αλλά δεν μπορούμε να τα επιτύχουμε όλα αυτά, αν προηγουμένως δεν δούμε τον ‘ελέφαντα στο δωμάτιο’, δηλαδή το τεράστιο χρέος που συσσωρεύουν τα κράτη-μέλη σε εποχές πανδημίας. Εκατό επιφανείς οικονομολόγοι, σε κοινή επιστολή τους, έχουν ζητήσει τη διαγραφή χρέους που έχει στα χέρια της η ΕΚΤ, προκειμένου να τεθούν τα θεμέλια για μία βιώσιμη ανάπτυξη. Αν όχι τώρα, πότε θα γίνει αυτό;»
Ο αντίλογος των «μεταρρυθμίσεων»
Αρχικά η παρέμβαση της Φρανκφούρτης στην αγορά ομολόγων είχε προκαλέσει επικρίσεις από θιασώτες της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που υπενθύμιζαν ότι η ΕΚΤ, με βάση το καταστατικό της, πρέπει να εστιάσει στη σταθερότητα των τιμών και όχι στην έμμεση χρηματοδότηση κρατικού χρέους. Προσπαθώντας να τηρήσει ισορροπίες η ίδια η Κριστίν Λαγκάρντ εξηγεί- και το επανέλαβε προ ημερών στο Ευρωκοινοβούλιο- ότι οι αγορές ομολόγων αποτελούν μέρος της προσπάθειας που καταβάλλει η Φρανκφούρτη να αποτρέψει τις συνέπειες της πανδημίας στην άνοδο του πληθωρισμού, άρα καλύπτεται πλήρως από το καταστατικό της.
Σήμερα πολλοί εκτιμούν ότι το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ήταν μία καλή επιλογή, αλλά δεν αρκεί. Ποιο είναι όμως το επόμενο βήμα; Ο Γερμανός χριστιανοδημοκράτης Σβεν Σίμον επαναφέρει το πάγιο αίτημα για «μεταρρυθμίσεις» στα κράτη-μέλη. Όπως δηλώνει χαρακτηριστικά «με το πρόγραμμα PEPP η ΕΚΤ πέτυχε σε εποχές πανδημίας αυτό που δεν είχε συμβεί στην δημοσιονομική κρίση του 2009, δηλαδή να μην αποκοπεί από τις αγορές καμία χώρα της ευρωζώνης. Είναι μία επιτυχία της ΕΚΤ. Ωστόσο η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν αρκεί για μία βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη. Χρειάζονται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στα κράτη-μέλη, τα οποία σήμερα πολλές φορές επαναπαύονται στην επεκτατική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ».
Υπό το βάρος του ρεαλισμού…
Από την πλευρά του ο Δημήτρης Παπαδημούλης αντιτείνει ότι όταν είχε τεθεί για πρώτη φορά το αίτημα για μεταβιβαστικές πληρωμές και έκδοση κοινού χρέους υπήρχαν και πάλι αντιδράσεις, οι οποίες οδήγησαν απλώς στην καθυστερημένη εφαρμογή των προτάσεων αυτών. Όπως και σε εκείνη τη συγκυρία, έτσι και σήμερα το «κλειδί» θα είναι η στάση της Γερμανίας, εκτιμά ο Έλληνας αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: «Όπως η Γερμανία έκανε μία θετική μετακίνηση στο Ταμείο Ανάκαμψης ή στην αναστολή του συμφώνου σταθερότητας, έτσι και τώρα θα πρέπει να δείξει ρεαλισμό και όχι τον δογματισμό και την εγωϊστική συμπεριφορά του (Ολλανδού πρωθυπουργού) κ. Ρούτε. ‘Αλλωστε το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον συνδέεται άρρηκτα με το συμφέρον της γερμανικής οικονομίας. Το δημόσιο χρέος είναι σε όλη την ευρωζώνη πάνω από 100%, στην Ελλάδα 208%, αλλά δεν μιλάμε πια για μία ελληνική περίπτωση. Στην Ιταλία υπερβαίνει το 160% και ανέλαβε ο Ντράγκι, στη Γαλλία υπερβαίνει το 135%. Άρα εδώ χρειάζεται εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης και αλληλεγγύης, με έξυπνες και ρεαλιστικές λύσεις».