«Δυστυχώς δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι ενδέχεται για ένα χρονικό διάστημα να έχουμε πολύ λίγο πετρέλαιο και πολύ λίγη βενζίνη» ανέφερε στην εκπομπή RTL Direkt χθες βράδυ ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας και αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ σχετικά με το σχεδιαζόμενο από την Κομισιόν εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο.
Μάλιστα οι ελλείψεις αναμένονται πιο έντονες κυρίως στην ανατολική Γερμανία αλλά και το Βερολίνο, διότι αυτές οι περιοχές τροφοδοτούνται με παράγωγα του πετρελαίου από το μεγάλο διυλιστήριο στο Σβεντ του Βραδεμβούργου, το οποίο επεξεργάζεται προς το παρόν αποκλειστικά ρωσικό πετρέλαιο.
Aυτά τα δεδομένα βεβαίως οδηγούν σε νέες αυξήσεις στην τιμή της βενζίνης και της ντίζελ. Οι τιμές στα γερμανικά πρατήρια καυσίμων αυτή τη στιγμή κινούνται ήδη πάνω από τα επίπεδα της περασμένης εβδομάδας.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την γερμανική λέσχη αυτοκινήτου ADAC, ένα λίτρο σούπερ κοστίζει 2,002 ευρώ κατά μέσο όρο στη Γερμανία, σημειώνοντας αύξηση 4,8 σεντ από την περασμένη εβδομάδα. Η τιμή της ντίζελ κινείται επίσης στα 2,075 ευρώ, δηλαδή 5,6 σεντ περισσότερο σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα. Κι όλα αυτά, ενώ στο μεταξύ η εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό πετρέλαιο έχει πέσει από το 36% στο 12%.
Σχέδια για μικρότερα περιθώρια κέρδους
Προβληματισμό για την πορεία του πληθωρισμού προκαλεί πάντως νέα νέα έρευνα-δημοσκόπηση του οικονομικού Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου για την πορεία του πληθωρισμό. Σύμφωνα με την έρευνα, η πλειοψηφία των γερμανικών επιχειρήσεων στους τομείς του χονδρικού εμπορίου και της βιομηχανίας σχεδιάζουν αναγκαστικά λόγω των συνθηκών σημαντικές αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων ή υπηρεσιών το επόμενο τρίμηνο. Ακολουθούν ο κατασκευαστικός κλάδος και ο τομέας του λιανικού εμπορίου.
Βασικός λόγος για τις αυξήσεις θεωρείται η αύξηση στις τιμές πρώτων υλών και άλλων βασικών προμηθειών, αλλά και το υψηλότερο ενεργειακό κόστος που καλούνται πλέον να πληρώσουν για την εξυπηρέτηση της παραγωγής.
Το Ifo υπολογίζει μάλιστα ότι ο πληθωρισμός θα ξεπεράσει το 7% τους επόμενους μήνες. Ωστόσο όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος Τίμο Βολμερχόιζερ, από την έρευνα προκύπτει επίσης ότι οι εταιρείες που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση δεν προτίθενται να μετακυλίσουν όλα τα επιπλέον κόστη στους πελάτες, αλλά κάνουν σχεδιασμούς με μικρότερα περιθώρια κέρδους για τις ίδιες.