Στις 21 Ιουλίου συνεδριάζει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προκειμένου να καθορίσει τα επόμενα βήματα της νομισματικής της πολιτικής ώστε να αντιμετωπιστεί ο πολύ υψηλός πληθωρισμός.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου θα ανακοινώνει την αύξηση των επιτοκίων για πρώτη φορά μετά από 11 χρόνια. Η αύξηση κατά 0,25% από τον Ιούλιο έχει ανακοινωθεί και μια δεύτερη αύξηση από τον Σεπτέμβριο έχει ήδη προεξοφληθεί.
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ απορρίπτουν την προοπτική να ξεκινήσουν αυξήσεις των επιτοκίων κατά μισή μονάδα αυτή την εβδομάδα, ωστόσο, διάφοροι παράγοντες καθιστούν πιθανή μια μεγαλύτερη αύξηση: ο αυξανόμενος πληθωρισμός, η πορεία της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου και η εντύπωση ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν μείνει πίσω.
Από την άλλη, όσοι υπερασπίζονται τη μικρότερη αύξηση, έχουν επιχειρήματα όπως το γεγονός ότι η ΕΚΤ έχει δεσμευθεί για αύξηση κατά 0,25%, η αγορά την έχει αποδεχθεί, η επισφαλής προοπτική ανάπτυξης και η ιταλική πολιτική κρίση.
Η στάθμιση της απειλής του χρέους παράλληλα με τον κίνδυνο απώλειας του ελέγχου του πληθωρισμού σε μια περίοδο επιθετικής σύσφιξης παγκοσκίμως μπορεί να είναι μια από τις πιο δύσκολες κρίσεις της ΕΚΤ εδώ και χρόνια, ιδίως καθώς οι αξιωματούχοι εξετάζουν επίσης ένα εργαλείο για να περιορίσουν τις επιπτώσεις στην Ιταλία, σχολιάζει το Bloomberg.
Μόνο μια μικρή μερίδα αξιωματούχων έχει υποστηρίξει δημόσια τη μεγαλύτερη αύξηση και οι περισσότεροι τάσσονται υπέρ της μικρότερης αύξησης. Η Λαγκάρντ έχει χαρακτηρίσει την αύξηση κατά 0,25% ως «πρόθεση», ενώ προειδοποίησε ότι δεν έχει ληφθεί απόφαση.
Οι παράγοντες που θα επηρεάσουν τις αποφάσεις:
1. Πληθωρισμός
Η Λαγκάρντ επιμένει ότι η ΕΚΤ «κατευθύνεται από τα δεδομένα», και τα δεδομένα συνεχίζουν να δείχνουν αύξηση των τιμών. Ο πληθωρισμός βρίσκεται στο ρεκόρ 8,6% και ανεβαίνει.
«Η ΕΚΤ παραδέχτηκε ότι εκπλήσσεται συνεχώς από τον πληθωρισμό», δήλωσε ο οικονομολόγος στην Commerzbank, Μίκαελ Σούμπερτ. «Εάν υποστηρίζουν ότι πρέπει να κάνουν περισσότερα σε περίπτωση ανοδικών κινδύνων, τότε αυτό θα πρέπει να ισχύει και για τη συνάντηση του Ιουλίου».
Ενάντια σε αυτό το σκεπτικό, οι υποστηρικτές μιας μικρότερης αύξηση μπορούν να επικαλεστούν την πτώση στις προσδοκίες για τις τιμές των χρηματοπιστωτικών αγορών και το γεγονός ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη οφείλεται κυρίως στην προσφορά. Μπορούν επίσης να υποστηρίξουν η ελαφρά υπέρβαση των προβλέψεων είναι στο περιθώριο σφάλματος και μπορεί να προειδοποιήσουν ότι μια μεγάλη κίνηση επιτοκίων κινδυνεύει να επιταχύνει μια οικονομική ύφεση.
2. Αξιοπιστία
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η ΕΚΤ δρα καθυστερημένα, ενώ τα συνδικάτα στη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, επιδιώκουν αυξήσεις 8% και άνω, αιτήματα που υποδηλώνουν έλλειψη εμπιστοσύνης.
