Skip to main content

Σνάμπελ: Η ΕΚΤ δεν μπορεί να αγνοήσει την αύξηση των τιμών των κατοικιών

Η αύξηση των τιμών κατοικιών έχει μπει στο ραντάρ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), με την Ιζαμπέλ Σνάμπελ να τη χαρακτηρίζει «άνευ προηγουμένου». Σύμφωνα με το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, η κεντρική τράπεζα οφείλει να εξετάσει αυτή την αύξηση των τιμών όταν αξιολογήσει το υψηλό επίπεδο πληθωρισμού για να αποφασίσει πόσο γρήγορα θα «σφίξει» τη νομισματική της πολιτική.

Σε σχόλιά της στους Financial Times ενόψει της συνεδρίασης του επόμενου μήνα στην οποία η ΕΚΤ θα αποφασίσει πότε αυστηροποιήσει την πολιτική της ως απάντηση στον πληθωρισμό- ρεκόρ που καταφράφεται στην Ευρωζώνη, η Σνάμπελ τόνισε ότι δεν γίνεται να αφνοηθεί αυτός ο παράγοντας (η αύξηση στις τιμές κατοικιών). 

«Αν συμπεριληφθεί αυτή [η αύξηση του κόστους ιδιοκτησίας κατοικίας], θα είχε ουσιαστική επίδραση στον πληθωρισμό, ιδιαίτερα στον πυρήνα του πληθωρισμού, όπου το βάρος των κατοικιών που κατοικούνται από ιδιοκτήτες είναι μεγαλύτερο», είπε. «Πρέπει να είναι μέρος των γενικών μας εκτιμήσεων», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με την Σνάμπελ, εφόσον συμπεριληφθεί το κόστος απόκτησης κατοικίας στην τιμή αναφοράς της Ευρωζώνης θα προσθέσει 0,6 ποσοστιαίες μονάδες στον βασικό πληθωρισμό του τρίτου τριμήνου του 1,4%, που εξαιρεί την ενέργεια και τα τρόφιμα, φτάνοντας τον στόχο της ΕΚΤ για 2%.

Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ευρωζώνη δεν περιλαμβάνει το κόστος απόκτησης ενός σπιτιού στα στοιχεία του πληθωρισμού. Ωστόσο, η ΕΚΤ είπε πέρυσι ότι θα ξεκινήσει μια πολυετή διαδικασία ενσωμάτωσης του κόστους στέγασης στο στοχευμένο μέτρο του πληθωρισμού. Μέχρι τότε, θα εξέταζε δείκτες τιμών, όπως ένας δείκτης τιμών κατοικιών για να δείξει την επίδρασή του.

Ωστόσο, ακόμη και χωρίς την πρόσφατη ετήσια άνοδο 8,8% στις τιμές των κατοικιών στην Ευρωζώνη, η Σνάμπελ είπε ότι η άνοδος του πληθωρισμού τον Ιανουάριο σε νέο υψηλό 5,1% και η πτώση της ανεργίας στο ιστορικό χαμηλό του 7% σημαίνουν ότι έχει αυξηθεί ο κίνδυνος αργοπορημένης δράσης και «ως εκ τούτου χρειαζόμαστε μια προσεκτική επανεκτίμηση των προοπτικών για τον πληθωρισμό».

Η Σνάμπελ ανέφερε επίσης τρεις παράγοντες που ανησυχούν περισσότερο τους αξιωματούχους σχετικά με τον αντίκτυπο του πληθωρισμού:

  • το κύμα μολύνσεων της παραλλαγής Όμικρον του κορωνοϊού ήταν πιο ήπιο από ό,τι αρχικά αναμενόταν,
  • η αγορά εργασίας έχει ανακάμψει γρήγορα από την πανδημία, και
  • η ετήσια άνοδος 26% στις τιμές παραγωγού στη βιομηχανία έδειξαν «αρκετή πίεση στον αγωγό»

«Φτάνουμε σε ένα σημείο όπου υπό το φως των προοπτικών για τον πληθωρισμό, τα οφέλη από περαιτέρω αγορές καθαρών περιουσιακών στοιχείων μπορεί να μην δικαιολογούν το πρόσθετο κόστος», είπε. «Υπάρχει εύλογο πιχείρημα για τον τερματισμό των καθαρών αγορών περιουσιακών στοιχείων», σημείωσε. 

Στο μεραξύ, οι αυξανόμενες προσδοκίες της αγοράς για μια «γερακίσια» αλλαγή στην πολιτική της ΕΚΤ έχουν ήδη οδηγήσει σε πτώση των τιμών των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης και αύξησαν τη διαφορά μεταξύ του κόστους δανεισμού της Γερμανίας και των πιο χρεωμένων χωρών όπως η Ιταλία.

Σύμφωνα με τη Σνάμπελ, η ΕΚΤ είναι «έτοιμη να αντιμετωπίσει τις σοβαρές μετατοπίσεις της αγοράς που οδηγούν σε κατακερματισμό», ενώ πρόσθεσε ότι οι αποδόσεις των ομολόγων παρέμειναν χαμηλές σύμφωνα με τα ιστορικά πρότυπα. «Ακόμη και αν οι τρέχουσες αποδόσεις των ομολόγων προσαρμοστούν προς τα πάνω, τα μέσα επιτόκια του χρέους των χωρών θα παραμείνουν χαμηλά για παρατεταμένη χρονική περίοδο», είπε, επισημαίνοντας ότι η Ευρωζώνη αναμένεται ακόμη να αναπτυχθεί ισχυρά. «Σε μια αναπτυσσόμενη οικονομία, η αύξηση των αποδόσεων δεν αποτελεί μεγάλη ανησυχία», κατέληξε. 

naftemporiki.gr