Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Αγγελόπουλου
[email protected]
Ρύθμιση, ώστε να γίνει πιο δίκαιο το σύστημα περικοπής της σύνταξης για τους περίπου 50.000 συνταξιούχους οι οποίοι συνεχίζουν να εργάζονται, ετοιμάζει το υπουργείο Εργασίας.
Το γεγονός ότι το «πέναλτι» της περικοπής μειώθηκε προς διετίας από το 60% στο 30% της σύνταξης, φαίνεται ότι δεν είναι αρκετό. Ο λόγος είναι ότι εφαρμόζεται οριζόντια για όλους τους συνταξιούχους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από το χρονικό διάστημα της εργασίας. Ουσιαστικά, στις προθέσεις του αρμόδιου υπουργείου είναι να μπει ένα όριο, ώστε από ένα ύψος σύνταξης και άνω να γίνεται το σύνολο της περικοπής ή από ένα όριο ημερών εργασίας και άνω, αλλά και το αντίστροφο.
Έτσι, το σύστημα που προκρίνεται θα είναι πιο αναλογικό και θα σχετίζεται με τις ημέρες απασχόλησης. Αυτό σημαίνει ότι, εάν ο εργαζόμενος – συνταξιούχος φαίνεται ότι έχει εργαστεί κανονικά έναν πλήρη μήνα (25 ημέρες ασφάλισης), τότε θα υπόκειται στην περικοπή κατά 30% της σύνταξής του, όπως ορίζει ο νόμος. Αν όμως έχει εργαστεί λιγότερες από τις μισές ημέρες, τότε αντίστοιχα η περικοπή θα υποχωρεί στο 15%, δηλαδή κατά το ήμισυ. Με τον τρόπο αυτό, εκτιμάται ότι το «πέναλτι» θα γίνει πιο δίκαιο.
Οι δυνατότητες του ΕΦΚΑ
Το ερωτηματικό είναι πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη η συγκεκριμένη παρέμβαση και εάν τα ψηφιακά συστήματα του ΕΦΚΑ έχουν την ετοιμότητα να ενσωματώσουν άμεσα μια τέτοια αλλαγή. Σε διαφορετική περίπτωση, θα πρέπει να γίνει νέα αναβάθμιση του ισχύοντος λογισμικού, γεγονός που ενδέχεται να προκαλέσει κάποια καθυστέρηση στην εφαρμογή της όποιας νέας ρύθμισης προκριθεί. Άλλωστε, διαπιστώνονται ακόμα κενά στην εφαρμογή της παρέμβασης που συντελέστηκε προς διετίας, με τον «νόμο Βρούτση» (ν.4670/2020). Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι συνταξιούχοι συνεχίζουν να υφίστανται την περικοπή κατά 60% και όχι τη νεότερη κατά 30%, παρά το γεγονός ότι η καινούργια διάταξη ισχύει από τον Φεβρουάριο του 2020. Είναι προφανές ότι προκύπτουν αναδρομικά ποσά γι’ αυτές τις περιπτώσεις συνταξιούχων, που ακόμα δεν έχουν αποδοθεί.
Οι περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις είναι συνταξιούχοι που μετά το 2020 ξεκίνησαν να εργάζονται και υπέβαλαν τότε τα σχετικά δικαιολογητικά. Εκεί ακριβώς έχει διαπιστωθεί μια καθυστέρηση στη διόρθωση που πρέπει να γίνει, έτσι ώστε η περικοπή να είναι η ορθή. Ακόμα και αν η διόρθωση πραγματοποιήθηκε, προκύπτουν αναδρομικά ποσά για το χρονικό διάστημα που δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, που πρέπει να αποδοθούν στους δικαιούχους.
Υπενθυμίζεται ότι, για παράδειγμα, σε σύνταξη των 1.000 ευρώ, η αρχική περικοπή ήταν 60%, δηλαδή 600 ευρώ τον μήνα. Από τον Φεβρουάριο του 2020 και μέχρι σήμερα, όμως, η περικοπή είναι 300 ευρώ τον μήνα, δηλαδή 300 ευρώ λιγότερα από την αρχική. Ακόμα και εάν η διόρθωση, σε σχέση με τη νεότερη νομοθεσία, πραγματοποιήθηκε έναν χρόνο αργότερα, προκύπτουν αναδρομικά ποσά που πρέπει να επιστραφούν.
Σε κάθε περίπτωση, οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι οφείλουν να γνωρίζουν ότι πρόσθετος χρόνος ασφάλισής τους, λόγω απασχόλησης, μπορεί να τους αποφέρει πρόσθετο κέρδος στην ίδια τη σύνταξή τους. Ο νόμος επιτρέπει την προσαύξηση στην ήδη καταβληθείσα σύνταξη, για λόγους εξτρά εργασίας των συνταξιούχων. Για χρόνο απασχόλησης που μπορεί να ανέλθει έως και τα πέντε έτη, η προσαύξηση μπορεί να φτάνει έως και τα 115 ευρώ τον μήνα.