Skip to main content

Ευρώπη και Αμερική στο τέλμα της αβεβαιότητας

Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]

Τα χρηματιστήρια σε όλο τον κόσμο συχνά υπερβάλλουν. Συμβαίνει το ίδιο και αυτή τη φορά; Με την απότομη καθίζηση που υπέστησαν οι αγορές μετά τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ για την επικείμενη αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες;

Έστω και αν η απόφαση αυτή είχε προεξοφληθεί εδώ και εβδομάδες, το κλίμα πάντως έχει αλλάξει. Αναμφίβολα, οι αγορές βλέπουν τις περισσότερες φορές πιο μακριά από τους κοινούς θνητούς. Για διάφορους λόγους. Κυρίως γιατί προβλέπουν επιβράδυνση της ανάπτυξης. Ειδικά για τις υπερχρεωμένες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, όπου η μειωμένη ανάπτυξη συνδυάζεται με ένα τεράστιο δημόσιο χρέος. Και τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα στο μέλλον

Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, μίλησε γενικά για κάποια «μέσα» παροχής βοήθειας,αλλά κράτησε κρυφά τα χαρτιά που έχει στη διάθεσή της. Μήπως όμως αυτό σημαίνει ότι τα «γεράκια» έχουν πάρει το πάνω χέρι στην ΕΚΤ, σήμερα;

Πριν 10 χρόνια, ο τότε πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι είχε πει την περίφημη φράση: «ό,τι χρειαστεί» για να σώσει το ευρώ μετά την ελληνική κρίση. Η φράση αυτή ισχύει και σήμερα ή έχει δώσει τη θέση της στην αβεβαιότητα μιας Ευρώπης των συμβιβασμών; Και όχι μόνο στη νομισματική πολιτική.

Αβέβαιο τέλος για πόλεμο και πληθωρισμό

Το πρόβλημα είναι ότι ουδείς γνωρίζει πότε θα τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Κανείς δεν ξέρει πότε ο Πούτιν θα έχει επιτύχει τους στόχους της περίφημης πλέον «ειδικής στρατιωτικής του επιχείρησης» στην Ουκρανία. Και επομένως είναι αδύνατο να προβλέψουμε  πότε ο αντίκτυπος των κυρώσεων, ιδίως το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο θα σταματήσει να ανεβάζει τις τιμές της ενέργειας. Σύμφωνα μάλιστα με προβλέψεις κάποιων ειδικών,  δεν αποκλείεται το Brent να ξεπεράσει τα 150 δολάρια το βαρέλι- ένα σενάριο καταστροφής για τις δυτικές οικονομίες.

Για τον πληθωρισμό, συμβαίνει λίγο πολύ το ίδιο πράγμα: Όσο κι αν προσπαθούμε να προβλέψουμε την κορύφωσή του, ουδείς μπορεί να μιλήσει με βεβαιότητα.

Ο πληθωρισμός όμως αυξάνει τις ανισότητες και τις ανισορροπίες. Αποθαρρύνει την αποταμίευση, στερώντας την οικονομία από μελλοντική χρηματοδότηση. Μειώνει τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών και αυξάνοντας το κόστος της πίστωσης, ωθεί τις εταιρείες να μειώσουν τις επενδύσεις τους και μειώνει την κατανάλωση των νοικοκυριών, δύο βασικούς μοχλούς ανάπτυξης.

Ο υψηλός πληθωρισμός που δικαιολογεί την άνοδο των επιτοκίων, δεν έχει απογειωθεί όμως στην Ευρώπη λόγω των μισθών και των αυξημένων δαπανών για επενδύσεις. Είναι αποτέλεσμα των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία, της αναταραχής στην εφοδιαστική αλυσίδα και των συνεπειών του Covid στις οικονομίες των χωρών μελών της ευρωζώνης.

Χρειάζονται άμεσα μέτρα -μεταξύ άλλων, ένα ανώτατο όριο στις τιμές του φυσικού αερίου, όπως ζητούν η Ιταλία και η Ελλάδα, κυρίως. Ισως αυτό να είναι ένα πολύ πιο αποτελεσματικό όπλο από ένα νέο πρόγραμμα Pepp ή άλλες νομισματικές λύσεις.

Αβεβαιότητα Μπάιντεν

Η ευρωπαϊκή οικονομία δεν πρέπει να περιμένει επίσης, βοήθεια  από την αμερικανική που αντιμετωπίζει επίσης τον υψηλότερο  πληθωρισμό των τελευταίων 40 ετών ( 8,6% τον Μάιο). Οι επερχόμενες αυξήσεις επιτοκίων της Fed, εκτός από το ότι στραγγαλίζουν την οικονομία και φέρνουν την ύφεση πιο κοντά, προαναγγέλλουν ένα άσχημο αποτέλεσμα για τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, για την ανανέωση του Κογκρέσου.

Οι τιμές των καυσίμων αυξήθηκαν κατά 17% τον Μάιο. Τον τελευταίο χρόνο,το κόστος των καυσίμων έχει υπερδιπλασιαστεί. Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 10% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν χαρακτήρισε  πριν από ένα μήνα την καταπολέμηση του πληθωρισμού ως κορυφαία προτεραιότητα. Οι αντίπαλοί του, τον κατηγορούν ότι αναγνώρισε πολύ αργά τους κινδύνους του επίμονου πληθωρισμού και ότι έκανε πολύ λίγα για να τους αντιμετωπίσει. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, μόνο το 41% των Αμερικανών συμφωνεί με τις πολιτικές του προέδρου Μπάιντεν. Και το φάντασμα του Ντόναλντ Τραμπ, πλανάται ήδη στην Αμερική…