«Όχι ειδικές συμφωνίες». Οι προτροπές της επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, προς τη Γερμανία και τους άλλους πιστωτές της Ελλάδας είναι σαφείς. Η μικρή χώρα της Μεσογείου που πασχίζει εδώ και επτά χρόνια να βγει από την κρίση, δεν θα πρέπει να λάβει ειδική μεταχείριση, όπως ξεκαθάρισε η Λαγκάρντ μετά από συνάντηση που είχε με τη Γερμανίδα Καγκελάριο.
Το ΔΝΤ θα πρέπει καταρχάς να τηρήσει τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία του και τους οποίους ακολουθούν τα 188 μέλη του. Σε πολλές χώρες – μέλη του, κυρίως αναπτυσσόμενα κράτη, η κατάσταση άλλωστε, είναι πολύ χειρότερη σε σύγκριση με την Ελλάδα.
Το ΔΝΤ ιδρύθηκε με στόχο να δρα ως εγγυητής της σταθερότητας των αγορών. Ωστόσο ο ρόλος του ως πυροσβέστης στην κρίση της Ευρωζώνης φαίνεται να τελειώνει, 70 χρόνια μετά την ίδρυσή του. Οι μεγάλες οικονομικές κρίσεις της δεκαετίας του 1920 και του 1930, οι οποίες εν μέρει ήταν συνυπεύθυνες για το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να επαναληφθούν.
Παράλληλα οι σκέψεις για την ίδρυση ενός αντίστοιχου Ευρωπαϊκού Ταμείου Σταθερότητας ολοένα και πυκνώνουν και κυρίως στη Γερμανία. Παλαιότερες δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του τύπου «ποτέ χωρίς το ΔΝΤ» φαίνεται να ανήκουν στο παρελθόν.
Βαθαίνει το χάσμα ΔΝΤ και Ευρωπαίων
Το Ταμείο θα είναι σε κάθε περίπτωση, παρόν στο ελληνικό πρόγραμμα μέχρι το τέλος του τρίτου πακέτου, ύψους 86 δισεκατομμυρίων ευρώ. Μπορεί τα χρήματα να προέρχονται έως τώρα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), ωστόσο η συμμετοχή του ΔΝΤ έχει δημιουργήσει προστριβές όσον αφορά την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Προστριβές οι οποίες στο μέλλον μπορούν να αποφευχθούν aν δημιουργηθεί ένας ευρωπαϊκός οργανισμός αντίστοιχος με το ΔΝΤ.
Σύμφωνα με Γερμανούς αναλυτές, αυτό που το ΔΝΤ δεν βλέπει στην περίπτωση της Ελλάδας (όπου τάσσεται υπέρ ενός κουρέματος του χρέους) είναι ότι έχει υπολογίσει ότι το χρέος θα κυμανθεί μέχρι το 2022 στο 164% του ΑΕΠ, ωστόσο μέχρι το 2060 αναμένεται τελικά να φθάσει στο 275% του ΑΕΠ. Επικριτές του προγράμματος αναφέρουν επίσης, ότι υπάρχουν πολλές άγνωστες παράμετροι. Επιπλέον δεν θα πρέπει κανείς να βλέπει μόνο το ύψος του χρέους αλλά και την «κρυμμένη» ελάφρυνση για την οποία έχουν εγγυηθεί οι πιστώτριες χώρες μέσω των μειωμένων επιτοκίων.
Το ΔΝΤ εδώ και καιρό, αντιδρά στη διάσωση της Ελλάδας θεωρώντας ότι ο χρόνος, η διάρκεια των προγραμμάτων και τα ποσά που δαπανούνται, είναι δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με τον πλούτο που παράγεται στη χώρα. Το σίγουρο πάντως, είναι πως το χάσμα μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ βαθαίνει διαρκώς και αργά ή γρήγορα οι δρόμοι τους μάλλον θα χωρίσουν.