Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Αίσθηση στις Βρυξέλλες αλλά και στο Βερολίνο, προκάλεσε η επίθεση που εξαπέλυσε ο νέος ηγέτης των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, ζητώντας ορθά κοφτά από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ να αυξήσει τα επιτόκια. «Είναι αστείο», δήλωσε στη «Ναυτεμπορική», μια τραπεζική πηγή. «Κάποιοι υπερθεματίζουν υπέρ της ανεξαρτησίας της ΕΚΤ όταν συμφωνούν με την πολιτική της και αμέσως αλλάζουν στάση, όταν διαφωνούν»
Η επίθεση του σκληροπυρηνικού Γερμανού Χριστιανοδημοκράτη κατά της ηγεσίας της ΕΚΤ, μόνο τυχαία δεν είναι. Φαίνεται ότι κάποιοι κύκλοι στο Βερολίνο έχουν αρχίσει να χάνουν την υπομονή τους με την Λαγκάρντ και τα υπόλοιπα «περιστέρια» στην Φρανκφούρτη και ετοιμάζουν αντεπίθεση, ενόψει και της συνεδρίασης του ΔΣ της ΕΚΤ, στις 3 Φεβρουαρίου.
«Το μήνυμα που στέλνει η Bundesbank με έναν ολοένα ισχυρότερο τρόπο στην ΕΚΤ είναι ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα έχει πρωταρχικό καθήκον να υπερασπιστεί το γερμανικό βιομηχανικό σύστημα, και το κάνει αντιμετωπίζοντας την κούρσα των τιμών με ακόμη ενεργητικό τρόπο, όταν είναι απαραίτητο», τονίζουν Γερμανοί οικονομολόγοι, εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά τους για την πολιτική Λαγκάρντ.
Η ατμόσφαιρα αντιπαράθεσης, φάνηκε άλλωστε και με τη δημοσίευση των πρακτικών της τελευταίας συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ: Κάποια μέλη του ΔΣ-όπως οι επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών της Γερμανίας, του Βελγίου και της Αυστρίας- αντιτάχθηκαν επίσης στην παράταση της περιόδου για την επανεπένδυση των ληξιπρόθεσμων ομολόγων ,στο πλαίσιο του PEPP, κατά ένα χρόνο τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Αμφισβήτησαν έντονα τις αποφάσεις για πιο χαλαρή νομισματική πολιτική, ζητώντας να μείνει πιο ανοιχτή η επιλογή της αύξησης των επιτοκίων-τουλάχιστον στις προφορικές ανακοινώσεις της ΕΚΤ. Ωστόσο, υπήρξε γενική συμφωνία ότι, δεδομένης της υψηλής αβεβαιότητας σχετικά με τον μελλοντικό πληθωρισμό, η ΕΚΤ θα πρέπει «να διατηρήσει την ικανότητα να αξιολογεί τη νομισματική πολιτική, βάσει των δεδομένων, προς οποιαδήποτε κατεύθυνση»
Παρά τις πιέσεις, η Λαγκάρντ παραμένει αμετακίνητη: «Μια υπερβολικά ταχεία αύξηση των επιτοκίων, θα επιβράδυνε την οικονομική ανάπτυξη», είπε η πρόεδρος της ΕΚΤ μιλώντας στον γαλλικό ραδιοφωνικό σταθμό France Inter, την Πέμπτη. Η πρόεδρος της ΕΚΤ επανέλαβε την εκτίμηση ότι «ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί και θα υποχωρήσει σταδιακά, κατά τη διάρκεια του 2022» Οι χρηματοπιστωτικές αγορές αναμένουν ότι η αμερικανική Federal Reserve θα αυξήσει τα επιτόκια τον Μάρτιο και θα προχωρήσει σε έως και άλλες τρεις αυξήσεις φέτος.
