«Με την αναμόρφωση της αρχιτεκτονικής του συστήματος Επικουρικής Ασφάλισης, δηλαδή τη μετατροπή του, από διανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό, η Ελλάδα προχωρά – έστω και με καθυστέρηση – στον δρόμο που έχουν ακολουθήσει ήδη πολλές αναπτυγμένες χώρες», επεσήμανε κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο συνέδριο του «Economist», ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Πάνος Τσακλόγλου, τονίζοντας παράλληλα ότι «Εισάγουμε κεφαλαιοποιητικά χαρακτηριστικά στην δημόσια κοινωνική ασφάλιση γιατί θέλουμε να εξασφαλίσουμε καλύτερες συντάξεις στους νέους».
Η αντιμετώπιση της δημογραφικής πρόκλησης
«Το ελληνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης υπήρξε σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν διανεμητικό μέχρι σήμερα. Διανεμητικό σύστημα πρακτικά σημαίνει ότι οι συντάξεις των τωρινών συνταξιούχων πληρώνονται από τις εισφορές των τωρινών εργαζομένων». Όπως ανέφερε ο κ. Τσακλόγλου, «τα διανεμητικά συστήματα δουλεύουν καλά, όταν οι ασφαλισμένοι είναι πολλοί και οι συνταξιούχοι λίγοι αλλά έχουν δυσκολίες σε γερασμένες κοινωνίες όπου οι ασφαλισμένοι λιγοστεύουν και οι συνταξιούχοι πληθαίνουν».
«Και η Ελλάδα γερνάει ταχύτατα», επεσήμανε ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για να επισημάνει στη συνέχεια πως «όταν πριν από μερικές δεκαετίες ήταν τέσσερις και πέντε οι εργαζόμενοι που αντιστοιχούσαν σε κάθε συνταξιούχο, το σύστημα δούλευε μια χαρά. Σήμερα, η αναλογία συνταξιούχων προς εργαζόμενους είναι 1:1,7 και ακόμα και οι πιο αισιόδοξες προβολές που έχουμε για το μέλλον – με μείωση της ανεργίας και αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό – δεν την εκτιμούν σε παραπάνω από 1:2».
«Η χώρα γερνάει και γερνάει γρήγορα για δύο κυρίως λόγους», είπε ο κ. Τσακλόγλου, επισημαίνοντας τα ακόλουθα: «Κάνουμε λιγότερα παιδιά και αυτό δεν οφείλεται στις δυσκολίες της τελευταίας δεκαετίας. Το ποσοστό γονιμότητας μειώνεται εδώ και δεκαετίες, έπεσε κάτω από το όριο του 2.1 που απαιτείται για να διατηρηθεί ο πληθυσμός σταθερός (εκτός μεταναστευτικών ροών) στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και σήμερα βρίσκεται στο 1.4 με προοπτικές μικρής μόνο ανάκαμψης.
Ο δεύτερος έχει να κάνει με μία ιδιαίτερα ευχάριστη εξέλιξη. Ζούμε παραπάνω! Εδώ και πάνω από ένα αιώνα, το προσδόκιμο της επιβίωσης στις αναπτυγμένες χώρες και στην Ελλάδα αυξάνεται κατά αρκετά περισσότερο από ένα χρόνο ανά δεκαετία. Τα νούμερα είναι ασύλληπτα σε όρους ιστορικού χρόνου.
Τι σημαίνουν αυτοί οι δύο παράγοντες μαζί; Ότι γινόμαστε λιγότεροι και γηραιότεροι. Το 2030 αναμένεται να ξεπεράσουμε την Ιταλία, παίρνοντας τον τίτλο της πιο γερασμένης χώρας στην ΕΕ. Η ηλικιακή πυραμίδα, στην Ελλάδα, είναι αντεστραμμένη εις βάρος των νέων».
Πρόβλημα δημογραφικό δεν είχε μόνο η χώρα μας, έχουν εδώ και δεκαετίες όλες σχεδόν οι αναπτυγμένες χώρες. Όταν αυτές οι χώρες αντιλήφθηκαν τις συνέπειες της δημογραφικής γήρανσης για το συνταξιοδοτικό τους σύστημα, επιχείρησαν να κάνουν διαφοροποίηση κινδύνου, να μην βάζουν όλα τους «τα αυγά σε ένα καλάθι», ενισχύοντας τους κεφαλαιοποιητικούς πυλώνες του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Η εισαγωγή κεφαλαιοποιητικών συστημάτων σε χώρες του ΟΟΣΑ
«Πάνω από το 50% του εργατικού δυναμικού σε μεγάλο αριθμό χωρών του ΟΟΣΑ καλύπτεται συμπληρωματικά από κάποιο κεφαλαιοποιητικό πρόγραμμα ασφάλισης, ενώ σε χώρες όπως η Σουηδία, η Φινλανδία, η Ολλανδία, η Δανία, το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτεται από κεφαλαιοποιητικά συνταξιοδοτικά προγράμματα, υπερβαίνει το 80%.
