Του Μιχάλη Ψύλου
Μετά τον οικονομικό κατακλυσμό του 2020 και την ανάκαμψη του 2021, μήπως είναι καιρός για επιβράδυνση το 2022;
Με τη νέα χρονιά προ των πυλών, η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μια «γκρίζα ζώνη», αντιμέτωπη με την εξαιρετικά μεταδοτική παραλλαγή Όμικρον, με επίμονες ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα και υψηλό πληθωρισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη.
Από την άνοιξη του 2020, η πανδημία προκάλεσε, σχεδόν ταυτόχρονα, τεράστια προβλήματα στις οικονομίες του κόσμου, αλλά σχεδόν δύο χρόνια μετά, οι Ηνωμένες Πολιτείες – με τη βοήθεια και των μεγάλων εμβολιαστικών προγραμμάτων- έχουν διαγράψει τα ίχνη της χειρότερης ύφεσης από τη δεκαετία του 1930, αλλά και η ευρωζώνη φαίνεται έτοιμη να κάνει το ίδιο.
Η παραλλαγή Omicron και τα περιοριστικά μέτρα που ακολουθούν εγείρουν όμως φόβους ότι οι επιπτώσεις θα είναι επώδυνες σε πολλούς τομείς, όπως στις αεροπορικές μεταφορές, την εστίαση και τον τουρισμό.
«Η μάχη κατά του κορωνοϊού απέχει ακόμη πολύ από το να έχει κερδηθεί» υπογραμμίζουν αναλυτές της βρετανικής τράπεζας HSBC, θεωρώντας ότι η οικονομία είναι ακόμη «μακριά από την κανονικότητα».
Στην άλλη πλευρά του πλανήτη, επίσης, στον Τρίτο Κόσμο, οι πιο φτωχές χώρες, ουσιαστικά χωρίς εμβόλια, παραμένουν στο έλεος του κορωνοϊού. Στην υπο-Σαχάρια Αφρική λιγότερο από το 4% του πληθυσμού είναι εμβολιασμένο στο Καμερούν, την Αιθιοπία ή την Ουγκάνταγια παράδειγμα, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins.
Οι δύο λέξεις της χρονιάς
«Πληθωρισμός και ελλείψεις» είναι οι λέξεις της χρονιάς και «η μεγαλύτερη έκπληξη του 2021», όπως παραδέχονται οι αναλυτές της Goldman Sachs στην πρόβλεψή τους για το 2022: Η άνοδος των τιμών αναγνωρίστηκε τελικά ως λιγότερο προσωρινή από τη Fed, με αποτέλεσμα να επιταχύνει τις αυξήσεις των επιτοκίων της το επόμενο έτος με κίνδυνο επιβράδυνσης της ανάπτυξης.
«Ο πληθωρισμός έχει ενισχυθεί, όπως και η αποδιοργάνωση των αλυσίδων διανομής, με τις ελλείψεις σε προϊόντα απαραίτητα για το διεθνές εμπόριο, όπως οι ημιαγωγοί» εκτιμούν οι αναλυτές της Goldman Sachs.
Ακόμη και στην Κίνα, την κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας ανάπτυξης, η ανάκαμψη επιβραδύνεται, προειδοποίησε πρόσφατα το ΔΝΤ, επισημαίνοντας την κρίση στον τομέα των ακινήτων, με τις τεράστιες δυσκολίες της υπερχρεωμένης Evergrande, την άνοδο των τιμών της ενέργειας και τις ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα, που πλήττουν τις εταιρείες.
Σε αυτό το πολύ αβέβαιο περιβάλλον, «το ερώτημα είναι αν έχουμε βγει πραγματικά από την κρίση» λέει ο οικονομολόγος Ρόελ Μπέτσμα, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ.
