Της Ιωάννας Βαρδαλαχάκη
[email protected]
Με μια νέα σειρά ανορθόδοξων μέτρων που στοχεύουν στην σταθεροποίηση της τουρκικής λίρας ολοκληρώνεται η «ματωμένη» χρονιά του νομίσματος που έχασε πάνω από το 50% της αξίας του φέτος- αν και στην εκπνοή του έτους περιορίζει σημαντικά τις απώλειες. Το σχέδιο διάσωσης ώθησε ανοδικά τη λίρα, με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, να πανηγυρίζει ότι το «σχέδιο πέτυχε». Σε χθεσινές μάλιστα δηλώσεις του, ανέφερε ότι η Τουρκία έχει εγκαταλείψει τις αυξήσεις των επιτοκίων ως εργαλείο ελέγχου του πληθωρισμού, υποστηρίζοντας ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα χρειάστηκαν μόλις μια μέρα για να σταθεροποιήσουν τη λίρα.
Όμως αρκετοί αναλυτές προειδοποιούν αφενός ότι το σχέδιο δεν είναι βιώσιμο, αφετέρου ότι στην ουσία πρόκειται για διακριτική αύξηση επιτοκίων που πλήττει ένα από τα λίγα σημεία που παρέμειναν «φωτεινά» στην τουρκική οικονομία, τα δημόσια οικονομικά. Παράλληλα, σύμφωνα με τα διεθνή μέσα, τα συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας έχουν υποχωρήσει κατά περίπου 8,5 δισ. δολάρια από την αρχή της εβδομάδας, γεγονός που υποδηλώνει ότι έχουν λάβει χώρα σιωπηλές «επιθετικές» παρεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας στις αγορές συναλλάγματος που ενίσχυσαν την ανάκαμψη της λίρας.
Το χρονικό
Αναλυτικότερα, ο Ερντογάν, παραμένοντας σταθερός στα erdoganomics του και το οικονομικό μοντέλο που έχει παρουσιάσει- που βασίζεται σε χαμηλότερο κόστος δανεισμού, φθηνότερο νόμισμα και καλή θέληση από το Ισλάμ- ανακοίνωσε τη Δευτέρα μια σειρά από πολύπλοκα μέτρα που περιγράφονται καλύτερα ως μηχανισμός εξισορρόπησης των επιτοκίων με εγγυήσεις για τη διατήρηση της πραγματικής αξίας των καταθέσεων σε λίρες όταν μετρώνται σε «σκληρό» νόμισμα.
Να σημειωθεί ότι τα 2/3 των καταθέσεων στις τουρκικές τράπεζες είναι σήμερα σε ξένο νόμισμα: πρωτίστως σε αμερικανικό δολάριο και ευρώ. Μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεων των Τούρκων είναι επίσης σε μορφή χρυσού.
Τα έκτακτα αυτά μέτρα για την αποτροπή της «δολαριοποίησης» των αποταμιεύσεων «σήκωσαν» το τουρκικό νόμισμα βοηθώντας το να «σβήσει» μερικές από τις απώλειες του 2021. Συνολικά η ανάκαμψη έχει «αγγίξει» σχεδόν το 50%- σημείωσε άνοδο για πέντε συνεχόμενες ημέρες, φτάνοντας τα επίπεδα που ήταν στα μέσα Νοεμβρίου- και η Τουρκία μέσω του νέου μηχανισμού- παρά τους κινδύνους που διατρέχει η εφαρμογή του: επίμονος πληθωρισμός, επιβάρυνση του δημόσιου χρέους, «κάψιμο» ξένων συναλλαγματικών αποθεμάτων σε περίπτωση νέας «διολίσθησης» της λίρας και επιδείνωση στο μέτωπο του χρηματοπιστωτικού συστήματος– εξασφάλισε μια τεχνητή σταθερότητα, με την «εκτόξευση» της λίρας να μπορεί να κερδίσει πολιτικό χρόνο στον Ερντογάν πριν από τις εκλογές του 2023. Μένει να φανεί πώς θα «μεταφράσουν» τα μέτρα τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις στην Τουρκία, κατά πόσο οι νέες πολιτικές είναι βιώσιμες και πώς θα αντιδράσουν οι αγορές, που κάνουν δεύτερες σκέψεις.
Χαρακτηριστικό της διστακτικής στάσης των επενδυτών είναι το γεγονός ότι τα πενταετή συμβόλαια αντιστάθμισης κινδύνου (credit default swaps)- που αποτελούν δείκτη για την ικανότητα αποπληρωμής του χρέους μιας χώρας-παρέμειναν κοντά στο υψηλό 16μήνου. Οι επενδυτές πληρώνουν έτσι περισσότερα για να εξασφαλιστούν έναντι ενδεχόμενης χρεοκοπίας της Τουρκίας παρά του Ιράκ, του οποίου το χρέος βαθμολογείται δύο σκαλοπάτια χαμηλότερα τόσο από την Moody’s όσο και από την S&P Global Ratings.
