Skip to main content

Ο οδικός χάρτης αναστολής της ρήτρας αναπροσαρμογής

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Υπό συνθήκες ακραίας αβεβαιότητας ενεργοποιείται από την 1η Ιουλίου ο νέος τρόπος υπολογισμού του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και ο νέος μηχανισμός αποτύπωσης των χρεώσεων στους λογαριασμούς, με την αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής.

Με τη χρηματιστηριακή τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας πάνω από τα 300 ευρώ η μεγαβατώρα, το οικονομικό επιτελείο μετρά το δημοσιονομικό κόστος της στήριξης που εκτοξεύεται με το «καλημέρα», ενώ οι εταιρείες «ψάχνουν» τις τιμές που θα ανακοινώσουν μέσα στο πρώτο 10ήμερο του Ιουλίου.

Ο Ιούλιος φέρνει πρωτόγνωρες αλλαγές στον τρόπο τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας. Η αναστολή εφαρμογής της ρήτρας αναπροσαρμογής θα υποχρεώσει από τις 10 Ιουλίου όλες τις εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας να ανακοινώσουν καινούργια τιμολόγια για τα εκατομμύρια των καταναλωτών που επιλέγουν τον κυμαινόμενο τρόπο χρέωσης.

Επίσης, το κράτος θα κληθεί και αυτό να φτιάξει τον μηχανισμό υπολογισμού της κρατικής επιδότησης έτσι ώστε να κρατήσει -κατά το δυνατόν- σταθερό το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά τουλάχιστον για το επόμενο 12μηνο.

Σε μία ούτως ή άλλως δύσκολη εξίσωση, γεμάτη από μεταβλητές και αστάθμητους παράγοντες -χρηματιστηριακές μεταβολές, ανταγωνισμός επιχειρήσεων, κίνδυνος απλήρωτων λογαριασμών, ενδεχόμενο μεγάλης κινητικότητας καταναλωτών από εταιρεία σε εταιρεία-, έρχεται να προστεθεί και η παράμετρος της εκτίναξης των τιμών τόσο του φυσικού αερίου όσο και της ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο όλος μηχανισμός και για τις εταιρείες και για το Δημόσιο θα ξεκινήσει με την τιμή της μεγαβατώρας στο χρηματιστήριο ενέργειας να ξεπερνά τα 300 ευρώ, κάτι που επηρεάζει και το δημοσιονομικό κόστος για τη χρηματοδότηση του μηχανισμού επιδοτήσεων ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και τις τιμές πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας σε ονομαστικούς όρους. Με τα τωρινά δεδομένα, είναι πολύ πιθανό η «ονομαστική» τιμή της κιλοβατώρας στην οποία θα διατίθεται το ρεύμα από τις εταιρείες να ξεπεράσει ακόμη και τα 25-30 λεπτά, με το βάρος για τη συγκράτηση του κόστους σε υποφερτά επίπεδα (περίπου 15- 16 λεπτά ανά κιλοβατώρα για τον τελικό καταναλωτή) να πέφτει στο κράτος. Έτσι, λοιπόν, ο Ιούλιος φέρνει τα εξής πρωτόγνωρα:

1 Οι εταιρείες θα ανακοινώνουν κάθε μήνα την τιμή πώλησης της κιλοβατώρας με βάση τις προβλέψεις που θα κάνουν για το πού θα κυμανθεί η τιμή χονδρικής του ρεύματος στο χρηματιστήριο ενέργειας. Αυτό συνιστά μεγάλη αλλαγή, καθώς μέχρι τώρα, με την εφαρμογή της ρήτρας αναπροσαρμογής, ουσιαστικά το κόστος χονδρικής μεταφερόταν στον τελικό καταναλωτή αυτούσιο. Από τον Ιούλιο ρήτρα αναπροσαρμογής δεν θα υπάρχει (σ.σ.: η τροπολογία για την αναστολή αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα), οπότε οι εταιρείες θα αναλάβουν το βάρος να ενσωματώνουν την όποια επιβάρυνση εκτιμούν στην τιμή λιανικής.