Στην Ελλάδα, τι κάναμε; Φτιάξαμε τις επικουρικές συντάξεις οι οποίες ήταν καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση και μάλιστα και με ακόμα μεγαλύτερα ποσοστά αναπλήρωσης από ότι ήταν οι κύριες συντάξεις με διανεμητικό σύστημα. Αυτό όμως υπονομεύει το μέλλον των σημερινών εργαζομένων.
Απώτερος στόχος του νόμου 4826/21 είναι η δημιουργία κεφαλαιοποιητικής συμπληρωματικής ασφάλισης διακριτής από την κύρια που παραμένει διανεμητική, ώστε ένα τμήμα των εισοδημάτων των συνταξιούχων να προέρχεται από το διανεμητικό σύστημα και ένα τμήμα από το κεφαλαιοποιητικό σύστημα».
Η διασπορά του ασφαλιστικού κινδύνου
«Ο συνταξιούχος του νέου συστήματος θα λαμβάνει τρεις συντάξεις, οι οποίες θα υπόκεινται σε διαφορετικό κίνδυνο. Θα παίρνει την εθνική σύνταξη η οποία υπόκειται στο δημοσιονομικό κίνδυνο, την ανταποδοτική σύνταξη η οποία υπόκειται σε δημογραφικό κίνδυνο και την επικουρική κεφαλαιοποιητική σύνταξη η οποία υπόκειται στο κίνδυνο των αγορών.
Επειδή, οι τρεις αυτοί οι κίνδυνοι δεν έχουν πολύ ισχυρή θετική συσχέτιση, το συνολικό ρίσκο για ολόκληρο το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης αλλά και για την σύνταξη του συγκεκριμένου συνταξιούχου, είναι πολύ- πολύ χαμηλότερο. Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η σταθερότητα ολόκληρου του συνταξιοδοτικού συστήματος».
Οι τέσσερις επιδιώξεις της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης
Η διαρθρωτική αυτή μεταρρύθμιση έχει τέσσερις κύριες επιδιώξεις: (α) την άμβλυνση των συνεπειών του δημογραφικού ρίσκου στο σύνολο της κοινωνικής ασφάλισης μέσω της διαφοροποίησης κινδύνου, (β) την εξασφάλιση υψηλότερων επικουρικών συντάξεων στους μελλοντικούς συνταξιούχους, όπως δείχνει η εμπειρία χωρών με μακρόχρονη λειτουργία κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης, (γ) την μετατροπή του ασφαλιστικού συστήματος σε μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας, εφόσον σημαντικό τμήμα των εισφορών του νέου συστήματος θα επενδύεται στην εγχώρια οικονομία και, (δ) την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των νέων ασφαλισμένων στο δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα με την παροχή ισχυρών αντικινήτρων για αδήλωτη ανασφάλιστη εργασία.
Ενίσχυση της διαγενεακής αλληλεγγύης
Στη συνέχεια της ομιλίας του ο κ. Τσακλόγλου απάντησε σε ερωτήματα που τέθηκαν από το πάνελ των συμμετεχόντων, επισημαίνοντας τα εξής: «Η διαγενεακή αλληλεγγύη δεν μπορεί να υφίσταται μόνο προς μια κατεύθυνση, από τους νεότερους προς τους γηραιότερους. Πρέπει και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία να στηρίξουν έμπρακτα το συνταξιοδοτικό σύστημα των νεότερων.
Σε μια κοινωνία λίγων εργαζομένων και πολλών συνταξιούχων – όπως η ελληνική – «διαγενεακή αλληλεγγύη» είναι το να φροντίσουν οι πολλοί να ελαφρύνουν το ήδη υπερβολικά βαρύ φορτίο που θα επωμιστούν αύριο οι λίγοι νέοι. Δείτε απλώς το ύψος του δημοσίου χρέους που κληροδοτούμε στα παιδιά και τα εγγόνια μας.
Επιπρόσθετα, η μετατροπή της επικουρικής ασφάλισης σε κεφαλαιοποιητική εξοικειώνει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην έννοια της προσωπικής αποταμίευσης και της μακροπρόθεσμης επένδυσης. Θα εκπαιδεύσει τους εργαζόμενους και θα διαφημίσει τα οφέλη της κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης. Η κοινωνία θα μπολιαστεί με την ιδέα της προσωπικής συνταξιοδοτικής αποταμίευσης. Και αυτό αναμφίβολα θα ωφελήσει την ανάπτυξη του 2ου και του 3ου πυλώνα που έχουν έναν κομβικό και διακριτό ρόλο στο ασφαλιστικό σύστημα».