Skip to main content

Πόλεμος στην Ουκρανία: Πώς επηρεάζει ΕΚΤ και Σύμφωνο Σταθερότητας

Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected] 

Πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος: Πέρα από την ανθρώπινη τραγωδία που προκαλεί, επιβάλει και τους δικούς του μηχανισμούς την οικονομία. Πρώτα, πρώτα και κύρια στην Ευρώπη. Μετά την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην Ουκρανία, οι αναταράξεις είναι τεράστιες σε όλους τους τομείς: Στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τα αγροτικά προϊόντα, την εφοδιαστική αλυσίδα, στα χρηματιστήρια, στα βαλάντια των νοικοκυριών.

Ο πόλεμος ξέσπασε όμως λίγες ημέρες πριν από δύο κρίσιμα γεγονότα για την ευρωπαϊκή οικονομία, την προσεχή Πέμπτη: τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ στις 10 Μαρτίου και την ίδια ημέρα, τη σύνοδο κορυφής των 27 στις Βερσαλλίες, όπου θα γίνει από την Γαλλική προεδρία της ΕΕ ,η επίσημη έναρξη των συζητήσεων για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας.

Πώς θα επηρεάσει ο πόλεμος τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων;  Στην Φρανκφούρτη, θα ανακοινωθούν οι νέες μακροοικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το ΔΣ της ΕΚΤ είχε φυσικά χαράξει στη συνεδρίαση του Φεβρουαρίου τη γραμμή: Επιτάχυνση του ρυθμού μείωσης των καθαρών αγορών κρατικών ομολόγων, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για αύξηση των επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους. Η στρατηγική αυτή όμως, διατυπώθηκε πριν από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία. Ηδη, τον Φεβρουάριο, ο πληθωρισμός στις χώρες του ευρώ έφτασε στο επίπεδο ρεκόρ του 5,8%.Η ΕΚΤ θα μπορούσε να λάβει αντίμετρα αυξάνοντας τα επιτόκια. Ωστόσο, οι κεντρικοί τραπεζίτες πρέπει τώρα να δουν πώς θα αντισταθμιστεί η αυξανόμενη αβεβαιότητα που δημιουργεί η ρωσο-ουκρανική σύγκρουση. Ιδιαίτερα, καθώς ουδείς γνωρίζει πόσο θα διαρκέσει.

Στη συνεδρίαση της ηγεσίας της ΕΚΤ στο Παρίσι, ο επικεφαλής οικονομολόγος Φίλιπ Λέιν παρουσίασε τρία διαφορετικά σενάρια: Ένα μετριοπαθές  , που προβλέπει ότι το  ΑΕΠ της ευρωζώνης θα μειωθεί κατά 0,3 έως 0,4%,εφέτος.Ενα πιο ακραίο μοντέλο που προβλέπει σχεδόν -1% και ένα τρίτο,που δεν βλέπει  πρακτικά καμία συνέπεια – αλλά αυτό θεωρείται απίθανο. Ο Λέιν δεν έκανε πρόβλεψη για τον πληθωρισμό, αλλά έδειξε ότι η πρόβλεψη για το 2022 είναι ότι πιθανότατα θα αυξηθεί σημαντικά.

«Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ρευστή κατάσταση, η οποία εξελίσσεται μέρα με τη μέρα. Είναι πολύ πιθανό να υπάρξει αποδυνάμωση της οικονομικής ανάπτυξης και αύξηση του ενεργειακού κόστους, αν όχι και πραγματικό δελτίο , στις ενεργειακές πρώτες ύλες», λέει ο οικονομολόγος Ντομένικο Λομπάρντι, πρώην  σύμβουλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι σημαντικό η ΕΚΤ να υιοθετήσει μια συνετή στάση, διαθέτοντας επαρκή χρόνο για μια πιο εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της κατάστασης», τονίζει ο Λομπάρντι και εκτιμά ότι η Φρανκούρτη «θα αποφύγει τη λήψη μέτρων που θα μπορούσαν στη συνέχεια να αποδειχθούν υπερβολικά περιοριστικά και επιζήμια για την οικονομία μας»

Τα γεράκια ακονίζουν τα νύχια

 

Οσο και αν υπάρχουν ισχυρές φωνές στην ΕΚΤ που θέλουν να αναβάλουν την ανατροπή της νομισματικής πολιτικής, λόγω της αβεβαιότητας που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι αντιστάσεις είναι πολλές. Θα κρατηθούν υπό έλεγχο όμως ,τα «γεράκια» του Βορρά, βλέποντας τον αυξανόμενο πληθωρισμό; Ο πρόεδρος της Bundesbank Γιόακιμ Νάγκελ, διαφωνεί πλέον δημόσια. Παρά τον πόλεμο, ο νέος πρόεδρος της Bundesbank πιέζει να απομακρυνθεί η ΕΚΤ από την εξαιρετικά χαλαρή νομισματική της πολιτική. «Πρέπει να παρακολουθούμε την εξομάλυνση της νομισματικής μας πολιτικής», είπε ο Νάγκελ, παρουσιάζοντας την περασμένη Τετάρτη τον ισολογισμό της Bundesbank. Ο Νάγκελ έχει εντελώς διαφορετική στάση, από ό,τι, για παράδειγμα, ο επικεφαλής της ελληνικής κεντρικής τράπεζας Γιάννης Στουρνάρας», γράφει η γερμανική FAZ.«Ο Στουρνάρας έχει την άποψη ότι, ενόψει του πολέμου, η ΕΚΤ θα έπρεπε να συνεχίσει να αγοράζει ομόλογα, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους», γράφει η γερμανική εφημερίδα και προσθέτει ότι «ο 55χρονος Νάγκελ έχει ήδη καταστήσει σαφές πώς θα συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά του στο πνεύμα του προκατόχου του Γενς Βάιντμαν. 

