Από την έντυπη έκδοση
Συνέντευξη στον Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]
«Υπόνοιες» ότι σε συγκεκριμένα είδη διατροφής που πωλούνται στα σούπερ μάρκετ, αλλά και σε άλλες αγορές υπάρχουν εναρμονισμένες πρακτικές καθορισμού των τιμών σε βάρος των καταναλωτών «μεταφέρει» στη συνέντευξή του στη «Ν» ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού (Ε.Α.), Ιωάννης Λιανός. Οι «υπόνοιες» αυτές μένει να επιβεβαιωθούν με στοιχεία και για τον λόγο αυτό υπάρχουν οι στοχευμένοι, όπως επισημαίνει ο ίδιος, αιφνιδιαστικοί επιτόπιοι έλεγχοι από την Επιτροπή, που το τελευταίο διάστημα έχουν «πυκνώσει».
Σχολιάζοντας το κύμα ανατιμήσεων, ο κ. Λιανός σημειώνει ότι το πρόβλημα είναι παγκόσμιο και κάνει λόγο για στρεβλώσεις που αφορούν «ειδικές συνθήκες στην εγχώρια αγορά». «Τις έχουμε εντοπίσει και ασφαλώς αυτές είναι που είτε ερευνούμε ήδη είτε σκοπεύουμε να ερευνήσουμε άμεσα» τονίζει ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Ο ίδιος δηλώνει ότι δεν είναι «ιδεολογικά αντίθετος» με το μέτρο των διατιμήσεων, ειδικά όταν βλέπουμε πως η αγορά δεν μπορεί να ανταποκριθεί λόγω ορισμένων δομικών προβλημάτων που δεν οφείλονται μόνο στην έλλειψη ανταγωνισμού, αποσαφηνίζοντας ωστόσο ότι «μια τέτοιας μορφής παρέμβαση θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις».
Ο κ. Λιανός αναφέρεται στις προτεραιότητες που έχει θέσει ως επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού, θεωρεί ότι το νομοσχέδιο για τον ανταγωνισμό, όπως αυτό κατατέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, κινείται στη σωστή κατεύθυνση και απαντά στις επικρίσεις που δέχεται ως προς τις θέσεις που διατυπώνει σχετικά με την ανακατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των ανεξάρτητων αρχών.
Η συνέντευξη έχει ως εξής:
Κύριε Λιανέ, προχθές αλλά και λίγες ημέρες πριν, όπως η ίδια η Επιτροπή ανακοίνωσε, πραγματοποιήσατε αιφνίδιους ελέγχους σε σούπερ μάρκετ και προμηθευτικές επιχειρήσεις, διερευνώντας τυχόν αντιανταγωνιστικές πρακτικές ως προς τη διαμόρφωση των τιμών ειδικά σε προϊόντα όπως τα δημητριακά, το γάλα, ο καφές, τα τυριά, τα ροφήματα και οι μαρμελάδες. Γιατί επιλέχθηκαν τα συγκεκριμένα προϊόντα; Υπάρχουν ενδείξεις για εναρμόνιση των τιμών;
«Η Επιτροπή Ανταγωνισμού προετοιμάζει με ιδιαίτερη προσοχή και συνήθως αρκετές εβδομάδες ή μήνες πριν, ανάλογα με το εύρος τους, τους ελέγχους που πρόκειται να πραγματοποιήσει. Δυστυχώς δεν μπορώ να σχολιάσω εκκρεμούσες έρευνες της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αλλά μπορώ να αναφέρω ότι ο συγκεκριμένος τομέας αναλύεται συστηματικά, από την task force που συστάθηκε στο πλαίσιο της τελικής έκθεσης της Ε.Α. στην κλαδική για τα σούπερ μάρκετ τον περασμένο Απρίλιο, η οποία μπορεί να προτείνει περαιτέρω ελέγχους σε ορισμένα προϊόντα ή/και γεωγραφικές αγορές. Η εν λόγω task force επικουρείται στο έργο της από το εργαλείο HCC Economic Intelligence & Data Analytics Platform, το οποίο διαθέτει πλέον η Ε.Α. από το 2020. Το εργαλείο αυτό αντλεί και επεξεργάζεται, μεταξύ άλλων, και στοιχεία που συλλέγει η πλατφόρμα e-katanalotis της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, η βάση δεδομένων e-fuels, καθώς και τα στοιχεία που συλλέγει ο Οργανισμός Κεντρικής Αγοράς Αθηνών (ΟΚΑΑ). Παρακολουθεί τις τιμές καταναλωτικών προϊόντων και ειδών διατροφής των σούπερ μάρκετ, νωπά προϊόντα αλλά και πετρέλαιο κίνησης/βενζίνη, συστηματικά και σχεδόν σε καθημερινή βάση, για ενδεχόμενες εναρμονισμένες πρακτικές. Συνεπώς, όλα τα ανωτέρω βοηθούν την Ε.Α. να προχωρά σε στοχευμένους επιτόπιους ελέγχους, όπου υπάρχουν ενδείξεις αντιανταγωνιστικών πρακτικών».
