Με τον πληθωρισμό να μαίνεται σε όλη την Ευρώπη, το προσωπικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πιθανότατα θα χάρηκε όταν έλαβε αυτόματη αύξηση μισθού.
Το μόνο πρόβλημα: Τέτοιες αυξήσεις μισθών έρχονται σε αντίθεση με τις συμβουλές της ίδιας της Επιτροπής προς τις κυβερνήσεις και τους κοινωνικούς εταίρους.
Τα στελέχη της Επιτροπής στο Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, συμπεριλαμβανομένων των μελών του Σώματος των Επιτρόπων, έλαβαν αύξηση μισθού 2,4% τον Ιούνιο, με αναδρομική εφαρμογή από τον Ιανουάριο.
Η συνολική αύξηση του κόστους εργασίας της Επιτροπής ανέρχεται σε 95 εκατ. ευρώ για το 2022, δήλωσε εκπρόσωπος της Κομισιόν. Η προσαρμογή επηρεάζει επίσης τις κρατήσεις που καταβάλλονται από τους αξιωματούχους πίσω στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ανεβάζοντας το καθαρό δημοσιονομικό αποτέλεσμα στα 78 εκατομμύρια ευρώ, πρόσθεσε ο εκπρόσωπος. Το χαρακτήρισε ως «αυτόματο υπολογισμό χωρίς καμία πολιτική διακριτική ευχέρεια».
Ωστόσο, η προσαρμογή έρχεται σε αντίθεση με τις συμβουλές της ίδιας της εκτελεστικής εξουσίας της ΕΕ σχετικά με τον καθορισμό των μισθών. Από καιρό αντιτίθεται στη λεγόμενη αυτόματη αναπροσαρμογή των μισθών στον πληθωρισμό με το σκεπτικό ότι κάτι τέτοιο πυροδοτεί σπείρα μισθών-τιμών και ωθεί τον πληθωρισμό ακόμη υψηλότερα. Πολλές χώρες της ΕΕ εγκατέλειψαν την πρακτική μετά τον στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του 1970, με μόνο το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο να συνεχίζουν την πρακτική.
«Ένα σημαντικό στοιχείο για να μην παγιωθεί ο πληθωρισμός είναι να αποφευχθούν οι σπείρες των μισθών και αντίστοιχα υπάρχει επίσης σημαντική ευθύνη των κοινωνικών εταίρων να βρουν τη σωστή ισορροπία», δήλωσε τον περασμένο μήνα ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Σύμφωνα με τους κανόνες προσωπικού της ΕΕ, οι μισθοί προσαρμόζονται ετησίως για να ληφθούν υπόψη οι αλλαγές στο κόστος διαβίωσης. Αλλά αυτό μπορεί να συμβεί δύο φορές το χρόνο και να ισχύει αναδρομικά εάν ο πληθωρισμός έχει αυξηθεί πάνω από το 3% στην περίοδο αναφοράς, όπως συνέβη μεταξύ Ιουλίου και Δεκεμβρίου 2021, όταν ο πληθωρισμός στο Βέλγιο και το Λουξεμβούργο ήταν κατά μέσο όρο 3,5 τοις εκατό.
Αυτή η τιμαριθμική αναπροσαρμογή στη συνέχεια προσαρμόζεται για αλλαγές στην αγοραστική δύναμη των εθνικών δημοσίων υπαλλήλων σε 10 χώρες της ΕΕ — Βέλγιο, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες, Αυστρία, Πολωνία και Σουηδία. Το ποσοστό αυτό μειώθηκε κατά 1,1% κατά την ίδια περίοδο, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την τελική προσαρμογή 2,4%.
Οι υπάλληλοι της Επιτροπής σε άλλες χώρες εκτός από το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο έλαβαν επίσης αύξηση μισθού, αλλά αυτή σταθμίζεται ανάλογα με τις εθνικές συνθήκες.
Πηγή: Politico