Υπάρχει στενότητα χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, παρ’ όλο που αυξήθηκε το μερίδιο τους σε αυτήν, αναγνώρισε και ο διευθυντής Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών της Τραπέζης της Ελλάδος, Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος, κατά την ενημέρωση της επιτροπής Οικονομικών της Βουλής για την ρευστότητα των τραπεζών στην πραγματική οικονομία.
Ο κ. Μαλλιαρόπουλος, σημείωσε ότι σε απόλυτους αριθμούς, οι μεγάλες επιχειρήσεις συνέχισαν να αντλούν συνολικά υψηλότερα ποσά χρηματοδότησης από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που είναι και η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων την χώρα μας.
Ειδικότερα είπε, πως προς τις ΜμΕ το 2021 κατευθύνθηκε περίπου το 41% της ακαθάριστης ροής, ένα ποσό που υπολείπεται της συνεισφοράς των ΜμΕ στην οικονομία σε όρους προστιθέμενης αξίας, καθώς παράγουν το 57% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας του ιδιωτικού τομέα.
Ο κ. Μαλλιαρόπουλος απέδωσε την επιφυλακτικότητα των τραπεζών να χορηγούν πιστώσεις στις ΜμΕ στο υψηλό ρίσκο που υπάρχει, λέγοντας πως το ποσοστό των κόκκινων δανείων των ΜμΕ είναι διαχρονικά πολλαπλάσιο από το αντίστοιχο των μεγάλων επιχειρήσεων. Σημείωσε ότι ο ρυθμός δανειοδότησης ΜμΕ επιταχύνθηκε το 2020, εξ αιτίας του προγράμματος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, καθώς επιμέρισε τους κινδύνους, με τις τράπεζες να έχουν μικρότερο ρίσκο λόγω των εγγυήσεων του Δημοσίου, και τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν χαμηλότερο κόστος δανεισμού.
Αναφορικά με την ρευστότητα των τραπεζών και της οικονομίας, ανέφερε πως διατηρούνται σε υψηλό επίπεδο. Παρατήρησε πως έχουμε μια τεράστια αύξηση των καταθέσεων και των αποταμιεύσεων του ιδιωτικού τομέα (16% του ΑΕΠ από το 2019) δημιουργώντας ένα σημαντικό πλεόνασμα ρευστότητας, από το οποίο μπορεί να χρηματοδοτηθούν νέες επενδύσεις, χωρίς απαραίτητα την ανάγκη προσφυγής σε τραπεζικό δανεισμό.
Η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, αν και παραμένει ικανοποιητική και ικανή να στηρίξει σε σημαντικό βαθμό την παροχή νέων δανείων, χρειάζεται ποιοτική και ποσοτική ενίσχυση, υποστήριξε ο κ. Μαλλιαρόπουλος.
Σημαντική ώθηση στην τραπεζική χρηματοδότηση, αναμένεται να υπάρξει με την έναρξη της αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς τα 12,7 δισ. ευρώ που η κυβέρνηση έχει πει ότι θα διοχετευθούν στην αγορά, εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν σε μια αύξηση επενδύσεων περίπου 32 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 13 δισ. θα χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες την επόμενη εξαετία.
Ο κ. Μαλλιαρόπουλος, με αφορμή και τα διδάγματα της πανδημίας, είπε πως αποδείχθηκε πως όταν υπήρξε επιμερισμός κινδύνου μεταξύ Δημοσίου και τραπεζών, η πιστωτική επέκταση επιταχύνθηκε σημαντικά και οι τράπεζες λειτούργησαν θετικά ως προς την προσφορά, και αυτό όπως ανέφερε «είναι σημαντικό για την επόμενη εξαετία, όπου σύμφωνα με το Ταμείο Ανάκαμψης θα υπάρχει επιμερισμός κινδύνου».