Skip to main content

Ο κλάδος τροφίμων αναζητεί «διέξοδο» μέσω ανατιμήσεων

Από την έντυπη έκδοση

Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]

Το υψηλό «κόστος της αβεβαιότητας» αποτελεί την κυρίαρχη επιβάρυνση της εγχώριας βιομηχανίας τροφίμων, ενώ οι ανατιμήσεις στο ράφι φέρεται ότι είναι μονόδρομος βιωσιμότητας για την αγορά.

Στελέχη πέντε επιχειρήσεων της βιομηχανίας τροφίμων, μιλώντας στη «Ν», στο πλαίσιο συνάντησης με δημοσιογράφους που πραγματοποίησε η πρωτοβουλία «Ελλαδικά μας», ανέφεραν ότι στην παρούσα συγκυρία η αγορά καλείται να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια για να καλύψει αυξημένα λειτουργικά κόστη σε ένα περιβάλλον πλήρους αστάθειας. Καλείται δηλαδή να επενδύσει στο αβέβαιο.

«Η αβεβαιότητα με τα κόστη είναι μεγάλη. Αυτή τη στιγμή όλα κινούνται ανοδικά, αλλά δεν ξέρουμε πώς μπορεί να αλλάξουν
τα δεδομένα από μέρα σε μέρα και πώς θα επηρεαστούν οι συμφωνίες» σημειώνει η υπεύθυνη Εξαγωγών της Trikalinos Λίλα
Κούρτη, ενώ ο επικεφαλής της εταιρείας Ζαφείρης Τρικαλινός προσθέτει ότι «χονδρικά οι αυξήσεις σε πρώτες και δεύτερες ύλες αγγίζουν το 50% και κανείς δεν ξέρει πότε θα υπάρξει αποκλιμάκωση».

«Οι συμφωνίες με το εξωτερικό αγγίζουν το όριο του να μην είναι πια συμφέρουσες. Σαφώς και δεν μπορείς να σταματήσεις
ό,τι έχεις χτίσει τόσα χρόνια για να εισέλθεις σε μια ξένη αγορά, ωστόσο αυτή τη στιγμή όλα είναι ρευστά και η επιβάρυνση μεγά-
λη.Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υπάρχουν σταθερές τιμές ούτε στα υλικά για τη συσκευασία και τα συμβόλαια έχουν ρήτρες την
εξέλιξη της χρηματιστηριακής τιμής εμπορευμάτων» αναφέρει, από την πλευρά του, ο γενικός διευθυντής της ΕΨΑ Μιχάλης
Τσαούτος.

«Πριν από τρεις μήνες τα δεδομένα στην αγορά ήταν τελείως διαφορετικά. Ο πόλεμος τα έχει ανατρέψει όλα. Και δεν είναι μόνο το αυξημένο κόστος που καλείται να καλύψει μια εταιρεία τροφίμων, αλλά καλείται να διαχειριστεί και τον αντίκτυπο της πολυεπίπεδης κρίσης και στον πρωτογενή τομέα.

Για παράδειγμα, ενημερωθήκαμε από τους παραγωγούς της Καβάλας ότι δεν σκοπεύουν να προχωρήσουν στη φύτευση
φασολιών, γιατί το κόστος καλλιέργειας είναι υψηλό. Αυτή η απόφαση επηρεάζει άμεσα τη βιομηχανία οσπρίων και πρέπει να βρεθούν εναλλακτικές» σημειώνει ο γενικός διευθυντής της 3αλφα Κωνσταντίνος Καραγεωργίου.

