Skip to main content

Η ανορθόδοξη σχέση του Ερντογάν με τα επιτόκια κάνει πλουσιότερους τους πλούσιους

Η επιμονή του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για χαμηλότερα επιτόκια, με βάση την ανορθόδοξη θεωρία του που θέλει τα υψηλά επιτόκια να πυροδοτούν τον πληθωρισμό, προκαλεί συχνά εντύπωση, οδηγεί σε «καρατομήσεις» διοικητών στην κεντρική τράπεζας της χώρας και σίγουρα διαιωνίζει τα προβλήματα στην τουρκική οικονομία.

Ένα από αυτά τα προβλήματα που διευρύνονται από τις πολιτικές του Ερντογάν , είναι ότι οξύνονται οι ανισότητες στην Τουρκία, με «θύματα» τους υποστηρικτές του τούρκου προέδρου από την εργατική τάξη.

Την ώρα που οι κυβερνήσεις άλλων χωρών προσπαθούν να περιορίσουν τις τιμές που βαίνουν συνεχώς ανοδικά, καθώς η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει από την πανδημία, ο Ερντογάν ποντάρει στα χαμηλά επιτόκια ευελπιστώντας ότι θα τονώσουν αφενός την ανάπτυξη και αφετέρου τη δημοτικότητά του πριν από τις εκλογές του 2023.

Ωστόσο, όσοι τα πηγαίνουν ήδη καλά, όπως οι εξαγωγείς ή οι μεγιστάνες ακινήτων, επωφελούνται καθώς το κόστος δανεισμού μειώνεται και η λίρα εξασθενεί, αλλά οι ανατιμήσεις των τροφίμων και τα ενοίκια που έχουν «εκτοξευτεί» πιέζουν οικονομικά την παραδοσιακή εκλογική βάση του Ερντογάν.

Η ώθηση της πιστωτικής ανάπτυξης τη χρονιά πριν από τις εκλογές έχει λειτουργήσει καλά στο παρελθόν για τον Ερντογάν, όμως ο συσσωρευμένος με τα χρόνια αντίκτυπος αυτής της πολιτικής μαζί με τη ζημιά που προκάλεσε ο Covid, σημαίνουν ότι το πιθανό κοινωνικό κόστος είναι πολύ μεγαλύτερο αυτή τη φορά, σχολιάζει το Bloomber, δίνοντας το παράδειγμα της αγοράς ακινήτων της Κωνσταντινούπολης, όπου οι επενδυτές εκμεταλλεύονται τον φθηνό δανεισμό για να αγοράσουν ακίνητα ως αντιστάθμιση για την αστάθεια της λίρας.

Στο προάστιο Gokturk της Κωνσταντινούπολης, περιφραγμένες κατοικίες όπου οι βίλες πωλούνται για πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια, «πνίγουν» τα αυτοσχέδια σπίτια που έχτισαν πριν από δεκαετίες φτωχές οικογένειες. Νέα συγκροτήματα «ξεφυτρώνουν» καθώς οι τιμές των ακινήτων στην εμπορική πρωτεύουσα της Τουρκίας εκτινάσσονται στα ύψη.

Η γειτονιά είναι πλέον γεμάτη με μοντέρνα εστιατόρια που σερβίρουν μια ολοένα και πιο εύπορη πληθυσμιακή ομάδα, ενώ οι αρχικοί κάτοικοι δυσκολεύονται να θερμάνουν τα μικροσκοπικά τους σπίτια, καθώς το κόστος του ξύλου είχε σχεδόν διπλασιαστεί τον περασμένο χρόνο. Μερικοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μετακινηθούν πιο έξω.

Η ανασφάλεια για τη στέγη αναδεικνύεται έτσι σε κύριο κοινωνικό ζήτημα, με τις τιμές των κατοικιών στην Τουρκία να αυξάνονται κατά 13,2% από το τρίτο τρίμηνο. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση στην Ευρώπη, σύμφωνα με έκθεση της KPMG που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα.

