Skip to main content

Υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης αλλά και κίνδυνοι για την οικονομία

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Χωρίς να επικαιροποιεί τον στόχο της ανάκαμψης είτε για φέτος είτε για του χρόνου διατηρείται η αναφορά σε ποσοστό ανάπτυξης 4,3% για φέτος και 6% για το 2022-, η έκθεση στέκεται στον υψηλό τριμηνιαίο ρυθμό ανάπτυξης του 4,5% στο πρώτο τρίμηνο και του 3,4% στο β’ τρίμηνο. Επισημαίνει ταυτόχρονα και τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την ελληνική οικονομία κυρίως σε δημοσιονομικό επίπεδο.

Πρώτον, το ενδεχόμενο να υπάρξει παράταση στα περιοριστικά μέτρα λόγω πανδημίας, κάτι που θα απαιτήσει και την ανάλογη δημοσιονομική στήριξη.

Δεύτερον, το ενδεχόμενο να υπάρξουν νέες δικαστικές αποφάσεις που θα δικαιώσουν τους συνταξιούχους διασφαλίζοντας νέο δικαίωμα είσπραξης αναδρομικών.

Και τρίτον, την πιθανότητα να καταπέσουν εγγυήσεις που έχουν δοθεί από το Ελληνικό Δημόσιο στο πλαίσιο των μέτρων στήριξης που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Στα θετικά της έκθεσης και το γεγονός ότι αναγνωρίζεται καλύτερη του αναμενομένου πορεία όσον αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους -τουλάχιστον με βάση το βασικό σενάριο της έκθεσης-, κάτι που αποδίδεται από τους συντάκτες στην ταχύτερη του αναμενομένου μείωση των τόκων εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται από τους θεσμούς και στο πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0», το οποίο θα παίξει καθοριστικό ρόλο στο να διευκολύνει τη χώρα να ξεπεράσει ταχύτερα τις συνέπειες της πανδημίας.

Οι δεσμεύσεις

Όπως επισημαίνει και στη σχετική δήλωση που εξέδωσε αμέσως μετά τη δημοσίευση της έκθεσης ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, είναι η 8η διαδοχική θετική έκθεση των θεσμών τα τελευταία δύο χρόνια. Πράγματι, όπως αναφέρεται: «οι ελληνικές αρχές ανέλαβαν συγκεκριμένες δεσμεύσεις σε διάφορους τομείς συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικοποιήσεων, της βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της φορολογικής διοίκησης ενώ προχώρησαν σε ευρύτερες  διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις συμπεριλαμβανομένου του τομέα της Παιδείας και της Δημόσιας Διοίκησης».

Σε άλλο δε σημείο αναφέρεται ότι τα «ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα χαιρετίζουν τη στενή και εποικοδομητική δέσμευση σε όλους τους τομείς και ενθαρρύνουν τις αρχές να διατηρήσουν τη δυναμική, και όπου είναι απαραίτητο, να ενισχύσουν τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων που προκλήθηκαν εν μέρει από την πανδημία, ιδίως όσον αφορά μεταρρυθμίσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα και τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς ιδιώτες».

Η 12η αξιολόγηση

Στο πλαίσιο της 12ης αξιολόγησης, η οποία πρακτικά έχει ήδη ξεκινήσει -μια ιδιαίτερα σημαντική αξιολόγηση, καθώς συνδέεται με την εκταμίευση δόσης ANFAs και SMPs-, θα ζητηθεί από τις ελληνικές αρχές να επιδείξουν πρόοδο στα ακόλουθα μέτωπα: Πρώτον, στη νομοθέτηση του νέου ΕΝΦΙΑ. Δεύτερον, στην προώθηση των αλλαγών στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Τρίτον, στην παρουσίαση του σχεδίου για την αγορά της ενέργειας, και, τέταρτον, στην ολοκλήρωση του νέου λογιστικού σχεδίου στο Δημόσιο.

Η βιωσιμότητα του χρέους

Βελτίωση της εικόνας του χρέους συγκριτικά με τη 10η έκθεση αξιολόγησης διαπιστώνουν οι θεσμοί, κάτι που το αποδίδουν στην περαιτέρω πτώση των επιτοκίων δανεισμού της χώρας. Με βάση το βασικό σενάριο, η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ διαμορφώνεται στο 57,6% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2060, με τις ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους να διατηρούνται για όλο αυτό το διάστημα κάτω από το 15% του ΑΕΠ. Στο σενάριο «υψηλού ρίσκου» το χρέος διαμορφώνεται το 2060 στο 97,6% του ΑΕΠ, με τις ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης να ανεβαίνουν ακόμη και στο 20%, ειδικά την περίοδο μετά το 2050, ενώ στο σενάριο μικρότερου του αναμενόμενου ρυθμού ανάπτυξης οι ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους ξεπερνούν το 20% σε ετήσια βάση ήδη από τη δεκαετία του 2040.