Συνέντευξη στη Ραλλού Αλεξοπούλου και τον Μιχάλη Ψύλο
«H πρόοδος που σημείωσαν οι ελληνικές τράπεζες στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους τα τελευταία χρόνια είναι αξιέπαινη και οφείλω πραγματικά να τις συγχαρώ», τονίζει σε συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική» ο Αντρέα Ένρια, πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών από το 2011 ως το 2019, ο Ιταλός οικονομολόγος Αντρέα Ένρια είναι αναμφίβολα από τους πλέον αρμόδιους και έμπειρους ειδικούς στα τραπεζικά θέματα. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια δεν βρίσκονται πλέον στους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών, αλλά εξακολουθούν να είναι στην ελληνική οικονομία.
«Τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει σε επίπεδο πολιτικής για την αντιμετώπισή τους;» είναι το ερώτημα που έθεσε η «Ναυτεμπορική» στον Αντρέα Ένρια:
«Οι ελληνικές τράπεζες ξεκίνησαν από μια πολύ δύσκολη κατάσταση όσον αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) και η πρόοδος που έχουν σημειώσει είναι εντυπωσιακή. Η μαζική εξυγίανση των ισολογισμών τους, η οποία ουσιαστικά επιταχύνθηκε το 2021, παρά τις προκλήσεις που δημιούργησε η πανδημία, κατέστη δυνατή κυρίως χάρη στις τιτλοποιήσεις, τις πωλήσεις των ΜΕΔ, που πραγματοποιήθηκαν με την υποστήριξη του Ελληνικού Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (Σχέδιο «Ηρακλής») σημείωσε ο κ. Ένρια και πρόσθεσε: «Στο μέλλον, θα είναι σημαντικό να επιταχυνθεί ο ρυθμός αναδιάρθρωσης των κόκκινων δανείων, βασιζόμενοι περισσότερο σε οργανικές λύσεις, όπως είναι οι βιώσιμοι συμβιβασμοί, για την αντιμετώπιση του ζητήματος. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, παρόλο που δεν περιλαμβάνονται πλέον στους ισολογισμούς του τραπεζικού συστήματος, παραμένουν ένα σημαντικό εμπόδιο για την ελληνική οικονομία. Καθώς η οικονομία ανακάμπτει, η ενίσχυση του ύψους των δανείων είναι μια ολοένα και πιο σημαντική προτεραιότητα για το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα».
Αποτελεσματικές λύσεις
Ο πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ υπογραμμίζει ότι «οι τράπεζες και οι δανειολήπτες χρειάζονται αποτελεσματικές λύσεις σε περίπτωση που αυτοί αντιμετωπίσουν δυσκολίες πληρωμής. Αυτό περιλαμβάνει τρόπους υποστήριξης ευάλωτων οφειλετών, καθώς και αποτελεσματικές διαδικασίες ανάκτησης του χρέους, χωρίς να επιβάλλονται έκτακτες αναστολές στη διαδικασία είσπραξης. Πολύ σημαντικές είναι επίσης οι εξωδικαστικές λύσεις για την αναδιάρθρωση του χρέους και ένα εύρυθμο δικαστικό σύστημα. Αυτές οι συνθήκες δεν ίσχυαν πάντα στην Ελλάδα, αλλά έχει σημειωθεί πρόοδος. Το νέο θεσμικό πλαίσιο περί αφερεγγυότητας, για παράδειγμα, είναι ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η πιστωτική επέκταση απαιτεί επίσης επαρκή ζήτηση για υγιείς πιστώσεις , η οποία προέρχεται από την αύξηση της σωρευτικής ζήτησης και τις διαρθρωτικές αλλαγές που υποστηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα.
Ανάγκη λύσης για το DTC
Η «Ναυτεμπορική» ρώτησε τον Αντρέα Ένρια αν θεωρεί πρόβλημα το υψηλό ποσοστό των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC), που θα επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να περιορίσουν ακόμη ταχύτερα τον όγκο των κόκκινων δανείων.
«Εξετάζοντάς το από τη σκοπιά του συνολικού τραπεζικού συστήματος, το τραπεζικό κεφάλαιο είναι σημαντικό για τις τράπεζες επειδή διασφαλίζει την ικανότητα απορρόφησης ζημιών» τονίζει ο πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ. «Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως τέτοια. Το αυξανόμενο μερίδιο των DTC στο τραπεζικό κεφάλαιο αποτελεί πηγή προβληματισμού, από αυτή την άποψη. Είναι σημαντικό να αναθεωρηθεί το ελληνικό πλαίσιο του DTC βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, για να δοθεί μια συνολική και διαρθρωτική λύση σε αυτό το ζήτημα, όπως ανέφερε η ΕΚΤ σε νομική γνωμοδότηση σχετικά με την αλλαγή στη σχετική νομοθεσία τον Ιούλιο του 2021. Ενίσχυση της ικανότητας απορρόφησης ζημιών θα χρειαστεί επίσης για να πληρούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL), όπως έχει συμφωνηθεί στη νομοθεσία της ΕΕ».
– Τι σημαίνει αυτό από μια πιο μακροοικονομική προοπτική;
– «Το τραπεζικό κεφάλαιο είναι κρίσιμο για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Υπάρχουν άφθονα εμπειρικά στοιχεία ότι οι τράπεζες με μικρότερη κεφαλαιοποίηση είναι λιγότερο πιθανό να επεκτείνουν τον δανεισμό και είναι πιο επιρρεπείς σε πιο αυστηρά πρότυπα, όταν το μακροοικονομικό περιβάλλον επιδεινώνεται» τονίζει ο Αντρέα Ένρια και εξηγεί: «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ένας τραπεζικός τομέας που βασίζεται σε μια ευρεία βάση ιδίων κεφαλαίων, μπορεί να υποστηρίξει καλύτερα την πραγματική οικονομία, τόσο σε καλές όσο και σε δύσκολες στιγμές. Ορισμένες ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη προσελκύσει νέα κεφάλαια στην αγορά».