Ευρωπαϊκές τραπεζικές πηγές τονίζουν πάντως ότι μπορεί να ακούγεται περίεργο, αλλά «όσο πιο δραματική γίνεται η κατάσταση στην Ουκρανία,  τόσο  η ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων ηρεμεί και οι αποδόσεις πέφτουν». Επενδυτικός κυνισμός ή απλά και δπλωματικά, Realpolitik . Το μυστήριο εξηγείται γρήγορα: η στρατιωτική κλιμάκωση υποδηλώνει ότι οι υπεύθυνοι λήψης πολιτικών αποφάσεων και οι κεντρικές τράπεζες θα προσέξουν να μην μειώσουν την τρέχουσα υποστήριξη για την ανάπτυξη στο εγγύς μέλλον. Ακόμη και η Γερμανία  -παρόλο που βρίσκεται στο χείλος της ύφεσης- αποφάσισε να αυξήσει δραματικά τις στρατιωτικές της δαπάνες. Η απόφαση της γερμανικής Βουλής για τη συγκρότηση ενός ταμείου ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για τον εξοπλισμό της χώρας, δεν μπορεί παρά να επηρεάσει και γερμανική οικονομική πολιτική, με αποτέλεσμα να υπάρχουν φωνές και στο Βερολίνο για να αναβληθεί η αύξηση των επιτοκίων, παρά την αύξηση του πληθωρισμού. 

Το Σύμφωνο Σταθερότητας

 

Πόσο θα επηρεάσει όμως ο πόλεμος και τις συζητήσεις για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας; Η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας διαρκεί μέχρι το τέλος του έτους ,αλλά ο Ευρωπαίος Επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι τόνισε ότι η Κομισιόν «θα αξιολογήσει την κατάσταση για να δούμε εάν οι συνθήκες που προκάλεσαν τη ρήτρα διαφυγής  θα επανεμφανιστούν. Σε αυτή την περίπτωση οι προθεσμίες θα μπορούσαν να αλλάξουν», σημείωσε ο αρμόδιος για την οικονομία Επίτροπος «Το σενάριο  φαίνεται να έχει αλλάξει» αναφέρουν στην «Ναυτεμπορική» ευρωπαϊκές πηγές στις Βρυξέλλες . «Με τις τιμές της ενέργειας στα ύψη, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις σε ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία και τις προοπτικές ανάπτυξης σε ρυθμούς επιβράδυνσης, σίγουρα  δεν είναι η ώρα να δοθεί προτεραιότητα στις προσαρμογές των δημοσίων οικονομικών», τονίζουν οι ίδιες πηγές στη «Ν».

Κάποιες χώρες του Νότου, όπως η Ιταλία, ζητούν μάλιστα «την περαιτέρω αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας και τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού αντισταθμιστικού ταμείου για τα κράτη που πλήττονται περισσότερο από τις  κυρώσεις στη Ρωσία». Σύμφωνα με τον Κάρλο Αλτομόντε, καθηγητή στον τομέα της ευρωπαϊκής Οικονομικής Πολιτικής στο πανεπιστήμιο Μποκόνι του Μιλάνου, «είναι πολύ πιθανό η αναθεώρηση του Συμφώνου να αναβληθεί και η ρήτρα διαφυγής να παραμείνει ανοιχτή».

 Σύμφωνα με τον Πάολο Τζεντιλόνι, η πυξίδα που πρέπει να καθοδηγεί  τις επιλογές των Βρυξελλών είναι η διασφάλιση των αναπτυξιακών προοπτικών της ευρωπαϊκής οικονομίας. Εάν οι αβεβαιότητες που προκύπτουν από τη σύγκρουση στην Ουκρανία επηρεάσουν τις προοπτικές ανάκαμψης, οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας θα πρέπει να ανασταλούν περαιτέρω μετά το τέλος του έτους .

Ευρωπαϊκές πηγές, τονίζουν στην «Ν» ότι  «μόλις η Γερμανία αποκρυσταλλώσει αυτό το νέο πλαίσιο, τότε θα ξεκινήσει και η συζήτηση για τη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας. Κάτι που προφανώς δεν μπορεί να γίνει μπροστά σε μια κατάσταση τόσο ρευστή και αβέβαια, όσο η σημερινή. Ο φόβος νέων περιορισμών θα μπορούσε να έχει περαιτέρω αρνητική επίδραση στην ευρωπαϊκή οικονομία».