Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Βαρύς θα είναι ο λογαριασμός της κρίσης Ουκρανίας-Ρωσίας για τα εγχώρια νοικοκυριά, καθώς ένα νέο ανατιμητικό κύμα σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα είναι προ των πυλών, απομακρύνοντας τα σενάρια που ήθελαν αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων με τον ερχομό του θέρους.
Πέρα από τον άμεσο αντίκτυπο στο ενεργειακό κόστος, όλοι οι παραγωγικοί κρίκοι της αλυσίδας από το χωράφι στο ράφι επηρεάζονται από τις αναταραχές στον σιτοβολώνα της Ευρώπης, οι οποίες «καλλιεργούν» έδαφος για νέο ράλι στις τιμές τροφίμων, αρχής γενομένης από τα σιτηρά και τα έλαια. Αναλυτές της αγοράς επισημαίνουν πως δεδομένου ότι η Ρωσία είναι ο κορυφαίος εξαγωγέας σιταριού παγκοσμίως και η Ουκρανία συγκαταλέγεται μεταξύ των κορυφαίων στις εξαγωγές σιταριού και καλαμποκιού, οι επιπτώσεις στις τιμές αγροτικών προϊόντων είναι δεδομένες, ανεξαρτήτως εάν θα υπάρξει ή όχι εισβολή.
Στην παρούσα φάση κανείς δεν μπορεί να προχωρήσει σε ακριβή εκτίμηση για το ύψος των επιπτώσεων που θα έχει η διαμάχη Ουκρανίας – Ρωσίας στην κατανάλωση, και η έντονη ανησυχία για την ένταση που θα έχει το νέο κύμα ανατιμήσεων στο καλάθι της νοικοκυράς βασίζεται στο γεγονός ότι, πέρα από το αυξημένο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων, στο «παιχνίδι» μπαίνει πλέον και η παράμετρος της τιμής πρώτων υλών σε μια διευρυμένη γκάμα προϊόντων. Η Ρωσία και Ουκρανία αντιπροσωπεύουν το 30% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού και το 20% των προμηθειών καλαμποκιού. Αντιπροσωπεύουν επίσης πάνω από το 70%-80% των εξαγωγών ηλιέλαιου. Ήδη οι τιμές σε σιτάρι, καλαμπόκι και σόγια παραμένουν σε ιστορικά υψηλά, ενώ μια νέα ώθηση εξαιτίας της ρωσο-ουκρανικής κρίσης συνεπάγεται ότι μια σειρά από βασικά καταναλωτικά προϊόντα, όπως ψωμί, αλεύρι, ζυμαρικά, αρτοσκευάσματα, γαλακτοκομικά και κρέας, μπαίνουν σε νέο γύρο ανατιμήσεων.
Ακόμα και ο πασχαλινός οβελίας δύναται να επηρεαστεί από τις εξελίξεις επί ουκρανικού εδάφους. Οι επιπτώσεις στις ζωοτροφές, οι τιμές των οποίων ήδη κινούνται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, οδηγούν μεγάλο αριθμό κτηνοτρόφων σε πρόωρες σφαγές, προκειμένου οι παραγωγοί να αντλήσουν άμεσα έσοδα, γεγονός που αναπόφευκτα περιορίζει τον αριθμό των διαθέσιμων αμνοεριφίων για την πασχαλινή περίοδο που είναι σε δύο μήνες από σήμερα.
Στα οπωροκηπευτικά, ενδεχόμενη «εμπλοκή» στη διακίνηση των εισαγόμενων ειδών αυτόματα σηματοδοτεί ελλείψεις, ωθώντας τις τιμές σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα.
Ο κτηνοτροφικός και αγροτικός κόσμος ήδη κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με την εκτίναξη του κόστους παραγωγής, αλλά και του ενδεχόμενου ελλείψεων βασικών λιπασμάτων, ζωοτροφών και πρώτων υλών, εξέλιξη που σε συνδυασμό με την εκτίναξη του κόστους ενέργειας καθιστά μη βιώσιμη την αγροτική δραστηριότητα.
Από την πλευρά της η βιομηχανία τροφίμων παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και προωθεί σχεδιασμούς βέλτιστης διαχείρισης της κατάστασης. Ωστόσο το plan b για τη βιομηχανία δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, καθώς το εύρος των επιπτώσεων απλώνεται σε όλο το φάσμα της δραστηριότητας, από το κόστος βασικών πρώτων υλών έως τα υλικά συσκευασίας και το κόστος διακίνησης. Μέχρι στιγμής στελέχη της αγοράς δεν εκφράζουν ανησυχία σε ό,τι αφορά τα διαθέσιμα αποθέματα για την πλειονότητα των δραστηριοτήτων.