Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Το ράλι του πληθωρισμού πιθανότατα φτάνει στο τέλος του, με τον δείκτη να αποκλιμανώνεται τους επόμενους μήνες. Ωστόσο οι τιμές βασικών αγαθών και υπηρεσιών θα συνεχίσουν, έστω και με βραδύτερους ρυθμούς, να αυξάνονται, γεγονός που θα κρατήσει τις κεντρικές τράπεζες σε τροχιά επιθετικών αυξήσεων επιτοκίων.
Η ταχύτητα με την οποία ο κόσμος θα αναρρώσει από το ισχυρό σοκ της ακρίβειας διαφέρει σημαντικά από περιοχή σε περιοχή, με την Ευρώπη να είναι σε δυσμενή θέση εξαιτίας της εγγύτητάς της με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον ενεργειακό εκβιασμό της Ρωσίας. Ωστόσο σε παγκόσμιο επίπεδο η JPMorgan Chase προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει στο 5,1% το δεύτερο εξάμηνο του έτους, στο ήμισυ σχεδόν των επιπέδων στα οποία κινήθηκε το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου.
Οι τιμές πρώτων υλών από το πετρέλαιο έως τον χαλκό και τα σιτηρά έχουν αποκλιμακωθεί τις τελευταίες εβδομάδες (αν και παραμένουν αυξημένες σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα. «Ο πυρετός του πληθωρισμού υποχωρεί» σχολιάζει ο αναλυτής της JPMorgan Chase, Μπρους Κάσμαν. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει επιστροφή στον υποτονικό πληθωρισμό που απολάμβανε η παγκόσμια οικονομία επί αρκετά χρόνια, πριν από το δίδυμο σοκ της Covid-19 και του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και ούτε το τέλος του κύκλου αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής.
Ακόμη και στο 5% ο πληθωρισμός είναι υπερδιπλάσιος του στόχου των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, ενώ το κόστος αρκετών αγαθών ευρείας κατανάλωσης, ενοικίων και υπηρεσιών εντάσεως εργασίας θα συνεχίσει να ανεβαίνει. Στο περιβάλλον αυτό οι κεντρικές τράπεζες δεν φαίνεται να έχουν άλλη επιλογή από τις δραστικές αυξήσεις επιτοκίων.
Το ξεκαθάρισε ο Τζερόμ Πάουελ πυροδοτώντας κύμα ρευστοποιήσεων στις αγορές. Αλλά και το επιβεβαίωσε ο Όλι Ρεν της ΕΚΤ. «Η πραγματικότητα είναι ότι έχουμε υπερβολικά υψηλό πληθωρισμό παγκοσμίως και στην Ευρώπη – γι’ αυτό είναι ώρα δράσης… Το επόμενο βήμα θα είναι μια σημαντική κίνηση τον Σεπτέμβριο, ανάλογα με τα στοιχεία και τις προοπτικές για τον πληθωρισμό» είπε ο Φινλανδός τραπεζίτης, μέλος του Δ.Σ. του ΕΚΤ. «Έχουμε μια σοβαρή ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη» και «είναι πολύ πιθανό η οικονομία της Ευρωζώνης να κατεβάσει ταχύτητα. Καθώς μιλάμε, κατεβάζει ταχύτητα»,τόνισε χαρακτηριστικά στο Τζάκσον Χολ.
Θα πρέπει ωστόσο οι κεντρικοί τραπεζίτες να προσέξουν να μην το παρακάνουν. Και τούτο γιατί μία υπερβολική αύξηση του κόστους δανεισμού θα μπορούσε να διογκώσει τα υφιστάμενα προβλήματα στην προσφορά και τελικά να υπονομεύσει την προσπάθεια υποχώρης του πληθωρισμού. Είναι κάτι για το οποίο έχει προειδοποιήσει και ο Τζόζεφ Στίγκλιτς.
Ακόμη και όσοι αμφισβητούν αυτή τη θέση αναγνωρίζουν ότι η απότομη αύξηση του κόστους δανεισμού έχει μία άλλη παρανέργεια: την ύφεση. Θεωρείται πλέον δεδομένο ότι η Ευρωζώνη θα παγιδευτεί σε ήπια ύφεση. Ωστόσο για την ΕΚΤ, όπως και για τη Fed στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, είναι σαφές πως προτεραιότητα έχει να θέσουν υπό έλεγχο τις τιμές. Αυτές μπορούν να κάψουν πολύ περισσότερο νοικοκυριά και επιχειρήσεις από μία ελαφρά συρρίκνωση του ΑΕΠ. Αυτό τουλάχιστον ισχύει όσο η συρρίκνωση συγκρατείται σε επίπεδα, που να μην οδηγεί σε νέο κύμα ανέργων.