Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας μας δίνει ευελιξία, αλλά όχι πλήρη ελευθερία. Η χώρα μας εξακολουθεί να έχει δεσμεύσεις, ενώ παραμένει στο μικροσκόπιο των αγορών.
«Και αν χώρα δεν τηρήσει τα συμφωνηθέντα;». Στο εύλογο ερώτημα -δεδομένου ότι από εδώ και στο εξής αν παρεκκλίνουμε της πορείας δεν θα χάνουμε ούτε δόση δανείου ούτε δόση από ANFAs και SMPs- η απάντηση είναι πολύ συγκεκριμένη: Οι πραγματικοί ελεγκτές της ελληνικής οικονομίας (και κατά πολλούς πιο αυστηροί) δεν είναι ούτε η Κομισιόν ούτε ο ESM, που είναι και ο μεγαλύτερος δανειστής της χώρας. Ούτε καν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία διατηρεί τα ελληνικά ομόλογα σε ειδικό καθεστώς για να μπορούν να είναι επιλέξιμα από τα διάφορα μέτρα στήριξης.
Ο πραγματικός ελεγκτής της ελληνικής οικονομίας είναι οι αγορές. Γι’ αυτό και η άσκηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής κρίνεται επιβεβλημένη. Για να μη σταλεί λάθος μήνυμα στις αγορές και τεθεί υπό αμφισβήτηση ο τελευταίος στόχος που ουσιαστικά σηματοδοτεί την επιστροφή στην πραγματικότητα: H ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Η επενδυτική βαθμίδα Μπορεί τρεις επενδυτικοί οίκοι να μας έχουν σε απόσταση μίας αναβάθμισης από τον εθνικό πλέον στόχο της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, ωστόσο η επίτευξη μπορεί να χρειαστεί μήνες για να γίνει πράξη.
Οι οίκοι αξιολόγησης θα θελήσουν να δουν το περιεχόμενο του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς, το αν οι όποιες παροχές θα θέτουν υπό αμφισβήτηση τους δημοσιονομικούς στόχους, την πορεία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και την επιμονή στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα έχει ουσιαστικό αντίκτυπο, καθώς:
1. Θα επαναφέρει τα ελληνικά ομόλογα σε καθεστώς κανονικότητας.
Δηλαδή δεν θα χρειάζονται ειδικά προγράμματα και εξαιρέσεις για να είναι οι ελληνικοί τίτλοι επιλέξιμοι από την ΕΚΤ. Αυτό σημαίνει και προοπτική αποκλιμάκωσης του κόστους δανεισμού και για το ελληνικό Δημόσιο και για τις επιχειρήσεις, οι οποίες προφανώς επηρεάζονται από το «ρίσκο της χώρας».
2. Θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να διατεθεί η διαθέσι μη ρευστότητα (σήμερα περίπου 37 δισ. ευρώ) για την ταχύτερη απομείωση του χρέους. Εκτιμάται ότι με την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δεν θα χρειάζονται διαθέσιμα που να αντιστοιχούν κοντά στο 18%-19% του ΑΕΠ, κάτι που δεν υπάρχει σε καμία χώρα της Ευρώπης.