Να σημειωθεί επίσης ότι η συνιστώσα του ξένου συναλλάγματος στο χρέος της κεντρικής κυβέρνησης άγγιξε το 60% του συνόλου τον περασμένο μήνα, από 39% το 2017. Αυτό σημαίνει ότι, κάθε φορά που η λίρα υποχωρεί έναντι του δολαρίου, γίνεται πιο ακριβό για την κυβέρνηση να εξυπηρετήσει το χρέος της.
Συγκαλυμμένη αύξηση των επιτοκίων
Σύμφωνα με το Bloomberg, το σχέδιο διάσωσης της λίρας πρόκειται στην πραγματικότητα για μια συγκαλυμμένη αύξηση των επιτοκίων, αφήνοντας τον κρατικό προϋπολογισμό πιο ευάλωτο σε μελλοντικές συναλλαγματικές κρίσεις.
Υπενθυμίζεται ότι στην Τουρκία ισχύει η «ανορθόδοξη» προσέγγιση του Ερντογάν, ο οποίος απεχθάνεται τα υψηλά επιτόκια θεωρώντας τα «μητέρα του κακού». Έτσι υπό την πίεση του τούρκου προέδρου η κεντρική τράπεζα της χώρας έχει μειώσει το κόστος δανεισμού, προχωρώντας σε τέσσερις μειώσεις επιτοκίων τους τελευταίους τέσσερις μήνες παρά τον αυξανόμενο πληθωρισμό, και παρασύροντας τη λίρα σε κάθε φορά νέα ιστορικά χαμηλά.
Το rebound της λίρας, μέσω του νέου μηχανισμού, σε συνδυασμό με την αύξηση του κατώτατου μισθού, που ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα, δημιουργεί ανησυχίες ότι θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν τον ετήσιο πληθωρισμό πέρα από το 21,3% του περασμένου μήνα, σε σύγκριση με τον κυβερνητικό στόχο του 5% και το επιτόκιο αναφοράς της κεντρικής τράπεζας στο 14%.«Η πολιτική θα επιταχύνει τη μετάβαση από την υποτίμηση στον πληθωρισμό και θα οδηγήσει σε μια χρόνια υψηλότερη ισορροπία πληθωρισμού», εξήγησε ο Κάρλος ντε Σόουσα της Vontobel Asset Managemen. Αυτό «με τη σειρά του θα απαιτήσει μεγαλύτερη υποτίμηση της λίρας μεσοπρόθεσμα», πρόσθεσε.
Το σχέδιο διάσωσης που ανακοινώθηκε τη Δευτέρα έρχεται μετά από εβδομάδες άμεσων παρεμβάσεων της κεντρικής τράπεζας στις αγορές συναλλάγματος, οι οποίες απέτυχαν να σταθεροποιήσουν τις αγορές παρά τα δισεκατομμύρια δολάρια που «έκαψε» η Τουρκία από τα συναλλαγματικά της αποθέματα.
Τα μέτρα υπόσχονται στους επενδυτές προστασία από τις «άγριες» διακυμάνσεις της λίρας. Σε περίπτωση που η πτώση της λίρας έναντι των «σκληρών» νομισμάτων υπερβεί τα επιτόκια των τραπεζών, η κυβέρνηση θα πληρώσει τη διαφορά στους καταθέτες. Για παράδειγμα, εάν οι τράπεζες πληρώσουν 15% για καταθέσεις σε λίρες ενός έτους αλλά το νόμισμα υποτιμηθεί 20% έναντι του δολαρίου την ίδια περίοδο, το υπουργείο Οικονομικών- δηλαδή οι φορολογούμενοι- θα πληρώσει στους καταθέτες τη διαφορά.
Βάζοντας όριο όμως στη λίρα με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση στην πραγματικότητα αυξάνει τα επιτόκια χωρίς να το ονομάζει αύξηση των επιτοκίων, ενώ παράλληλα στερεί το προνόμιο αυτό από τους καταθέτες, υποστηρίζουν οι επικριτές του μέτρου.
Μεγάλη η επιβάρυνση στον προϋπολογισμό
«Υπήρξε μια επική αύξηση των επιτοκίων χωρίς να την αποκαλούμε έτσι», αναφέρει ο καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Bilkent στην Άγκυρα, Ρεφέτ Γκουρκαϊνάκ. Το «plan B» του Ερντογάν ότι θα μπορούσε να φέρει σταθερότητα στο νόμισμα, είπε ο καθηγητής, αλλά προειδοποίησε ότι θα μπορούσε επίσης να έχει «επικίνδυνες συνέπειες».
