Skip to main content

Συναγερμός στην οικονομία της Ευρωζώνης για τον νέο «μαύρο κύκνο»

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

«Συναγερμός» σήμανε ξαφνικά στην οικονομία της Ευρωζώνης, η οποία πέραν του πληθωρισμού και των διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα καλείται τώρα να αντιμετωπίσει και τη νέα, πιο απειλητική όπως προμηνύεται, νοτιοαφρικανική μετάλλαξη του κορονοϊού, δοκιμάζοντας τα όρια των αντοχών της σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή, που δρομολογείται μία σταδιακή έξοδος από τα πανδημικά μέτρα στήριξης. Οι «μαύροι κύκνοι» που κάνουν ξανά την εμφάνισή τους στην ευρωπαϊκή οικονομία σκιάζουν τις προοπτικές ανάκαμψης, την ώρα που οι διαμορφωτές πολιτικής έχουν διαμηνύσει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για καθολικά lockdowns, παρότι η Αυστρία έκανε πρόσφατα την αρχή με γενικευμένους περιορισμούς. Σε μία πάντως γενική αποτίμηση της μέχρι τώρα κατάστασης, τα προγνωστικά κάνουν λόγο για συγκρατημένο αντίκτυπο και μικρότερο σε σχέση με τα προηγούμενα «κύματα» της πανδημίας, καθώς τόσο οι οικονομίες όσο και οι καταναλωτές «έχουν μάθει να ζουν με τον κορονοϊό».

Νέες προκλήσεις

Λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα, δύο κορυφαίοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ προειδοποίησαν για τις νέες προκλήσεις που δημιουργεί η νοτιοαφρικανική μετάλλαξη που έρχεται να προστεθεί στην ήδη ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων, προσπαθώντας ωστόσο να παραμείνουν καθησυχαστικοί. Ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ιταλίας Ιγκνάσιο Βίσκο και ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουί ντε Γκίντος υπογράμμισαν ότι η πανδημία συνιστά ξανά πηγή ανησυχίας. «Η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή, αντικατοπτρίζοντας την υγειονομική κατάσταση η οποία βρίσκεται ξανά εκτός ελέγχου και αποτελεί πηγή ανησυχίας», δήλωσε ο Βίσκο. Ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης είπε ότι η νέα αύξηση των μολύνσεων στην Ευρώπη βάζει ξανά φρένο στις μεταπανδημικές προοπτικές. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι δηλώσεις του Ντε Γκίντος, ο οποίος, ενώ προσπάθησε να διατηρήσει έναν πιο αισιόδοξο τόνο, δεν έκρυψε την ανησυχία του λέγοντας ότι θα υπάρξει κάποιος αντίκτυπος στην οικονομία από τις νέες εξελίξεις του κορονοϊού. Η αισιοδοξία του έγκειται, όπως εξήγησε, στην ικανότητα της Ευρώπης να προσαρμόζεται στην πανδημία και προέβλεψε ρυθμό ανάπτυξης 5% για φέτος και το επόμενο έτος.

Οι Ευρωπαίοι κεντρικοί τραπεζίτες παραμένουν αισιόδοξοι για την ικανότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας να αντεπεξέλθει στους νέους περιορισμούς, καθώς στοιχεία έχουν δείξει ότι ο αντίκτυπος στην ανάπτυξη από τα περιοριστικά μέτρα καθίσταται λιγότερο επώδυνος, γεγονός που αφήνει να δημιουργηθούν κάποιες ελπίδες. Άλλωστε, οι οικονομίες έχουν «μάθει να ζουν με τον κορονοϊό», όπως ανέφερε και ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, ο οποίος θεωρεί μεν ότι ο αντίκτυπος θα είναι μικρότερος φέτος σε σχέση με πέρυσι, όμως δεν κρύβει ότι θα μπορούσε να επιδεινώσει τα προβλήματα σε επίπεδο προσφοράς και να ανεβάσει ακόμη περισσότερο το ενεργειακό κόστος.