Προβλήματα στις υπερχρεωμένες χώρες
Η Λαγκάρντ τόνισε ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν χρειάζεται να είναι τόσο επιθετική στη νομισματική πολιτική, όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. «Ο κύκλος της οικονομικής ανάκαμψης στις ΗΠΑ είναι μπροστά από αυτόν στην Ευρώπη», είπε η Γαλλίδα. «Έχουμε λοιπόν κάθε λόγο να μην ενεργούμε τόσο γρήγορα όσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί για τη Fed»
Ενδεικτικές είναι οι διαμετρικά αντίθετες τοποθετήσεις δύο ανώτατων στελεχών της ΕΚΤ-του αντιπροέδρου Λουίς ντε Γκίντος και επικεφαλής οικονομολόγου, Φίλιπ Λέιν. Γνωστός «ιέρακας» ο Ισπανός, Λουίς ντε Γκίντος, ρίχνει τα βέλη του συνεχώς κατά της Λαγκάρντ, επαναλαμβάνοντας συνεχώς ότι “ο πληθωρισμός θα διαρκέσει πολύ περισσότερο”. Αντίθετα, ο Φίλιπ Λέιν, υπερασπίζεται με έμφαση την γραμμή της Λαγκάρντ και της πλειοψηφίας, που αξιολογεί την τρέχουσα αύξηση του πληθωρισμού ως “προσωρινή”.
Η Γερμανική Frankfurter Allgemeine Zeitung κάνει μάλιστα λόγο για «μια ολοένα και πιο ξεκάθαρη λανθάνουσα σύγκρουση, που τους τελευταίους μήνες γίνεται σταδιακά πιο φανερή και έντονη, προφανώς λόγω του πληθωρισμού». Στο ίδιο μήκος κύματος, ο οικονομολόγος της Commerzbank, Μίκαελ Σούμπερτ τονίζει ότι «τα πρακτικά της ΕΚΤ δείχνουν ότι οι απόψεις των μελών του Συμβουλίου σχετικά με την κατάλληλη απάντηση στη νομισματική πολιτική, διαφέρουν πολύ ,λόγω των μεγάλων αβεβαιοτήτων που υπάρχουν».
Σε κάθε περίπτωση, θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα κατανεμηθούν οι ρόλοι στην επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της EKT: Στο παρελθόν, ο προηγούμενος πρόεδρος της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν είχε αναλάβει το ρόλο του «γερακιού», υποστηρίζοντας συνεχώς μια αυστηρότερη νομισματική πολιτική. Ο διάδοχός του, Γιόακιμ Νάγκελ, φαίνεται επίσης να κινείται στην ίδια κατεύθυνση.
Τρεις Γερμανοί οικονομολόγοι πάντως- ο Γιούργκεν Σταρκ, ο Τλόμας Μέγερ και ο Γκίντερ Σναμπλ –σε κοινό τους άρθρο ,εκτιμούν ότι «γίνεται ολοένα και πιο σαφές ότι ο πληθωρισμός θα αποκτήσει δυναμική χωρίς αντίμετρα νομισματικής πολιτικής». Αλλά προειδοποιούν: «Τέτοια αυστηροποίηση θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα για τα υπερχρεωμένα μέλη της ευρωζώνης»
Κεντρικές Τράπεζες και δημοκρατία
Υπάρχει όμως και μια άλλη διαφορά: Η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, πρέπει να εμφανίζεται κάθε λίγους μήνες μπροστά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να ανακρίνεται από τους εκλεγμένους ευρωβουλευτές. Αλλά αυτό δεν ισχύει με την Bundesbank. Διότι κάτι τέτοιο θα συνιστούσε παρέμβαση στην ανεξαρτησία της. Ο πρόεδρος της Bundesbank μπορεί να κυβερνήσει για οκτώ χρόνια. Και ακόμη κι αν δεν κατορθώσει να ελέγξει τον πληθωρισμό ή οι αποφάσεις του επιδεινώσουν την κλιματική κρίση και την κατανομή του πλούτου στη Γερμανία, δεν υπάρχει τρόπος να κριθεί από την Γερμανική βουλή.
Όπως γράφει ο γνωστός Γερμανός οικονομολόγος Τόμας Φρίκε στο Der Spiegel, «όλοι πρέπει να κατανοήσουν ότι η σημερινή κατάσταση είναι απλώς πολύ διαφορετική απ `ότι στις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Εκείνη την εποχή ήταν της μόδας η μεγάλη πίστη στις αγορές. Η σημερινή πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από αυτή την πίστη».
Είτε το θέλουν είτε όχι, στον ασταθή χρηματοοικονομικό κόσμο του 21ου αιώνα, οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι επίσης υπεύθυνοι για την αναχαίτιση των χρηματοπιστωτικών και τραπεζικών κρίσεων. Και αυτό κάνει η Λαγκάρντ!