Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Αισιοδοξία για συνολική συμφωνία στο ελληνικό ζήτημα πριν από το τέλος του έτους επικρατεί μεταξύ των αξιωματούχων της Ευρωζώνης και της Κομισιόν, ωστόσο δύσκολα θα κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση στη συνεδρίαση του Εurogroup, κυρίως εξαιτίας των διαφωνιών μεταξύ των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ στο θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος και κατ’ επέκταση της ελάφρυνσης του χρέους.
Ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης δήλωσε χθες στις Βρυξέλλες ότι είναι ρεαλιστικός ο στόχος για μια συνολική συμφωνία πριν από το τέλος του έτους, που θα περιλαμβάνει τη δεύτερη αξιολόγηση, την ελάφρυνση του χρέους και τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. «Τις τελευταίες μέρες επιτεύχθηκε σημαντική πρόοδος, η ελληνική κυβέρνηση συνεργάζεται καλά και αν υπάρξει θέληση από όλους είμαι πεπεισμένος ότι θα φτάσουμε σε συνολική συμφωνία», είπε.
Στη συνεδρίαση του Εurogroup της 5ης Δεκεμβρίου το ελληνικό ζήτημα θα κυριαρχήσει των συζητήσεων, στις οποίες το ΔΝΤ δεν θα εκπροσωπηθεί από την Κριστίν Λαγκάρντ, αλλά πιθανότατα από τον επικεφαλής για την Ευρώπη, Πολ Τόμσεν. Σύμφωνα με τον ίδιο αξιωματούχο, στην εν λόγω συνεδρίαση θα συζητηθεί η δεύτερη αξιολόγηση και τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Δεν θα συζητηθούν στη φάση αυτή μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα. Ερωτηθείς εάν θα πρέπει να περιμένουμε και μια έκτακτη συνεδρίαση του Εurogroup μέσα στον μήνα, απάντησε ότι στο παρελθόν αποδείξαμε ότι είμαστε ευέλικτοι, διευκρινίζοντας ότι μέχρι στιγμής δεν έχει ληφθεί τέτοια απόφαση.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη δεύτερη αξιολόγηση, ο αξιωματούχος είπε ότι έχουν μείνει πολύ λίγα ανοικτά θέματα, με σημαντικότερο τα εργασιακά, όπου θεωρεί ότι η συμφωνία στο ζήτημα αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί σε τεχνικό επίπεδο, αλλά σε πολιτικό, δηλαδή στο Εurogroup. Για το δημοσιονομικό ανέφερε ότι έχει σημειωθεί πρόοδος και υπάρχει μια μικρή διαφορά σε σχέση με το 2018, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα κλείσει σχετικά εύκολα.
Σε σχέση με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, είπε ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα τα παρουσιάσει στους υπουργούς, προσθέτοντας ότι έχει γίνει πολύ καλή δουλειά και θα αρχίσουν να εφαρμόζονται ορισμένα από τώρα, όπως η σταθεροποίηση των επιτοκίων το 2017, και τα υπόλοιπα (επιμηκύνσεις αποπληρωμής και σταθερά επιτόκια σε βάθος χρόνου) θα υλοποιηθούν σταδιακά μέχρι το 2018. Για τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα, ο αξιωματούχος άφησε να εννοηθεί ότι θα συζητηθούν στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων, «όταν θα γνωρίζουμε», όπως είπε, «όλες τις παραμέτρους, δηλαδή θα έχουν κοστολογηθεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα στο χρέος και θα γνωρίζουμε τους στόχους για την ανάπτυξη και τα δημοσιονομικά».
Φαίνεται ότι το σημαντικότερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή έχει να κάνει με το πρωτογενές πλεόνασμα, όπου χθες ο αξιωματούχος αναγνώρισε ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ. Κατά την άποψή του, η συμφωνία του τρίτου μνημονίου, το καλοκαίρι του 2015, προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018 και σε μεσοπρόθεσμη βάση. Ερωτηθείς τι εννοεί μεσοπρόθεσμη βάση, είπε: «Σε κάθε περίπτωση, πολύ περισσότερο από τα δύο χρόνια». Το ΔΝΤ δεν συμφωνεί με αυτή την προσέγγιση και καθιστά σαφές στους Ευρωπαίους πως αν επιμείνουν στο 3,5% του ΑΕΠ, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να λάβει μέτρα. Οι διαφωνίες σε σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα εμποδίζουν το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, γιατί αυτή απαιτεί συμφωνία και των τεσσάρων θεσμών, καθώς το πρωτογενές πλεόνασμα εμπλέκεται με τα δημοσιονομικά θέματα.
Στις Βρυξέλλες ποντάρουν σε μια εποικοδομητική στάση της γερμανικής κυβέρνησης, που θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο σε συμφωνία πριν από το τέλος του έτους για δύο λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Ευρωζώνη έχει σήμερα πολλά προβλήματα για να προσθέσει και την Ελλάδα και ο δεύτερος με το ότι το 2017 είναι έτος εκλογών για πολλές σημαντικές χώρες (Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία) και κανένας δεν θέλει συνέχιση των συζητήσεων για το ελληνικό χρέος το επόμενο έτος. Επίσης, ο κίνδυνος κατάρρευσης της συμφωνίας με την Τουρκία στο προσφυγικό είναι ένας ακόμη λόγος για να κλείσει το ελληνικό ζήτημα μέσα στον Δεκέμβριο.
Γρίφος η στάση της Γερμανίας
Στην έδρα της Κομισιόν ευθυγραμμίζονται με την ελληνική θέση, αλλά και με εκείνη του ΔΝΤ, ζητώντας πολύ μικρότερα πλεονάσματα, 2%-2,5% του ΑΕΠ, ωστόσο στο θέμα αυτό καθοριστική θα είναι η στάση που θα κρατήσει το Βερολίνο. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές στη βελγική πρωτεύουσα, οι Γερμανοί αρχίζουν και ανοίγουν τα χαρτιά τους, δείχνοντας διάθεση να συζητήσουν το θέμα των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων, χωρίς όμως πολλά «μαθηματικά», για ευνόητους λόγους, αλλά υπό μορφή ενός δεσμευτικού οδικού χάρτη που θα υλοποιηθεί μετά το 2018. Αντίθετα, δεν έχουν δείξει προς το παρόν διάθεση αλλαγής στάσης στο θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων, ωστόσο αυτό δεν αποκλείεται να γίνει την τελευταία στιγμή.
Το Βερολίνο πάντως εκφράζει τη βεβαιότητα ότι το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. «Είμαστε βέβαιοι ότι το ΔΝΤ θα παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα» σχολίασε κατά την τακτική ενημέρωση των δημοσιογράφων η εκπρόσωπος Τύπου του γερμανικού ΥΠΟΙΚ.