Skip to main content

Capital Economics: Τι θα γίνει με τα ελληνικά ομόλογα μετά τη λήξη του PEPP 

Της Νατάσας Στασινού

[email protected]

To έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (PEPP) που έθεσε η ΕΚΤ σε εφαρμογή για την αντιμετώπιση των σφοδρών επιπτώσεων της πανδημίας θα φτάσει στο τέλος του τον Μάρτιο του 2022 και το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα γίνει στη συνέχεια. Ο τρόπος με τον οποίο θα επιλέξει η ΕΚΤ να συνεχίσει να στηρίζει τα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας, αφού αυτή τη στιγμή τα ελληνικά ομόλογα συμμετέχουν στο PEPP χωρίς να έχουν ακόμη πιάσει την επενδυτική βαθμίδα. 

Σε σημερινή έκθεσή της η Capital Economics εκτιμά η ΕΚΤ θα συνεχίσει μέσω του παραδοσιακού προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (APP) να προσφέρει στηρίγματα στη χώρα μας – όχι όμως στον ίδιο βαθμό που αυτό γινόταν με το PEPP. 

Σύμφωνα με την CE η ΕΚΤ θα αυξήσει τον όγκο των αγορών ομολόγων μέσω του ΑPP όταν λήξει το PEPE. Ωστόσο «η ΕΚΤ δεν θα μεταφέρει όλες τις ευελιξίες του PEPP στο ΑPP. Συγκεκριμένα εκτιμούμε ότι θα συμπεριλάβει την Ελλάδα στο APP, αλλά θα διατηρήσει σε ισχύ τους κανόνες του προγράμματος που συνδέουν την ποσότητα των ομολόγων που αγοράζει με το λεγόμενο capital key και περιορίζουν το ποσοστό των επιλέξιμων για κάθε χώρα ομολόγων που μπορεί να έχει στην κατοχή της στο 33%» αναφέρει χαρακτηριστικά η CE. 

Στο πλαίσιο αυτό αναθεωρεί την εκτίμησή της ότι τα spreads των κρατικών ομολόγων της περιφέρειας θα παραμείνουν εν πολλοίς σταθερά έναντι των γερμανικών. Πλέον υπολογίζει ότι παρά την επισήμανση της Κριστίν Λαγκάρντ πως δεν είναι πιθανή η αύξηση των επιτοκίων μέσα στο 2022, τα spreads (δηλαδή η ψαλίδα των αποδόσεων) θα διευρυνθούν μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Θα παραμείνουν πάντως σε σχετικά χαμηλά επίπεδα. Ειδικά το spread του ελληνικού 10ετους έναντι του αντίστοιχου Bund προβλέπει ότι θα ανοίξει στις 175 μονάδες βάσης έως τα τέλη του 2023 από 150 μονάδες βάσης  σήμερα. 

Όσον αφορά στο πώς επηρεάζουν οι πολιτικές εξελίξεις το κόστος δανεισμού η CE σχολιάζει ότι ήδη σήμερα το πολιτικό περιβάλλον είναι το πλέον υποστηρικτικό: Ο Μάριο Ντράγκι είναι πρωθυπουργός στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ, ενώ και στις 4 μεγαλύτερες οικονομίες της νομισματικής ένωσης οι κυβερνήσεις είναι υπέρ των πανευρωπαϊκών λύσεων.  Η Ε.Ε. έχει κάνει δε ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της δημοσιονομικής ένωσης με το Ταμείο Ανάκαμψης. Δεν προβλέπονται έτσι καλύτερες συνθήκες στο άμεσο μέλλον, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν χαμηλότερα τις αποδόσεις των ομολόγων.