Μια δυναμική απόφαση τώρα θα μπορούσε να βοηθήσει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να πείσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές, τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις για τη δέσμευσή τους να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό.
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ ανησυχούν επίσης ότι η αξιοπιστία του λόγου τους πρέπει ωστόσο να παραμείνει. Ουσιαστικά έχουν υποσχεθεί αύξηση των επιτοκίων κατά ένα τέταρτο της μονάδας και ανησυχούν ότι εφόσον δεν παραμείνουν στην υπόσχεσή τους θα μπορούσε να βλάψει την ικανότητά τους να αναλαμβάνουν αξιόπιστες δεσμεύσεις έναντι των επενδυτών στο μέλλον.
3. Παγκόσμια τάση «σύσφιξης»
Μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδας, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ενδέχεται να έχει αυξήσει τα επιτόκια συνολικά κατά 250 μονάδες βάσης.
Η επιφυλακτικότητα της ΕΚΤ ώθησε τους επενδυτές να ξεπουλήσουν το ευρώ, ωθώντας το στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο δεκαετιών έναντι του δολαρίου. Μια αύξηση μισής μονάδας θα μπορούσε να τιθεσεύσει την πορεί του νομίσματος και να σταματήσει την αποδυνάμωσή του από την περαιτέρω τροφοδότηση του πληθωρισμού.
Ωστόσο, αξιωματούχοι της ΕΚΤ δεν έχουν δείξει ανησυχία για την πορεία του ευρώ, και τονίζουν ότι είναι περισσότερο αντανάκλαση της ισχύς του δολαρίου. Σε όρους εμπορικής στάθμισης, το ευρώ ήταν πιο σταθερό.
4. Κίνδυνος αναταραχής
Η ΕΚΤ ετοιμάζει ένα εργαλείο για να περιορίσει τις εικασίες της αγοράς ότι το υψηλότερο κόστος δανεισμού μπορεί να καταστήσει μη βιώσιμα τα δημόσια οικονομικά της Ιταλίας, μια πολιτική που η ίδια θα πρέπει να δώσει περιθώριο στο Διοικητικό Συμβούλιο για να αυξήσει τα επιτόκια.
Ενώ οι επενδυτές αναμένουν μια μικρότερη αύξηση, άλλες κεντρικές τράπεζες έχουν δείξει ότι μια αιφνιδιαστική μεγαλύτερη αύξηση δεν χρειάζεται να προκαλέσει συναγερμό – όπως έκανε η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας τον περασμένο μήνα.
Ωστόσο, μια πρόσφατη έκρηξη των αποδόσεων των ιταλικών ομολόγων, τα πολιτικά προβλήματα που σιγοβράζουν στη χώρα και η προηγούμενη κρίση χρέους της περιοχής παρέχουν μια προειδοποίηση για τους κινδύνους. Μια μεγάλη αύξηση θα απειλούσε με «υπερβολικές προσαρμογές στα επιτόκια της αγοράς», δήλωσε τον Ιούνιο ο επικεφαλής οικονομολόγος Φίλιπ Λέην.
5. Οι επτά Εβδομάδες
Χωρίς μια μεγάλη αύξηση τώρα, θα περάσουν επτά εβδομάδες πριν από την επόμενη προγραμματισμένη ευκαιρία δράσης, μετά τις καλοκαιρινές διακοπές της ΕΚΤ. Οποιαδήποτε έκτακτη συνάντηση πριν από τότε κινδυνεύει να προκαλέσει πανικό.
Ο Λέην είχε πει στη συνεδρίαση του Ιουνίου ότι η αναβολή μιας μεγαλύτερης αύξησης δεν θα είχε σημαντική διαφορά. Αυτό δεν εντυπωσιάζει τον Μάρτιν Γουίντερ, οικονομολόγο στην Zuercher Kantonalbank. «Τι κερδίζεις περιμένοντας;» είπε. «Βρίσκονται ήδη πίσω και θα μείνουν πίσω ακόμα περισσότερο περιμένοντας άλλους δύο μήνες».