Σε πόσο καιρό να περιμένουμε τα αποτελέσματα των ελέγχων;
«Οι έλεγχοι μόλις πραγματοποιήθηκαν, επομένως θα ήταν λάθος να κάνουμε τη δεδομένη στιγμή χρονική εκτίμηση. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού ακολουθεί μία συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία προβλέπεται από την ενωσιακή (ευρωπαϊκή) και εθνική νομοθεσία, η οποία είναι ιδιαίτερα προστατευτική στα διαδικαστικά δικαιώματα των μερών. Λόγω αυτού του γεγονότος αλλά και της πολυπλοκότητας του δικαίου ανταγωνισμού, δεν αρκεί, σύμφωνα με την ενωσιακή και εθνική νομολογία, να αποδείξεις ότι υφίσταται εναρμόνιση τιμών, αλλά και ότι αυτή είναι αποτέλεσμα κάποιας μορφής συντονισμού ή αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των μερών, για να υπάρξει παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού. Σημειώνεται ότι ο χρόνος ολοκλήρωσης μίας υπόθεσης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως είναι η πολυπλοκότητα της υπόθεσης στο κατά πόσο οι ερευνώμενες επιχειρήσεις συνεργάζονται αλλά και στο κατά πόσο θα ασκήσουν δικαιώματα άμυνας. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή έχει στόχο να ολοκληρώνει τις έρευνές της μέσα στο αναμενόμενο χρονικό πλαίσιο για της συγκεκριμένης πολυπλοκότητας κατηγορία υπόθεσης, σύμφωνα με τις διεθνείς καλές πρακτικές. Με σκοπό την ορθή πληροφόρηση του κοινού, θα ήθελα να επισημάνω ότι σύμφωνα με στατιστικές αναλύσεις ανεξάρτητων ερευνητών για τις διεκπεραιωθείσες υποθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού η μέση χρονική διάρκεια υποθέσεων καρτέλ που χειρίστηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα έτη 2001-2015, από την εκκίνηση της έρευνας έως την έκδοση απόφασης ήταν περίπου 50 μήνες. Σημειώνεται ότι η μικρότερη χρονική περίοδος ήταν 20 μήνες και η μεγαλύτερη ξεπέρασε τους 100. Εννοείται ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού κάνει προσπάθειες περιορισμού αυτού του χρόνου και τα τελευταία δύο χρόνια έχουμε κάνει τεράστια πρόοδο, καθώς ο μέσος όρος ηλικίας των υποθέσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού έχει μειωθεί στο 1/3 από αυτό που ήταν όταν αναλάβαμε την Επιτροπή τον Σεπτέμβριο 2019».
Αν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν εναρμονισμένες πρακτικές, τι μπορεί να κάνει η Επιτροπή για να τις αντιμετωπίσει;
«Σε περίπτωση εναρμονισμένων πρακτικών που εμπίπτουν στην απαγόρευση του νόμου, η Ε.Α. μπορεί να επιβάλει πρόστιμο που μπορεί να ανέρχεται μέχρι ποσοστού 10% του συνολικού κύκλου εργασιών της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην παράβαση, της χρήσης κατά την οποία έπαυσε η παράβαση ή, αν αυτή συνεχίζεται μέχρι την έκδοση της απόφασης, της προηγούμενης της έκδοσης της απόφασης χρήσης. Η Ε.Α. έχει δημοσιεύσει όπως και άλλες Αρχές Ανταγωνισμού στην Ευρώπη οδηγίες για τον υπολογισμό του προστίμου, μια κι αυτός ο υπολογισμός οφείλει να είναι συμβατός με την αρχή της αναλογικότητας. Σκοπός των προστίμων είναι η πρόληψη και συνεπώς τα πρόστιμα θα πρέπει να στοχεύουν τόσο στην τιμωρία όσο και την αποτροπή μελλοντικών παραβάσεων. Επίσης, η απόφαση της Ε.Α. μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο σε αγωγές αποζημίωσης στα πολιτικά δικαστήρια, όσων έχουν υποστεί βλάβη από τις αντιανταγωνιστικές πρακτικές. Η Ε.Α. θα προχωρήσει στις αποφάσεις της όσο αυτό είναι βέβαια δυνατόν στον υπολογισμό αυτής της βλάβης ώστε να διευκολύνει τις αγωγές αποζημίωσης, ειδικά από τους καταναλωτές».