Πολλές εταιρείες αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες και το ΔΝΤ εξακολουθεί να αναμένει παγκόσμια ανάπτυξη 4,9% το 2022, αλλά δεν αποκλείεται να αναθεωρήσει τις προβλέψεις του προς τα κάτω.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της αμερικανικής τράπεζας JP Morgan, Μπρους Κάσμαν, σε συνέντευξή του στη γερμανική WiWo, προειδοποιεί ότι «αν τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα ανεβάσουν περαιτέρω τις τιμές, οι κεντρικές τράπεζες ίσως αναγκαστούν να αυξήσουν απότομα τα βασικά επιτόκια. Η επόμενη ύφεση θα μπορούσε τότε να έρθει νωρίτερα από το αναμενόμενο… Η πίεση των τιμών θα αυξηθεί επίσης στην Ευρώπη. Αναμένω ότι η Fed θα αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια στις αρχές του καλοκαιριού του επόμενου έτους. Η ΕΚΤ θα ακολουθήσει πιθανώς στα τέλη του 2022 ή στις αρχές του 2023».
Η λιτότητα θα καταπνίξει την ανάπτυξη
Ο Κάσμαν σημειώνει πάντως ότι «ο καθοριστικός παράγοντας είναι αν η οικονομία θα αναπτυχθεί αρκετά δυνατά τα επόμενα χρόνια ώστε να διατηρήσει βιώσιμο το χρέος σε σχέση με την οικονομική παραγωγή. Οι κυβερνήσεις αύξησαν το χρέος στην κρίση του κορωνοϊού για να διατηρήσουν την οικονομία ζωντανή. Τώρα πρέπει να βεβαιωθούν ότι αυτή η επένδυση θα αποφέρει επίσης αποδόσεις με τη μορφή υψηλότερης ανάπτυξης» προσθέτει ο επικεφαλής οικονομολόγος της JP Morgan.
Ο Μπρους Κάσμαν, ερωτηθείς αν, λόγω των υψηλών χρεών σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ελλάδα, η ΕΚΤ έχει περιθώρια για να αυξήσει τα επιτόκια, τονίζει: «Εάν η οικονομία στην Ευρωζώνη αναπτυχθεί, αυτό θα δώσει στην ΕΚΤ το περιθώριο να αυξήσει τα επιτόκια, παρά το υψηλό εθνικό χρέος. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας μάλλον δεν θα εφαρμοστούν στο εγγύς μέλλον. Μια πορεία λιτότητας θα μπορούσε να καταπνίξει την ανάπτυξη και έτσι να στερήσει από την ΕΚΤ το περιθώριο αύξησης των επιτοκίων. Υποθέτω ότι η ώθηση που προέρχεται από τη σταθεροποιούμενη παγκόσμια οικονομία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης θα επιτρέψει στην οικονομία της ευρωζώνης να αναπτυχθεί σταθερά και έτσι να δημιουργήσει ένα περιβάλλον στο οποίο η ΕΚΤ μπορεί να σφίξει τα ηνία της νομισματικής πολιτικής. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν αρκετά πυρομαχικά για να καταπολεμήσουν μια νέα ύφεση» εκτιμά ο οικονομολόγος της JP Morgan.
Κλιματική κρίση και τιμές των τροφίμων
Την ίδια ώρα, η κλιματική κρίση και οι επαπειλούμενες νέες φυσικές καταστροφές, που κόστισαν εφέτος περίπου 250 δισεκατομμύρια δολάρια σύμφωνα με την ασφαλιστική εταιρεία Swiss Re, θα μπορούσαν επίσης να επηρεάσουν τις τιμές των τροφίμων. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι τιμές στα τρόφιμα είναι ήδη κοντά στα ρεκόρ του 2011: Στα γαλακτοκομικά προϊόντα έχουν αυξηθεί εφέτος πάνω από 15% φέτος, στα σιτηρά και τα φυτικά έλαια έχουν σπάσει κάθε ρεκόρ.
Μήπως πρέπει να φοβόμαστε κοινωνικές εκρήξεις λόγω πείνας, ειδικά στον Τρίτο κόσμο, λόγω των αυξήσεων των τιμών στα σιτηρά; «Από το σιτάρι ως το ψωμί, απομένει μόνο ένα βήμα» προειδοποιεί ο Σεμπαστιάν Πονσελέ, ειδικός στα θέμα των σιτηρών στη γαλλική εταιρεία Agritel. «Το ψωμί είναι η βασική τροφή ενός μεγάλου μέρους της ανθρωπότητας και αυτό απειλείται» συμπληρώνει.