Από την έντυπη έκδοση
Θάνος Τσίρος
[email protected]
Τη συγκράτηση του δημοσίου χρέους στα 355-356 δισ. ευρώ, ώστε η αναλογία ως ποσοστό του ΑΕΠ να πέσει κάτω από το 175%, θα επιδιώξει για φέτος ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.
Με ορθάνοικτο το ενδεχόμενο να συμπεριληφθεί στο χρέος της γενικής κυβέρνησης και το ποσό των εγγυήσεων που έχει εκχωρήσει το ελληνικό Δημόσιο κατά τη διάρκεια της πανδημίας -κάτι που μπορεί να επιβαρύνει το χρέος με έως και 18,5 δισ. ευρώ-, η συγκράτηση του χρέους σε όσο το δυνατόν χαμηλότερα επίπεδα αποκτά κρίσιμο χαρακτήρα. Η ενσωμάτωση των εγγυήσεων στο χρέος δεν παράγει ουσιαστικό οικονομικό αποτέλεσμα στον κρατικό προϋπολογισμό. Και αυτό διότι η γενική κυβέρνηση δεν επιβαρύνεται με τόκους από τις εγγυήσεις και η οικονομική ζημία επέρχεται μόνο ότι οι εγγυήσεις καταπίπτουν. Το να καταπέσουν στο σύνολό τους εγγυήσεις 18,5 δισ. ευρώ δεν αποτελεί ρεαλιστικό σενάριο.
Εν όψει της δημοσίευσης των εκθέσεων της DBRS και της Moody’s την Παρασκευή, ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη Τύπου της περασμένης Κυριακής από τη ΔΕΘ, αλλά και το οικονομικό επιτελείο στο πλαίσιο παρουσίασης και εξειδίκευσης των μέτρων φρόντισαν να κάνουν ιδιαίτερη αναφορά τόσο στην πορεία του ΑΕΠ όσο και στην πορεία της αναλογίας του χρέους. Η κυβέρνηση έβαλε τον πήχη του ΑΕΠ στα 205 δισ. ευρώ. Ωστόσο, εσωτερικά, και στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, αλλά και στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, υπάρχουν σενάρια για ακόμη μεγαλύτερο ποσό, που θα προσεγγίσει τα 210 δισ. ευρώ. To ΑΕΠ επηρεάζεται φέτος όχι μόνο από τον πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης -σε αυτό το επίπεδο μπήκε ήδη στο 5,3%-, αλλά και από τον πληθωρισμό.
Η αναφορά του πρωθυπουργού αλλά και του υπουργού Οικονομικών για εκτιμώμενη αύξηση στις συντάξεις της τάξεως του 6%-6,5% δείχνει ότι το οικονομικό επιτελείο περιμένει άθροισμα πληθωρισμού και ανάπτυξης 12%-13%. Στην πράξη, το νούμερο μπορεί να είναι μεγαλύτερο για δύο λόγους:
1. Ο πληθωρισμός παρέμεινε για τέταρτο συνεχόμενο μήνα σε διψήφια επίπεδα, ενώ η μέση ετήσια μεταβολή έχει ήδη ξεπεράσει το 7,9%. Επομένως, η χρονιά είναι πολύ πιθανό να κλείσει πάνω από το 8%, καθώς δεν φαίνονται ακόμη σημάδια αποκλιμάκωσης των τιμών. Τα τρόφιμα γίνονται ολοένα και ακριβότερα, ενώ μένει να φανεί ποια θα είναι η επίπτωση στη λιανική από την επιδοματική πολιτική που θα ακολουθηθεί σε ρεύμα και φυσικό αέριο.
2. Στο μέτωπο της ανάπτυξης, το 9μηνο αναμένεται να κλείσει με ρυθμό ανάπτυξης άνω του 7%, καθώς και στο τρίτο τρίμηνο αναμένεται να αποτυπωθεί έντονα η αύξηση των επενδύσεων και του τουρισμού. Αν λοιπόν στο 4ο τρίμηνο δεν υπάρξει κατακόρυφη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας λόγω ακρίβειας, τότε είναι πιθανό ο ρυθμός ανάπτυξης να ξεπεράσει το 5,3%, που είναι πλέον ο επικαιροποιημένος στόχος.
Το σενάριο αύξησης του ΑΕΠ στα 210 δισ. ευρώ περιορίζει την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ ακόμη και κάτω από 170%. Έτσι, ακόμη κι αν προστεθούν όλες οι εγγυήσεις των 18,5 δισ. ευρώ -κάτι που θα στείλει το ονομαστικό χρέος στα 373-374 δισ. ευρώ χωρίς όμως να επηρεαστεί το κονδύλι των τόκων-, η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα παραμείνει κάτω από το 180% και συγκεκριμένα στο 177%.
Η συγκράτηση
Για να συγκρατηθεί φέτος το χρέος στα 355-356 δισ. ευρώ (ή και περισσότερο αν μπουν και οι εγγυήσεις), θα προχωρήσει μέχρι το τέλος του χρόνου η αποπληρωμή των διμερών δανείων που έχει συνάψει η Ελλάδα με τις χώρες της Ευρωζώνης. Το συνολικό ποσό θα ανέλθει περίπου στα 2,6 δισ. ευρώ και θα καλυφθεί από τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας, τα οποία παραμένουν στα επίπεδα των 39 δισ. ευρώ, αλλά εκτιμάται ότι θα κλείσουν κοντά στα 34 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του χρόνου ακόμη κι αν δρομολογηθούν νέες εκδόσεις ελληνικών ομολόγων το επόμενο χρονικό διάστημα.
Η αναθεώρηση του στόχου της ανάπτυξης για φέτος προς τα πάνω από το 3,2% στο 5,3%, η πρόβλεψη για συνέχιση της ανάπτυξης και το 2023 με 2,1%, αλλά και η διαφαινόμενη σημαντική αποκλιμάκωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ (ακόμη κι αν κλείσει η εκκρεμότητα με τις εγγυήσεις) εκτιμάται ότι θα ληφθούν υπόψη από τον οίκο Moody’s κατά τη δημοσίευση της έκθεσης την Παρασκευή. Η Moody’s έχει τηρήσει μέχρι τώρα την πιο σκληρή στάση απέναντι στην Ελλάδα, κρατώντας την τρεις βαθμίδες μακριά από την επενδυτική.