Πέρα, όμως, από τις συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων και με δεδομένο ότι η Επιτροπή «τσεκάρει» κάθε 15νθήμερο μια γκάμα προϊόντων που συναπαρτίζουν το αποκαλούμενο «καλάθι» της νοικοκυράς, ποια εικόνα έχετε διαμορφώσει για την εξέλιξη των τιμών;
«Έχει παρατηρηθεί αύξηση τιμών σε ορισμένα προϊόντα, οι οποίες μπορεί να ερμηνευτούν με διάφορους τρόπους και να οφείλονται σε διάφορους παράγοντες. Να αναφέρω εδώ ότι το φαινόμενο της ακρίβειας σε ορισμένα προϊόντα δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό, αλλά υπάρχουν ανάλογες αυξήσεις (και μάλιστα σε ορισμένα προϊόντα μεγαλύτερες) και σε πολλά άλλα κράτη-μέλη. Ορισμένες από αυτές τις αυξήσεις ενδεχομένως να αποκτούν περισσότερη ένταση λόγω στρεβλώσεων του ανταγωνισμού σε κάποιο στάδιο της αλυσίδας αξίας, είτε αυτό προέρχεται από συντονισμό ανταγωνιστών είτε από θέσεις ισχύος στην αγορά ορισμένων εταιρειών. Κάποιες από αυτές τις στρεβλώσεις ενδέχεται να είναι διεθνείς (π.χ. στις μεταφορές) και για την αντιμετώπισή τους χρειάζεται να συνεργαστούν οι Αρχές Ανταγωνισμού πολλών χωρών, και όχι μόνο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και γενικότερα. Άλλες αφορούν ειδικές συνθήκες στην εγχώρια αγορά, τις έχουμε εντοπίσει και ασφαλώς αυτές είναι που είτε ερευνούμε ήδη είτε σκοπεύουμε να ερευνήσουμε άμεσα. Όπως ανέφερα σε απαντήσεις μου σε κοινοβουλευτικά ερωτήματα από τον Μάιο του 2021, η περίοδος των τελευταίων 6-7 μηνών μπορεί να συγκριθεί σε ορισμένες αγορές (όπως αυτή των τροφίμων και των πρώτων υλών) με την περίοδο σημαντικής αύξησης τιμών την περίοδο 2011-2013. Οι κύκλοι αυτοί ανατιμήσεων εννοείται ότι παρακολουθούνται προσεκτικά από τις Επιτροπές Ανταγωνισμού, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς έτσι ώστε να εξακριβωθεί εάν αυτές οφείλονται σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού ή σε άλλους παράγοντες».
Μια άμεση αντίδραση σε ένα κύμα ανατιμήσεων μπορεί να είναι και η επιβολή διατιμήσεων;
«Πράγματι, αυτό είναι μία από τις δυνατότητες που υπάρχει. Δεν είμαστε ιδεολογικά αντίθετοι σε διατιμήσεις, ειδικά όταν βλέπουμε πως η αγορά δεν μπορεί να ανταποκριθεί λόγω ορισμένων δομικών προβλημάτων που δεν οφείλονται μόνο στην έλλειψη ανταγωνισμού. Ωστόσο, μια τέτοιας μορφής παρέμβαση θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, καθώς τις περισσότερες φορές δημιουργεί περισσότερες στρεβλώσεις στην αγορά από εκείνες που ενδεχομένως καλείται να αντιμετωπίσει. Κατά κάποιο τρόπο αποτελεί μόνο την ύστατη λύση, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν πιο αναλογικά μέτρα και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η επιβολή ανώτατης τιμής σε ένα προϊόν από το κράτος, εάν δεν σχεδιαστεί σωστά και προσεκτικά, ενδέχεται να έχει και σημαντικές αρνητικές επιδράσεις: όπως είναι οι σημαντικές ελλείψεις στην αγορά, ο κίνδυνος ενίσχυσης κάποιων ισχυρών παικτών εις βάρος κάποιων μικρότερων κυρίως ελληνικών επιχειρήσεων, η ενίσχυση των καρτέλ.