Όπως εξηγεί, θα υπάρξει μεγάλη επιβάρυνση στον προϋπολογισμό όταν σημειωθεί απότομη αύξηση της ισοτιμίας συναλλάγματος. «Αυτό το είδος της επιβάρυνσης συνήθως νομισματοποιείται, πράγμα που σημαίνει ακόμη υψηλότερους συναλλαγματικούς ρυθμούς και πληθωρισμό», προσθέτει.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο αναλυτής της Τουρκίας στην Teneo, Βολφάνγκο Πίκολι, ο οποίος είπε ότι η κίνηση ισοδυναμεί με «κλεφτή αύξηση των επιτοκίων». «Αυτή η τεράστια αύξηση των επιτοκίων με βάση τις συναλλαγματικές ισοτιμίες σημαίνει ότι οι φορολογούμενοι θα χρηματοδοτούν τους πλούσιους ώστε να μην χάνουν στο μέτωπο [του συναλλάγματος]», έγραψε σε ένα σημείωμα προς τους πελάτες.
Το σχέδιο διάσωσης της λίρας αποσκοπεί στον μετριασμό της ζήτησης για δολάρια, αλλά η παράκαμψη της επίσημης αύξησης των επιτοκίων έχει κόστος: Το υπουργείο Οικονομικών θα καλύπτει ζημίες σε νέες καταθέσεις σε λίρες σε περίπτωση νέας υποτίμησης του νομίσματος, επιβαρύνοντας από τη μία τη δημοσιονομική θέση της Τουρκίας και αναδεικνύοντας από την άλλη την τάση μεταξύ των policymakers να στηρίζονται στον δημόσιο προϋπολογισμό για να πληρώσουν το κόστος των λανθασμένων τους πολιτικών.
«Μπορούμε να πούμε ότι ο προϋπολογισμός, το τελευταίο στοιχείο που έχει απομείνει, θυσιάστηκε για να ισχυριστεί ότι αποφεύχθηκε η αύξηση των επιτοκίων», σχολιάζει ο πρώην υποδιοικητής της τουρκικής κεντρικής τράπεζας που ανήκει πλέον στην αντιπολίτευση, Ιμπραήμ Τουρχάν. «Με αυτόν τον τρόπο, το κόστος της υποτίμησης της λίρας επιβαρύνει το κοινωνικό σύνολο», προσθέτει.
Εδώ ακριβώς, στην τουρκική κοινωνία, είναι που θα «παιχτούν» όλα, σύμφωνα με τον οικονομικό σύμβουλο της Allianz, Μοχάμεντ Ελ-Εριάν, ο οποίος θεωρεί ότι η τεχνητή σταθερότητα του μηχανισμού είναι απίθανο να μετατραπεί σε γνήσια σταθερότητα, εκτός εάν οι τούρκοι πολίτες πεισθούν ότι η νομισματική τους κρίση έχει πραγματικά περάσει. Και αυτό θα συμβεί, κατά τον ίδιο, μόνο εάν η κυβέρνηση στραφεί γρήγορα σε μια πιο ολοκληρωμένη και πιο ορθόδοξη πολιτική προσέγγιση- με την J.P. Morgan να δηλώνει ότι οι αγορές αναμένουν μεγάλη αναστροφή της νομισματικής πολιτικής και βλέπουν αύξηση κατά 16 ποσοστιαίες μονάδες στο βασικό επιτόκιο της Τουρκίας το επόμενο έτος.
Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο AHaber, ο Ερντογάν είπε ότι οι Τούρκοι έδειξαν εμπιστοσύνη στο τοπικό νόμισμα και οι καταθέσεις σε λίρες αυξήθηκαν κατά 23,8 δισ. λίρες μετά την ανακοίνωση του σχεδίου διάσωσης της λίρας. Ωστόσο, τα στοιχεία από τον τραπεζικό εποπτικό οργανισμό BDDK έδειξαν ότι, μετά τη μεγάλη συσσώρευση δολαρίων την περασμένη εβδομάδα, οι καταθέτες στην Τουρκία διατήρησαν σχεδόν αμετάβλητες τις καταθέσεις τους σε «σκληρά» νομίσματα.
Citigroup: Προσωρινή η ανακούφιση
Σύμφωνα με τη Citigroup, από τη σκοπιά του υπουργείου Οικονομικών, το νέο καθεστώς «μπορεί να αποδειχθεί μια πιο δαπανηρή εναλλακτική λύση σε μια αυστηρότερη νομισματική πολιτική σε περίπτωση που τα επιτόκια καταθέσεων της λίρας υπολείπονται της υποτίμησης του νομίσματος και συνεπώς επηρεάζουν δυσμενώς τη δημοσιονομική εκτέλεση».
