Της Ανθής Αγγελοπούλου
Μετά την ανακοίνωση του υπουργείου υγείας για την αλλαγή των ορίων μεταξύ των δύο διακριτών προϋπολογισμών για τη φαρμακευτική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ, η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας εξέδωσε ανακοίνωση, εκφράζοντας τη διαφωνία της με την πρόθεση του υπουργείου υγείας για τη μεταφορά 60 εκατ. ευρώ από τον ελλειμματικό προϋπολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης των ιδιωτικών φαρμακείων, στον επίσης ελλειμματικό προϋπολογισμό των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ.
Η ΠΕΦ δηλώνει ότι «Δεν είναι δυνατό, η λύση στο πρόβλημα του clawback να επιδιώκεται μέσω της αύξησης rebate και της νέας μονομερούς επιβάρυνσης των φαρμάκων των ιδιωτικών φαρμακείων τα οποία καλύπτουν περισσότερους από επτά εκατομμύρια ασθενείς – κυρίως χρόνιων νοσημάτων. Όποιος προκαλεί δαπάνη, θα πρέπει να επιβαρύνεται αναλόγως. Αυτός είναι ο μόνος δίκαιος κανόνας που θα πρέπει να ισχύει απαρέγκλιτα στο πλαίσιο των ούτως ή άλλως ασφυκτικών προϋπολογισμών. Δυστυχώς ο κανόνας αυτός καταστρατηγείται για μια ακόμη φορά. Δεν είναι δυνατό φάρμακα των 5 και 7 ευρώ να έχουν τις ίδιες ποσοστιαίες επιστροφές με φάρμακα των 300 και 500 ευρώ».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, τα ειδικά τα φάρμακα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας ήδη δέχονται τεράστια πίεση λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής ως αποτέλεσμα των αυξήσεων στο κόστος της ενέργειας, των πρώτων υλών, των μεταφορών και του πληθωρισμού. Στο πλαίσιο αυτό η ΠΕΦ θεωρεί αδικαιολόγητη την οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση των τιμών μέσω της ανατιμολόγησης διότι όπως λέει, η αλλαγή των ορίων των προϋπολογισμών θα επιβαρύνει με νέα clawback τα φάρμακα της ελληνικής παραγωγής διαμορφώνοντας συνθήκες μη προβλεψιμότητας. Αυτό στερεί πόρους από την Ανάπτυξη, θέτει εμπόδια στην υλοποίηση του σημαντικού επενδυτικού προγράμματος της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τα κίνητρα και τη στοχοθεσία της νέας Ευρωπαϊκής Φαρμακευτικής Στρατηγικής για την ενίσχυση της παραγωγής εντός της ΕΕ. – και της χώρας μας κατ’ επέκταση. Τέλος, καλεί για μια ακόμη φορά την πολιτεία να ενισχύσει την χρηματοδότηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, επιταχύνοντας παράλληλα την υλοποίηση των μέτρων για τον ουσιαστικό έλεγχο της συνταγογράφησης και τον εξορθολογισμό της αποζημίωσης.