Οι μέγιστες τιμές λειτουργούν ως εστιακό σημείο για τους μεταπωλητές και συνεπώς οι τιμές πώλησης όλων των ομοειδών προϊόντων θα τείνουν στην ως άνω καθορισμένη ανώτατη τιμή, ακόμη και για ομοειδή αγαθά η τιμή των οποίων πριν από την επιβολή της μέγιστης τιμής κυμαινόταν σε χαμηλότερα επίπεδα, εμφάνιση φαινομένων “γκρίζας” ή “μαύρης” αγοράς κ.λπ. Συνεπώς, πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί».
Η ενασχόλησή σας με τον ανταγωνισμό σε διεθνές επίπεδο μετρά χρόνια και ήδη συμπληρώσατε δύο χρόνια ως επικεφαλής της ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού. Τι διαπιστώνετε για την ελληνική αγορά; Λειτουργεί με βάση τους κανόνες του ανταγωνισμού;
«Η απάντησή μου στην ερώτησή σας εξαρτάται από τις επιμέρους αγορές που θέλετε να συζητήσουμε κα τις συνθήκες που επικρατούν σε αυτές. Συνεπώς δεν μπορώ να δώσω μία γενικευμένη απάντηση. Είναι γνωστό εξάλλου από τις στατιστικές της Eurostat σε ποιες κατηγορίες προϊόντων η Ελλάδα είναι ακριβότερη από άλλες χώρες. Αλλά οι χαμηλές τιμές δεν είναι η μόνη ένδειξη επαρκούς ανταγωνισμού. Σημαντικές παράμετροι επίσης είναι η καινοτομία και η ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών. Πρέπει λοιπόν να γίνει μία ενδελεχής ανάλυση, η οποία δεν είχε γίνει ποτέ έως σήμερα συστηματικά από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, και προχώρησε για πρώτη φορά τα τελευταία δύο έτη με σειρά κλαδικών ερευνών που είτε ολοκληρώθηκαν, είτε επίκειται η ολοκλήρωσή τους. Επίσης, για πρώτη φορά προχώρησαν, έστω και με καθυστέρηση, απαραίτητες νομοθετικές αλλαγές που θα δώσουν στην Επιτροπή Ανταγωνισμού την αρμοδιότητα συστηματικής χαρτογράφησης των επιμέρους κλάδων των ελληνικών αγορών, ενώ η Επιτροπή προχώρησε στη σύσταση θέσεων ειδικών οικονομολόγων επιστημόνων που θα συνεργαστούν μαζί της γι’ αυτό το έργο. Είναι άξιο απορίας πώς αυτά τα θεμελιώδη δεν είχαν γίνει τόσα χρόνια πριν (υπενθυμίζω ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση η θέση επικεφαλής οικονομολόγου υπάρχει από το 2003). Κατά συνέπεια, τα τελευταία δύο χρόνια αναγκαστήκαμε να προχωρήσουμε σε απαραίτητες δομικές αλλαγές και επενδύσεις που έπρεπε να είχαν γίνει χρόνια πριν».
