Την εκτίμηση ότι η ανάπτυξη για το 2022 μπορεί να ξεπεράσει κατά πολύ τον στόχο που έχει τεθεί από το οικονομικό επιτελείο και είναι 3,1%, εξέφρασε πριν από λίγο ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στο συνέδριο του Economist.
Παράλληλα, σημείωσε ότι παραμένουν αμετάβλητοι οι στόχοι τόσο για το έλλειμμα, όσο και για χρέος. Ανέφερε, παράλληλα, ότι έρχεται εφόσον υπάρξει νέα υπέρβαση στα φορολογικά έσοδα, τότε αυτή θα επιστραφεί στους πολίτες μέσω της ύπαρξης νέων στοχευμένων μέτρων.
Σε ό,τι αφορά την αύξηση του ΑΕΠ, ο Χρ. Σταϊκούρας σημείωσε ότι κατά την πάγια τακτική οι υπολογισμοί του υπουργείου Οικονομικών τα τελευταία χρόνια είναι ιδιαίτερα συντηρητικοί, αλλά όλα τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι πρόδρομοι δείκτες συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι και το 2022 θα έχουμε πάνω από 3,1% ρυθμό ανάπτυξης και όλα αυτά παρά τις κρίσεις της πανδημίας και της ενέργειας.
Παράλληλα, αναφερόμενος σε προβλέψεις και του ESM, τόνισε ότι η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και σημαντικά επιτεύγματα. Χαρακτηριστικά τόνισε ότι η ισχυρή άνοδος του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο δείχνει ότι ο στόχος για άνοδο κατά 3,1% εφέτος μπορεί όχι μόνο να αποδειχθεί συνετός «άλλα σημαντικά συνετός».
Για τα δημοσιονομικά δεδομένα, αναφέρθηκε στη σημαντική μείωση του ελλείμματος και του χρέους. Επισήμανε ότι ο λόγος του χρέους ως προς το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 13% το 2021 μία μείωση που είναι η ισχυρότερη που έχει καταγραφεί ποτέ πιθανότατα στην ιστορία της Ευρωζώνης. Επανέλαβε τους στόχους του 2022 για επιπλέον μείωση του χρέους κατά 13% του ΑΕΠ, αλλά και για περιορισμό του πρωτογενούς ελλείμματος στο 2% του ΑΕΠ.
Ο Κλ. Ρέγκλινγκ
Μιλώντας επίσης στον Economist, ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, υποστήριξε ότι δεν βλέπει κίνδυνο για τη βιωσιμότητα του χρέους καμίας χώρας της Ευρωζώνης, με τα σημερινά δεδομένα, όπως σημείωσε, ενώ παράλληλα τόνισε πως δεν συμμερίζεται τις εκτιμήσεις που αναπαράγονται στα μέσα ενημέρωσης αναφορικά με τον κίνδυνο μιας νέας κρίσης χρέους για την Ευρωζώνη.
Ο κ. Ρέγκλινγκ αναφέρθηκε στην αξιοσημείωτη πρόοδο της ελληνικής οικονομίας και την έξοδο από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, ενώ μιλώντας συνολικά για την Ευρωζώνη σημείωσε πως τα λάθη που έγιναν πριν την κρίση δεν πρέπει να επαναληφθούν.
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, ο επικεφαλής του ESM εξήγησε γιατί η ελληνική οικονομία επηρεάζεται πολύ λιγότερο από άλλα κράτη μέλη της Ευρωζώνης από την τρέχουσα κρίση, δεδομένου ότι είναι καλύτερα προστατευμένη από τη μεταβλητότητα των αγορών – και λόγω ESM όπως σημείωσε- ενώ η ύπαρξη υψηλών ταμειακών διαθεσίμων σημαίνει πως δεν υπάρχει πίεση άντλησης κεφαλαίων από τις αγορές.
Τέλος, ανάφερε ότι η έξοδος από την ενισχυμένη εποπτεία συνιστά παράλληλα ένα σημαντικό βήμα προς την κανονικότητα, ενώ οι προκλήσεις που παραμένουν απαιτούν μεταρρυθμίσεις οι οποίες όπως σημείωσε με έμφαση «είμαι σίγουρος πως θα συνεχιστούν».
Ο Π. Μυλωνάς
Στο βασικό σενάριο οι τράπεζες θα έχουν μια καλή χρονιά και θα χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις καθώς διαθέτουν και κεφάλαια και ρευστότητα, είπε από το βήμα του συνεδρίου του Economist ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, ο οποίος εμφανίστηκε αισιόδοξος για τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας παρά την ενεργειακή και πληθωριστική κρίση.
Όπως σημείωσε, ακόμη και στο κακό σενάριο, οι τράπεζες έχουν εργαλεία όπως η αυξημένη κερδοφορία αλλά και το χαμηλό πλέον επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους -μίλησε για προβλέψεις που δεν ξεπερνούν συνολικά τα 6 δισ.
Ο κ. Μυλωνάς εξήγησε ότι – σύμφωνα με την εκτίμηση της Εθνικής Τράπεζας – το διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα δεν θα υποστεί μεγάλη μείωση, τουλάχιστον το 2022. Ως βασικό όχημα προς αυτήν την κατεύθυνση επεσήμανε τον τουρισμό, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι ισοσκελίζει σε μεγάλο βαθμό τις απώλειες από την ενεργειακή κρίση. Ειδικότερα, μίλησε για αύξηση τιμών στον ελληνικό τουρισμό κατά 10-15% σε μια χρονιά – ρεκόρ στον κλάδο.
«Οι αγορές έχουν την τάση να πανικοβάλλονται και εδώ είναι ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που έρχεται και τις οδηγεί σε σχέση με αυτό που θα πρέπει να περιμένουν», σχολίασε σε άλλο σημείο της συζήτησης, εκφράζοντας την άποψη ότι η ΕΚΤ αντιδρά σωστά και γρήγορα στο πεδίο της νομισματικής πολιτικής.