«Πιστεύουμε ότι αυτά τα μέτρα μπορούν να φέρουν προσωρινή ανακούφιση ενώ η κυβέρνηση προσπαθεί να εφαρμόσει περαιτέρω το νέο οικονομικό μοντέλο της ατζέντας της», δήλωσε ο Λουίς Κόστα της Citi. Ο ίδιος αν και σημείωσε ότι δεν αναμένει περαιτέρω «βουτιές» της λίρας, θεωρεί ότι το σχέδιο δεν θα αποθαρρύνει τους Τούρκους από το να αναζητήσουν περιουσιακά στοιχεία εκτός λίρας ως αντιστάθμιση έναντι των αυξανόμενων τιμών. «Δεν βλέπουμε πώς αυτό μπορεί να διορθώσει τα ζητήματα περιουσιακών στοιχείων σε τοπικό νόμισμα στην Τουρκία που προκύπτουν από τον πληθωρισμό [που οφείλεται στο νόμισμα]», είπε ο Κόστα.
Πιο αυστηρή προσέγγιση είχε ο Λατζ Ρομάιερ της Capitulum Asset Management GmbH, ο οποίος χαρακτήρισε το σχέδιο «μη βιώσιμο». «Σταματά μόνο μέρος της φυγής κεφαλαίων από τούρκους καταθέτες. Ίσως εξακολουθούν να υπάρχουν άνθρωποι που δεν εμπιστεύονται το σχέδιο και εξακολουθούν να προτιμούν να διατηρούν δολάρια ΗΠΑ αντί για λίρες», είπε.
Υπήρξε παρέμβαση στις αγορές;
Μετά την ανακοίνωση του σχεδίου διάσωσης της λίρας, το τουρκικό νόμισμα, όπως προαναφέρθηκε, κινήθηκε ανοδικά. Την ίδια ώρα όμως, σύμφωνα με τα διεθνή πρακτορεία, τις δύο πρώτες ημέρες της εβδομάδας μειώθηκαν τα καθαρά ξένα περιουσιακά στοιχεία (net foreign assets) της χώρας κατά 8,5 δισ. δολάρια.
Η τουρκική κεντρική τράπεζα δεν έχει ανακοινώσει καμία επίσημη παρέμβαση αυτή την εβδομάδα και αρνήθηκε να σχολιάσει εάν είχε πουλήσει δολάρια για να στηρίξει τη λίρα τις τελευταίες ημέρες. Στο μεταξύ ο υπουργός Οικονομικών της Τουρκία, Νουρεντίν Νεμπάτι, δήλωσε την Πέμπτη στον τηλεοπτικό σταθμό NTV, ότι η χώρα «χρησιμοποιεί όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της με θετικό τρόπο».
Η διάβρωση των ξένων περιουσιακών στοιχείων υποδηλώνει ότι αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάκαμψη της λίρας, αναφέρουν οι FT. Ή όπως σχολιάζει ο Ουγούρ Γκιουρσές, πρώην αξιωματούχος της κεντρικής τράπεζας, το ράλι της λίρας που «ξεμούδιασε» από το ναδίρ της Δευτέρας εξηγείται τουλάχιστον εν μέρει από μια μεγάλη «παρέμβαση από την πίσω πόρτα».
Συνολικά οι αναλυτές εκτιμούν ότι η «επιθετική» παρέμβαση στην αρχή της εβδομάδας ανεβάζει τις συνολικές παρεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας αυτόν τον μήνα στα περίπου 18 δισ. δολάρια, γεγονός που ίσως επαναφέρει τις ανησυχίες στην αγορά σχετικά με την επάρκεια των συναλλαγματικών αποθεμάτων της Τουρκίας.
Οι παγκόσμιες τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Goldman Sachs, εκτιμούν ότι πέρυσι μόνο δαπανήθηκαν περισσότερα από 100 δισ. δολάρια αποθεμάτων της κεντρικής τράπεζας για να αποτραπεί μια άτακτη υποτίμηση της λίρας, όταν το νόμισμα βρέθηκε υπό πίεση μετά από μια σειρά μεγάλων μειώσεων επιτοκίων για να στηρίξει την οικονομία που πλήττεται από την πανδημία. Σύμφωνα με τον Ερντογάν, οι αρχές χρησιμοποίησαν 165 δισ. δολάρια από συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας για να αντιμετωπίσουν τις εξελίξεις το 2019 και το 2020 και ενδέχεται να τα χρησιμοποιήσουν «ξανά όταν χρειαστεί».