Κρίνετε ότι υπάρχουν πεδία της οικονομίας και της αγοράς που χρήζουν παρεμβάσεων;
«Αντιλαμβάνεστε ότι δεν μπορώ να προαναγγείλω ελέγχους και έρευνες. Μπορώ όμως με σθένος να υποστηρίξω ότι για πρώτη φορά η Επιτροπή Ανταγωνισμού λειτούργησε βάσει ενός στρατηγικού προγραμματισμού προτεραιοποίησης ορισμένων τομέων της εθνικής οικονομίας, πάντα με βάση τις ενδείξεις που είχαμε για αντιανταγωνιστικές πρακτικές και τις δυνατότητες σε ανθρώπινο δυναμικό της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Τα τελευταία δύο χρόνια ταράξαμε στάσιμα νερά, ξεκινώντας έρευνες σε κλάδους της οικονομίας που ήταν στο απυρόβλητο για χρόνια. Η Ε.Α. πραγματοποίησε παρεμβάσεις στις τράπεζες, στα σούπερ μάρκετ σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα, στην ψηφιακή οικονομία και τα δεδομένα κινητής τηλεφωνίας, στην ενέργεια, στον κατασκευαστικό τομέα, στις ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας και ασφάλισης, στην πράσινη οικονομία και την ανακύκλωση/διαχείριση απορριμμάτων- αναφέρω κάποιους από τους τομείς για τους οποίους υπάρχουν ήδη δημόσιες πληροφορίες και επομένως μπορώ να αναφερθώ σε αυτούς. Ποτέ άλλοτε σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα δεν έγιναν τόσες παρεμβάσεις σε κομβικούς και δύσκολους τομείς της εθνικής οικονομίας, στους οποίους δραστηριοποιούνται οι μεγαλύτερες σε μέγεθος εταιρείες της χώρας. Όπως επίσης δείχνει αυτή η επιλογή, σκοπός της Επιτροπής δεν είναι να δράσει για το θεαθήναι, αλλά να κάνει ουσιαστικές παρεμβάσεις σε τομείς με μεγάλες οικονομικές επιπτώσεις, τόσο για τους καταναλωτές όσο και για την εθνική οικονομία. Σκοπός μας είναι επίσης να ανοίξουμε τα κλειστά οικοσυστήματα στους μη εμπορεύσιμους (non-tradable) κλάδους της οικονομίας, δηλαδή αυτούς που δεν επικρατεί διεθνής ανταγωνισμός, και στους οποίους λόγω της σχετικά κλειστής οικονομίας μας υπάρχουν τα περισσότερα προβλήματα».
Βρισκόμαστε εν αναμονή κατάθεσης προς ψήφιση στη Βουλή του νέου πλαισίου για τον ανταγωνισμό. Θεωρείτε ότι το σχέδιο που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση καλύπτει τις «ανάγκες» της Επιτροπής και τη διασφάλιση του ανταγωνισμού;
«Θεωρώ ότι το νέο νομοσχέδιο είναι ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ασφαλώς, είναι νωρίς να κρίνουμε, πριν δούμε το τελικό σχέδιο νόμου που θα κατατεθεί και τελικώς θα ψηφιστεί. Η νομοπαρασκευαστική επιτροπή στην οποία συμμετείχα έκανε πολλές προτάσεις για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, της αποτελεσματικότητάς της και επίσης στην αποτελεσματικότητα της προστασίας του ανταγωνισμού. Κάποιες προτάσεις μας έγιναν δεκτές και προχώρησαν, άλλες όχι. Θα ήθελα να τοποθετηθώ για το συγκεκριμένο ζήτημα όταν κατατεθεί το νομοσχέδιο και ελπίζω ότι θα υπάρξει ένας γόνιμος διάλογος μεταξύ των κομμάτων γι’ αυτό το θέμα. Η προστασία του ανταγωνισμού στη χώρα μας είναι ένα θέμα για το οποίο θα πρέπει να υπάρξει η μέγιστη συναίνεση. Αυτό δεν θεωρώ ότι είναι ζήτημα προσώπων, αλλά ουσιαστικό ζήτημα θεσμών και διαδικασιών. Έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια από πλευράς μας για να υπάρξει μία συζήτηση ουσίας στο πλαίσιο της νομοπαρασκευαστικής. Έχω ζητήσει επίσης, επανειλημμένα, να συναντήσω τα κόμματα για να συζητήσω τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον τομέα αυτό, με τον οποίο έχω ασχοληθεί τα τελευταία 20 χρόνια και έχω εργαστεί σε διεθνές επίπεδο. Έχω δει έως σήμερα αντιπροσώπους από ορισμένα από αυτά και προσβλέπω να δω και τους υπόλοιπους πριν κατατεθεί το νομοσχέδιο. Σε κάθε περίπτωση, θα προσπαθήσω, στο μέτρο που μου αναλογεί, μιας και το τελικό νομοσχέδιο που θα κατατεθεί είναι επιλογή της κυβέρνησης και ο ρόλος της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής είναι συμβουλευτικός, να συμμετάσχω και εγώ και οι συνάδελφοί μου στη συζήτηση».
