Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Η Ελλάδα είναι μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών που καλύπτουν το σύνολο των αναγκών τους σε φυσικό αέριο με εισαγωγές. Παρόλα αυτά το ποσοστό του συγκεκριμένου καυσίμου στο ενεργειακό της μείγμα και οι ποσότητες που εισάγει από τη Ρωσία είναι αισθητά χαμηλότερες σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ε.Ε, ενώ είναι μεταξύ των κρατών – μελών που έχουν το «προνόμιο» να διαθέτουν τερματικό σταθμό για την υποδοχή LNG. Για αυτό και μπορεί να «αντέξει» απέναντι στις ρωσικές απειλές για μία πλήρη διακοπή των ροών του αερίου και έναν σκληρό, «σιβηρικό» χειμώνα.
Σε νέα έκθεσή της η UBS εξετάζει την εξάρτηση της Ελλάδας και τεσσάρων χωρών της κεντρικής Ευρώπης (Τσεχίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας και Ρουμανίας) από το ρωσικό φυσικό αέριο. Η Ουγγαρία εμφανίζει την υψηλότερη εξάρτηση, αν και οι σχέσεις του Όρμπαν με τον Πούτιν ενδεχομένως να την προστατεύουν σε έναν βαθμό από τις ρωσικές απειλές. Το ρωσικό αέριο καλύπτει το 27% της εγχώριας χρήσης ενέργειας στην Ουγγαρία. Η δεύτερη πιο εξαρτημένη χώρα είναι η Τσεχία με το ρωσικό άεριο να καλύπτει το 18% των συνολικών ενεργειακών αναγκών της. Για Ελλάδα, Ρουμανία και Πολωνία η έκθεση είναι αρκετά μικρότερη, της τάξης του 7% με 9%. «Επομένως αυτές οι οικονομίες έχουν σαφώς μεγαλύτερη δυνατότητα να υποκαταστήσουν με εναλλακτικές το ρωσικό φυσικό αέριο», σημειώνουν οι αναλυτές της ελβετικής επενδυτικής τράπεζας.
Σημειώνουν δε πως Πολωνία και Ελλάδα είναι οι μόνες μεταξύ των υπό εξέταση χωρών που διαθέτουν πλωτή μονάδα LNG (Świnoujście και Ρεβυθούσα) και ήδη λαμβάνουν υγροποιημένο φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ και το Κατάρ.
Εξετάζοντας το ενεργειακό μείγμα των πέντε χωρών, η UBS διαπιστώνει την πολύ υψηλή εξάρτηση της Πολωνίας και της Τσεχίας από άνθρακα. Παράλληλα Τσεχία και Ουγγαρία στηρίζονται σε σημαντικό βαθμό στην πυρηνική ενέργεια, με τη συγκεκριμένη πηγή να ανέρχεται στο 16% -19% του ενεργειακού μείγματος. Από την άλλη η Ελλάδα καλύπτει περισσότερο από το 50% των δικών της αναγκών με πετρελαιοειδή. Όσον αφορά στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αυτές διαδραματίζουν τον μεγαλύτερο όρλο στη Ρουμανία.
Η Ελλάδα αν και με μικρότερη εξάρτηση υστερεί σε έναν βαθμό στις δυνατότητες αποθήκευσης. Τα πρωτεία εδώ έχουν Ουγγαρία και Τσεχία που διαθέτουν τις εγκαταστάσεις για να αποθηκεύσουν ποσότητες που αντιστοιχούν σε 6,5 έως 8 μήνες κατανάλωσης. Για την Ελλάδα, τη Ρουμανία και την Πολωνία η δυνατότητα αυτή πέφτει στους 2-3 μήνες.
Βασικός καταναλωτής φυσικού αερίου ανά την Ευρώπη είναι τα νοικοκυριά. Ωστόσο το ποσοστό των νοικοκυριών στην κατανάλωση είναι το χαμηλότερο στην Ελλάδα (30% της συνολικής). Στον αντίποδα βρίσκονται τα νοικοκυριά της Ουγγαρίας (50% της συνολικής κατανάλωσης αερίου). Δημόσιες και εμπορικές υπηρεσίες έχουν επίσης σημαντικό μερίδιο (10% στην Ελλάδα και στην Πολωνία, 20% στην Τσεχία). Στη χώρα μας εξαιρετικά υψηλό είναι το μερίδιο του κλάδου πετροχημικών (28%), ενώ η βιομηχανία (συμπεριλαμβανομένων των κατασκευών) αντιστοιχεί στο 16,5% της κατανάλωσης.