Στο μεταξύ, καθώς οι μισθοί απέτυχαν να συμβαδίσουν με τις αυξανόμενες τιμές, η φτώχεια πέρυσι έφτασε σε σχεδόν υψηλό δεκαετίας, με την πανδημία Covid-19 να ωθεί 1,6 εκατομμύρια ανθρώπους κάτω από το όριο της Παγκόσμιας Τράπεζας για 5,5 δοκάρια ανά άτομο την ημέρα.

Ωστόσο, η επιμονή του Ερντογάν να τονώσει την ανάπτυξη και να αναβιώσει την απήχησή του στους ψηφοφόρους ενόψει των εκλογών του 2023, επιδεινώνει τις ανισορροπίες που απειλούν να τον χρίσουν χαμένο στην κάλπη, όπως τονίζουν οικονομολόγοι.

Η λίρα, η οποία υποτιμήθηκε 20% έναντι του δολαρίου το 2020, αναμένεται να σημειώσει την ένατη συνεχόμενη ετήσια πτώση της φέτος. Παράλληλα, ανέκτησε τον τίτλο της ως το νόμισμα των αναδυόμενων αγορών με τις χειρότερες επιδόσεις του 2021, αφού η κεντρική τράπεζα ξεκίνησε έναν κύκλο απότομων μειώσεων των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο.

Στο μεταξύ, ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε για πέμπτο συνεχόμενο μήνα τον Οκτώβριο, πλησιάζοντας το 20%, λόγω της αύξησης του ενεργειακού κόστους και της ασθενέστερης λίρας.

Παρόλο που οι περισσότερες νομισματικές αρχές στον κόσμο προετοιμάζονται να αυστηροποιήσουν τη νομισματική πολιτική τους, ο νέος κεντρικός τραπεζίτης, Σαχάπ Καβτσιόγλου, ακολουθώντας την ανορθόδοξη πολιτική του Ερντογάν, προϊδέασε για περισσότερες μειώσεις επιτοκίων.

Σύμφωνα με ορισμένες μετρήσεις, η πολιτική αυτή είναι μια μεγάλη επιτυχία. Οι βιομηχανίες και οι εξαγωγείς ευημερούν καθώς η πτώση της λίρας μείωσε απότομα το κόστος εργασίας στο εσωτερικό και έκανε τα τουρκικά προϊόντα πιο ανταγωνιστικά στο εξωτερικό, ενώ ο φθηνότερος δανεισμός επέτρεψε στις εταιρείες να αυξήσουν γρήγορα την παραγωγή από την πανδημία. Με την αύξηση του ΑΕΠ να σημειώνεται κατά μέσο όρο 8,9% για το 2021, η οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα από άλλες, ενώ οι εξαγωγές αναμένεται να ξεπεράσουν τα 200 δισεκατομμύρια δολάρια για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας φέτος.

Όλα αυτά όμως γίνονται όμως σε βάρος των εργαζομένων, καθώς η κατανομή του εισοδήματος γίνεται πιο άνιση. Τα άτομα με τα χαμηλότερα εισοδήματα είδαν το μερίδιό τους στο ΑΕΠ να μειώνεται κατά 0,3 μονάδες στο 5,9% πέρυσι, ενώ το τμήμα με το υψηλότερο εισόδημα αύξησε το μερίδιό του κατά 1,2% στο 47,5%, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία.

Οι ανισότητες πλήττουν ιδιαίτερα τους νέους, με την ανεργία των νέων να τείνει να ξεπερνά το 20%.

«Η ανάπτυξη που βασίζεται στην πιστωτική έκρηξη είναι προβληματική. Υπερθερμαίνει την οικονομία, τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, πιέζει το νόμισμα και αποτυγχάνει να προσελκύσει τους υψηλής ποιότητας πόρους που απαιτούνται για τη βελτίωση της ευημερίας», δήλωσε ο Guldem Atabay, οικονομολόγος στην Global Source Partners. «Η επιδείνωση της κατανομής του εισοδήματος και η κακή διακυβέρνηση θα έχουν πολιτικό κόστος», πρόσθεσε. 

Ο κίνδυνος που εγκυμονεί η πολιτική του είναι κάτι που ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά, σχολιάζει το Bloomberg.

naftemporiki.gr