2 Επί της υψηλής τιμής του ρεύματος που θα ανακοινώνουν οι εταιρείες θα παρεμβαίνει το κράτος, μέσω του μόνιμου μηχανισμού στήριξης. Εκκρεμεί να ανακοινωθεί πώς θα υπολογίζεται η κρατική επιδότηση. Το κυρίαρχο σενάριο προβλέπει ότι θα λαμβάνεται υπόψη η μέση τιμή λιανικής των εταιρειών με το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς (σ.σ.: οι πέντε μεγαλύτερες εταιρείες ελέγχουν πάνω από το 80%) και επί αυτής της τιμής θα υπολογίζεται μια επιδότηση ώστε κάθε μήνα το τελικό κόστος για τον καταναλωτή να συγκρατείται στα 15-16 λεπτά η κιλοβατώρα. Είναι, λοιπόν, προφανές ότι κάθε μήνα η επιδότηση θα αλλάζει, καθώς κάθε μήνα θα αλλάζει και η τιμή πώλησης του ρεύματος. Έτσι φαίνεται και το βάρος που προκύπτει κάθε φορά που ανεβαίνει η χρηματιστηριακή τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας. Οι εταιρείες θα ανακοινώνουν ολοένα και υψηλότερες τιμές και το κράτος θα αναγκάζεται να ανακοινώνει ολοένα και μεγαλύτερες επιδοτήσεις, καθώς ο στόχος είναι -ό,τι κι αν συμβαίνει στην αγορά- η τελική τιμή της κιλοβατώρας να διατηρείται στα 15-16 λεπτά (ή στα 11-12 λεπτά για τους δικαιούχους του κοινωνικού τιμολογίου ή στα 16-19 λεπτά για τις επιχειρήσεις και τις βιομηχανίες). Όπως έχει αποκαλύψει η «Ν», στο οικονομικό επιτελείο έχει ήδη σημάνει συναγερμός, καθώς το δημοσιονομικό κόστος για τη στήριξη των λογαριασμών ενέργειας στην περίπτωση που η τιμή χονδρικής του ρεύματος παραμείνει στα 300 ευρώ ανά μεγαβατώρα θα εκτιναχθεί στο 1,5 δισ. ευρώ, ενώ αυτή τη στιγμή υπάρχουν στην άκρη περίπου 850 εκατ. ευρώ για το συγκεκριμένο μέτρο. Να σημειωθεί ότι περιθώρια να γίνονται εκπτώσεις στα τιμολόγια από τις εταιρείες, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα, ειδικά από τη ΔΕΗ δεν θα υπάρχουν, καθώς με την επιβολή των πλαφόν και στις τιμές χονδρικής (σ.σ.: διαφορετικές τιμές ανάλογα με το καύσιμο παραγωγής ενέργειας) τα λεγόμενα «υπερκέρδη» που θα προκύπτουν από την παραγωγή ενέργειας θα αποδίδονται αμέσως στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης.

3 Επειδή θα αλλάξει άρδην το σκηνικό με τις τιμές λιανικής -και λόγω της αναστολής της ρήτρας αναπροσαρμογής- κρίθηκε αναγκαίο να δοθεί ελευθερία κινήσεων στους καταναλωτές. Έτσι, ακόμη και υπογεγραμμένα συμβόλαια θα μπορούν να «σπάσουν» χωρίς ποινές πρόωρης αποχώρησης, ενώ το ίδιο θα συμβαίνει και κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών. Αυτό έχει ήδη εγείρει ενστάσεις, καθώς είναι ορατό το ενδεχόμενο να υπάρξει μερίδα καταναλωτών που θα αφήνει απλήρωτους λογαριασμούς στον έναν πάροχο για να μεταφερθεί στον επόμενο. Το όλο πλαίσιο των αλλαγών που προαναφέρθηκε αφορά μόνο τους καταναλωτές που έχουν επιλέξει το κυμαινόμενο τιμολόγιο. Θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν τα σταθερά τιμολόγια, τα οποία προς το παρόν έχουν επιλέξει περίπου 500.000 καταναλωτές. Στα σταθερά τιμολόγια δεν θα υπάρχει κρατική επιδότηση, ενώ τα τιμολόγια δεν θα αλλάζουν κάθε μήνα όπως στα κυμαινόμενα. Λόγο να παραμείνουν στα σταθερά τιμολόγια θα έχουν για το επόμενο χρονικό διάστημα μόνο όσοι πρόλαβαν να «κλειδώσουν» τις τιμές λιανικής τον περασμένο Οκτώβριο και Νοέμβριο στα επίπεδα των 9-10 λεπτών ανά κιλοβατώρα, καθώς αυτή η χρέωση θα παραμείνει χαμηλότερη απ’ αυτή που θα προκύπτει με το νέο καθεστώς ακόμη και μετά την καταβολή της κρατικής επιδότησης.