Αναπροσαρμογή τιμών

Σε αυτό το πλαίσιο, η αναπροσαρμογή των τιμολογίων θεωρείται μονόδρομος, με την πλειονότητα των εταιρειών να έχει προχωρήσει σε αυξήσεις τιμών, καθώς -όπως εξηγούν τα στελέχη- η συνολική επιβάρυνση είναι τόσο μεγάλη που δεν γίνεται να απορροφηθεί ολόκληρη από τη βιομηχανία. «Η 3αλφα προχώρησε σε αύξηση τιμών 6% στο πρώτο δίμηνο του 2022, όταν μεσοσταθμικά έχει υποστεί αυξήσεις 45% στις βασικές πρώτες ύλες. Η εταιρεία διατηρούσε σταθερή τιμολογιακή πολιτική από το 2007 και δεν είχε προχωρήσει σε καμία αύξηση, πλέον όμως τίθεται θέμα βιωσιμότητας και δεν γίνεται να απορροφήσει όλο το κόστος» αναφέρει ο κ. Καραγεωργίου.

Αντίστοιχα, σε αύξηση τιμών 7% προχώρησε η ΕΨΑ μέσα στο δίμηνο Φεβρουαρίου-Μαρτίου. Όπως σημειώνει ο κ. Τσαούτος,
«εάν δεν είχαν γίνει οι πρόσφατες εξαγγελίες για τη στήριξη στο ενεργειακό κόστος, ενδεχομένως να ξαναβλέπαμε το θέμα των ανατιμήσεων.

Όμως περιμένουμε να δούμε πώς θα αποδώσουν τα μέτρα αυτά και θα επαναξιολογήσουμε την κατάσταση σε βάθος χρόνου. Βαρόμετρο τη φετινή σεζόν αποτελεί και η πορεία του τουρισμού. Στον βαθμό που επιβεβαιωθούν Το υψηλό «κόστος της αβεβαιότητας» αποτελεί την κυρίαρχη επιβάρυνση της εγχώριας βιομηχανίας τροφίμων, ενώ οι ανατιμήσεις στο ράφι φέρεται ότι είναι μονόδρομος βιωσιμότητας για την αγορά. οι θετικές προβλέψεις για ρεκόρ αφίξεων, θα δοθεί σημαντική ώθηση στην αγορά».

Από την πλευρά του, ο Συνεταιρισμός Κροκοπαραγωγών Κοζάνης προχώρησε σε στοχευμένες ανατιμήσεις 10%-12% μόνο
στους βιολογικούς κωδικούς την 1η Φεβρουαρίου, μια κίνηση που -όπως ανέφερε ο γενικός γραμματέας Νίκος Πατσιούρας- κρίθηκε αναγκαία για να ισοσκελιστούν τα υψηλά κόστη καλλιέργειας. Μάλιστα, προκειμένου να αντισταθμιστεί και η χαμηλότερη, σε σχέση με το παρελθόν, στρεμματική απόδοση των καλλιεργειών, ο συνεταιρισμός προχωρά στην ένταξη με πενταετείς συμβάσεις επιπλέον 2.000 στρεμμάτων (σήμερα αξιοποιούνται 5.500 στρέμματα).

Σε μικρότερης έκτασης αύξηση της τάξεως του 3% προχώρησε η Trikalinos προκειμένου να αντεπεξέλθει στα αυξημένα λειτουργικά κόστη. Όπως επισήμανε ο κ. Τρικαλινός, «πρόκειται για την πρώτη αύξηση τιμών εδώ και δέκα χρόνια». 

Αντίθετα, μηδενικές αναπροσαρμογές στα τιμολόγιά της διατηρεί η Αττική Μελισσοκομική Εταιρεία Αλέξανδρος Πίττας, με τη διοίκηση να αναφέρει ότι «η απόφαση να μην προχωρήσουμε σε καμία αύξηση στις τιμές είναι στρατηγική. Επιλέξαμε να στηρίξουμε την κατανάλωση. Το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα εξαρτάται από την εικόνα που θα εμφανίσει η νέα σοδειά, η οποία καθυστέρησε περί τον 1,5 μήνα λόγω των κλιματικών αλλαγών. Εάν η εγχώρια παραγωγή ξεπεράσει τους 15 χιλ. τόνους, θα είναι μια καλή χρονιά, που θα μας βοηθήσει να αντεπεξέλθουμε ενδεχομένως χωρίς να προχωρήσουμε σε ανατιμήσεις».