Κύριε Λιανέ, ανεπισήμως «εγκαλείστε» από πρόσωπα άλλων ανεξάρτητων αρχών ή και επισήμως από μερίδα της αγοράς, ότι ακολουθείτε μια επεκτατική πολιτική για τη διεύρυνση του χαρτοφυλακίου σας, σε βάρος άλλων αρχών και ότι επιχειρείτε να εποπτεύσετε αγορές που σήμερα εποπτεύονται από άλλες αρχές. Με βάση τον υφιστάμενο καταμερισμό αρμοδιοτήτων, οι εγκλήσεις φαίνεται ότι έχουν βάση. Όντως επιδιώκετε να πάρετε αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί σε άλλες αρχές;
«Δεν γνωρίζω να εγκαλούμαι από συναδέλφους άλλων ανεξαρτήτων αρχών (με τους οποίους έχουμε διαμορφώσει άριστη σχέση και για πρώτη φορά έχουμε υπογράψει μνημόνια συνεργασίας ύστερα από πρωτοβουλία της Επιτροπής Ανταγωνισμού) ή από μερίδα της αγοράς. Θα σας αναφέρω, μεταξύ πολλών, τα σχόλια της ένωσης μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην πρόσφατη πρωτοβουλία μας για το Sandbox βιώσιμης ανάπτυξης, ή την υποστήριξη από ενώσεις καταναλωτών. Όμως, όπως κάθε φορά που γίνεται προσπάθεια σημαντικών μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, είναι αναμενόμενο να υπάρχουν αντιδράσεις από συμφέροντα που θίγονται και αυτούς που επιθυμούν το statusquo. Αυτό είναι κάτι που παρατηρείται διαχρονικά όχι μόνο σε μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό. Θα με ανησυχούσε να σας πω την αλήθεια εάν δεν υπήρχαν αντιδράσεις, γιατί κάτι τέτοιο θα έδειχνε ότι το νομοσχέδιο δεν κάνει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που όλοι οι Έλληνες ξέρουμε κατά βάση ότι είναι απαραίτητες να γίνουν.
Σχετικά με το θέμα των αρμοδιοτήτων έχουν αναφερθεί πολλά (και από συναδέλφους σας και αρκετά που δεν έχουν καμία βάση μιας και υπάρχει ασυγκράτητη αντίδραση σε μεταρρυθμίσεις στο συγκεκριμένο θέμα). Περιληπτικά, αυτό που η νομοπαρασκευαστική επιτροπή προσπάθησε και όφειλε να θέσει -μιας και γι’ αυτό τον σκοπό γίνονται οι νομοπαρασκευαστικές επιτροπές από εμπειρογνώμονες σε ευνομούμενα κράτη- ήταν η σωστή κατανομή των αρμοδιοτήτων στην Ελλάδα μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών και της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Αυτό δεν έγινε για κάποιον προσωπικό λόγο (εξάλλου δεν είμαι ισόβιος πρόεδρος της Επιτροπής, ούτε ήμουν το μόνο στέλεχος της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, καθώς αποτελούνταν από αναγνωρισμένους συναδέλφους ακαδημαϊκούς από την Ελλάδα και το εξωτερικό) αλλά για τον εξής απλό λόγο: ο τρόπος που γίνεται αυτή η κατανομή αρμοδιοτήτων στην Ελλάδα είναι διαφορετικός από αυτόν που έχουν επιλέξει όλα τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών του ΟΟΣΑ. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει μία ελληνική ιδιαιτερότητα σε αυτό το θέμα, και εάν είναι να κρατήσουμε αυτή την ιδιαιτερότητα, και να μην εναρμονιστούμε με τον υπόλοιπο κόσμο, αυτό θα πρέπει να οφείλεται σε κάποια θετικά αποτελέσματα που εμείς έχουμε και τα οποία δεν έχουν οι υπόλοιπες χώρες που έχουν επιλέξει διαφορετικά από εμάς. Εν τέλει, είμαστε ευχαριστημένοι με τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι συγκεκριμένες αγορές στην Ελλάδα, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης; Είμαστε μπροστά από τους άλλους, με συνέπεια να θέλουμε να διατηρήσουμε αυτή την ιδιαιτερότητα; Θεωρώ ότι ο κάθε αναγνώστης σας διαθέτει τα στοιχεία που χρειάζεται για να απαντήσει σε αυτή την ερώτηση. Οτιδήποτε άλλο προσθέσω είναι περιττό…».