Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Οι γεωπολιτικές εντάσεις, ο ενεργειακός πόλεμος και η επιθετική νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζων λειτουργούν ως ένα εκρηκτικό κοκτέιλ παραγόντων, που οδηγεί με ταχύτητα την παγκόσμια οικονομία στην ύφεση και σε μία κρίση βαθύτερη και πιο επώδυνη από την πανδημία της Covid -19 ή ακόμη και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική ασφυξία του 2008. Το καμπανάκι αυτή τη φορά δεν έρχεται από μεμονωμένους οικονομολόγους ή ανήσυχους πολιτικούς, αλλά από την UNCTAD του ΟΗΕ.
Στην ετήσια έκθεσή της για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη η Unctad προειδοποιεί πως οι ραγδαίες αυξήσεις επιτοκίων σε συνδυασμό με προσπάθειες δημοσιονομικής σταθεροποίησης στις ανεπτυγμένες οικονομίες σε μία περίοδο που ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται και οι επιπτώσεις της πανδημίας είναι ακόμη αισθητές, απομακρύνουν αισθητά το καλό σενάριο της «ομαλής προσγείωσης». Μία βαθιά ύφεση ή μία παρατεταμένη περίοδος στασιμότητας συγκεντρώνουν πλέον πολύ υψηλότερες πιθανότητες.
Οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν πως σε μία δεκαετία υπερβολικά χαμηλών επιτοκίων οι κεντρικές τράπεζες δεν έπιασαν τους στόχους του πληθωρισμού, αλλά ούτε και πέτυχαν να παράξουν μία πιο υγιή οικονομική ανάπτυξη. Και τις κατηγορούν εμμέσως πλην σαφώς πως με τη σημερινή τους πολιτική «τζογάρουν». «Το να πιστεύουν σήμερα ότι μπορούν να ρίξουν τις τιμές με τα υψηλότερα επιτόκια, χωρίς να οδηγήσουν σε ύφεση είναι ένα μη συνετό στοίχημα» αναφέρουν χαρακτηριστικά.
«Σε μία περίοδο συρρίκνωσης των πραγματικών μισθών, χρηματοοικονομικής αναταρχής και ανεπαρκούς πολυμερούς συνεργασίας και συντονισμού, η υπερβολική σύσφιξη στη νομισματική πολιτική θα μπορούσε να πυροδοτήσει στασιμότητας του ΑΕΠ, αλλά και ευρύτερης αίσθησης αστάθειας για τις οικονομίες» προσθέτουν.
Η UNCTAD υπολογίζει ότι το παγκόσμιο ΑΕΠ θα μεγεθυνθεί μόλις κατά 2,5% το 2022 και θα κατεβάσει περαιτέρω ταχύτητα στο 2,2% το 2023. Να σημειωθεί πως όταν ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης παγκοσμίως πέφτει κάτω από το 3% έχουμε ουσιαστικά συνθήκες συντονισμένης πίεσης και ύφεσης.
Οι τιμές ενέργειας το μεγάλο αγκάθι
ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα και μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι έχουν επίσης κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για την ύφεση. Κριστίν Λαγκάρντ και Τζερόμ Πάουελ αναγνωρίζουν αυτόν τον κίνδυνο, αλλά επιμένουν πως δεν αυξήσουν δραστικά το κόστος δανεισμού δεν θα μπορέσουν να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό (που κατατρώει το πραγματικό εισόδημα νοικοκυριών και επιχειρήσεων) και θα οδηγηθούμε σε χειρότερη κρίση.
Το πρόβλημα όμως – στην περίπτωση της Ευρώπης τουλάχιστον- είναι πως ο πληθωρισμός διατηρείται στα ύψη σε μεγάλο βαθμό από την κούρσα στις τιμές ενέργειας. Και αυτή όπως φαίνεται θα έχει συνέχεια το 2023 όσο και εάν η ΕΚΤ αυξήσει τα επιτόκια. Ήδη επιστρέφουν στο προσκήνιο τα σενάρια για εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι μετά την υποχώρησή τους το τρίτο τρίμηνο του έτους – αφού ο ΟΠΕΚ+ σπρώχνει προς αυτή την κατεύθυνση. Όσο για τις τιμές του φυσικού αερίου, αν και είναι σε τροχιά αποκλιμάκωσης κινούμενες κοντά στα 170 ευρώ/ MWh το τελευταίο διάστημα, εξακολουθούν να βρίσκονται περίπου 8 φορές υψηλότερα από τον μέσο όρο της περασμένης 5ετίας. Μερίδα αναλυτών δεν αποκλείει δε μία επιστροφή τους στα επίπεδα ρεκόρ των 340 ευρώ, αν κλιμακωθεί ο ενεργειακός πόλεμος Ρωσίας – Δύσης.