Τα στοιχεία για τη γαλλική οικονομία πιστοποιούν την άποψή του: η οικονομική δραστηριότητα στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης συρρικνώθηκε 29% στη διάρκεια των lockdowns της περιόδου Μαρτίου-Μαΐου. Το lockdown που ακολούθησε τον Οκτώβριο του 2020 έκαμψε την οικονομική δραστηριότητα κατά 4%, ενώ το αντίστοιχο του φετινού Απριλίου είχε σχεδόν μηδενικό αντίκτυπο. Εάν το μοτίβο αυτό συνεχίσει να βρίσκει εφαρμογή στις οικονομίες της Ευρωζώνης, όπως εξηγεί το Bloomberg, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η οικονομία να καταφέρει να αντεπεξέλθει σε έναν δεύτερο γύρο καθολικών περιοριστικών μέτρων χωρίς να υπάρξει ανάγκη προσφυγής σε νέα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης ή χωρίς να αποσταθεροποιηθούν τα σχέδια της ΕΚΤ για έξοδο από τα πανδημικά μέτρα στήριξης. «Η εμπειρία των τελευταίων 20 μηνών έχει δείξει ότι καθένα από τα νέα “κύματα” κορονοϊού προκάλεσε μικρότερη οικονομική ζημιά από το αμέσως προηγούμενο», είπε ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας, Βιλεουρά ντε Γκαλό, σε δηλώσεις του στη γερμανική εφημερίδα Boersen-Zeitung στην αρχή της εβδομάδας. Τόνισε δε ότι «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι εμβολιασμοί στην Ευρώπη είναι πιο προχωρημένοι από κάθε άλλη ήπειρο» και αυτό, όπως είπε, αποτελεί ένα τεράστιο υγειονομικό επίτευγμα και ταυτόχρονα προσδίδει οικονομικό πλεονέκτημα.

Νέα μέτρα

Toν ίδιο βαθμό αισιοδοξίας μοιράζεται και το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, Ίζαμπελ Σνάμπελ, όσον αφορά τον αντίκτυπο πιθανών νέων περιοριστικών μέτρων. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Ολλανδός συνάδελφός της, το «γεράκι» Κλάας Νότ, με τη διαφορά ότι η αισιοδοξία αφορά μία άλλη εκδοχή. Ο ίδιος ευελπιστεί ότι οι όποιοι νέοι περιορισμοί δεν πρόκειται να αναβάλουν ή να ακυρώσουν το σχέδιο της ΕΚΤ να ολοκληρώσει τον Μάρτιο το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ΡΕΡΡ, παρότι κύκλοι εκ των έσω της κεντρικής τράπεζας δεν έχουν αποκλείσει μία τρίμηνη παράταση του ΡΕΡΡ εξαιτίας της αναζωπύρωσης του κορονοϊού.

Αντίστοιχα στοιχεία έχουν επίσης δείξει ότι η ισπανική οικονομική δραστηριότητα έχει επανέλθει στα προ της κρίσης επίπεδα, με τη γερμανική και τη γαλλική να προσεγγίζουν αυτά τα επίπεδα και μόνο την Ιταλία και τη Βρετανία να υπολείπονται, σύμφωνα με το Bloomberg.

Η μεταποίηση έχει μάθει και αυτή πώς να λειτουργεί μέσα στην πανδημία, με τα εμβόλια και τα τεστ να έχουν βοηθήσει σημαντικά τόσο τη βιομηχανία όσο και άλλους κλάδους της οικονομίας ώστε να παραμείνουν ανοικτοί, παρότι τα μέτρα αυτά μπορεί να μην είναι αρκετά για κάποιες επιχειρήσεις, όπως τα εστιατόρια. Ο Πολ Ντόνοβαν, οικονομολόγος της UBS, θεωρεί ότι η μεγαλύτερη ζημιά στην οικονομία προέρχεται από τον φόβο του κορονοϊού, αν και τα στοιχεία στην Αυστρία δείχνουν ότι οι πολίτες έχουν συνηθίσει να ζουν με τον κορονοϊό.

Κοστολόγηση νέου lockdown

Νέα καθολικά lockdowns ενδεχομένως να κοστίσουν 0,5% του τριμηνιαίου ΑΕΠ ανά εβδομάδα, σύμφωνα με εκτιμήσεις οικονομολόγων της Citi, οι οποίοι σημειώνουν ότι τα περιοριστικά μέτρα λειτουργούν αποπληθωριστικά και ενδεχομένως να οδηγήσουν τις κυβερνήσεις σε νέο γύρο δημοσιονομικών και νομισματικών μέτρων στήριξης, εάν η κατάσταση τεθεί εκτός ελέγχου. Την άποψη ότι οι οικονομίες είναι σήμερα πιο ανθεκτικές συμμερίζεται και ο οικονομολόγος Αλίν Σκουίλινγκ της ABN Amro, η οποία καθησυχάζει ότι ο αντίκτυπος του νέου κορονοϊού θα είναι λιγότερο δραματικός σε σχέση με τα προηγούμενα «κύματα». Το θέμα είναι, συμπλήρωσε, ότι η οικονομία δεν έχει ανακάμψει πλήρως.