Για υπονόμευση της εμπιστοσύνης αγορών και εταίρων εξαιτίας της εφάπαξ παροχής στους χαμηλοσυνταξιούχους κάνει λόγο ο ΣΕΒ στην εβδομαδιαία επισκόπησή του, ενώ σημειώνει ότι «επιβεβαιώνεται η κρατούσα εκτίμηση ότι η χώρα ακολουθεί μία πολιτική προσαρμογής με το ζόρι και ότι με την πρώτη ευκαιρία εγκαταλείπει την προσπάθεια και δεν τηρεί τα υπεσχημένα».
«Η εφάπαξ αυτή παροχή, που χρηματοδοτείται όχι επειδή κατέστη δυνατό να αυξηθεί η συνταξιοδοτική αποταμίευση αλλά επειδή υπερφορολογούνται τα πιο δυναμικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, αναδεικνύει το έλλειμα ιδιοκτησίας της πολιτικής που εφαρμόζεται» σημειώνει ο ΣΕΒ.
Μάλιστα τονίζει ότι η κίνηση αυτή του Πρωθυπουργού «θυμίζει τον εκτροχιασμό των σχέσεων Ελλάδας – δανειστών του 2014 και δίνει άλλοθι στους επικριτές της χώρας να σκληρύνουν την στάση τους».
Απ’ την άλλη πλευρά υπογραμμίζεται ότι «τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που απαιτούν οι θεσμοί, τείνουν να στραγγαλίζουν την οικονομία και να καθιστούν πολιτικά ευάλωτες τις κυβερνήσεις, γεγονός που επιτείνει την αβεβαιότητα και την αδυναμία να εξέλθει η χώρα από την κρίση».
Υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα, στη δυσμενή θέση που βρίσκεται σήμερα, δεν έχει την πολυτέλεια για μονομερείς ενέργειες που υποσκάπτουν την αξιοπιστία της.
Προσθέτει ότι «και οι θεσμοί χάνουν τάχιστα την αξιοπιστία τους όταν οι μεν συστήνουν στους δε δημοσίως να ληφθούν και πρόσθετα μέτρα για την επίτευξη των στόχων που έχουν συμφωνηθεί από όλους. Ποιον και τι πρέπει να πιστέψουν οι αγορές; Το ΔΝΤ ή τους ευρωπαϊκούς θεσμούς;».
Σε αυτούς τους λόγους αποδίδει και την αρνητική αντίδραση που έχουν οι αγορές τις τελευταίες ημέρες, «ιδίως μετά την ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ότι παγώνει η εφαρμογή των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους που μόλις πρόσφατα συμφωνήθηκαν».