Τις τριετίες υπερασπίστηκε η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) στο Συμβούλιο της Επικρατείας,όπου συζητείται σήμερα το θέμα, ύστερα από αναβολή δύο μηνών. Στο ΣτΕ προσέφυγαν ο ΣΕΒ και άλλοι επτά περιφερειακοί σύνδεσμοι εργοδοτών, οι οποίοι ζητούν να ακυρωθεί η σχετική εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας που εκδόθηκε πριν από 10 μήνες (18/2/2019) με αφορμή την εφαρμογή του νέου κατώτατου μισθού των 650 ευρώ (με ισχύ από 1η Φεβρουαρίου 2019), αλλά αφορούσε και τη διατήρηση των τριετιών για τους κατώτατους μισθούς και τα ημερομίσθια.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, η ΓΣΕΕ υπερασπίστηκε με νομικά επιχειρήματα ότι οι προσαυξήσεις των τριετιών δεν έχουν καταργηθεί, «αφού η αρμοδιότητα του υπουργού Εργασίας να καθορίζει τον κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο οριοθετήθηκε νομοθετικά και αφορά μόνο στο ελάχιστο ποσό αναφοράς, χωρίς να θιγούν οι διατάξεις των προσαυξήσεων των τριετιών, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν κανονικά».
«Ο ΣΕΒ και άλλες εργοδοτικές οργανώσεις υποστήριξαν ότι οι νομοθετικές διατάξεις για τις τριετίες, που, εκτός των άλλων, αποτέλεσαν επί σειρά ετών περιεχόμενο των Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, έχουν καταργηθεί. Η ΓΣΕΕ όρθωσε ανάχωμα υπεράσπισης των επιδομάτων τριετιών στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με σκοπό να επιβεβαιωθεί η ισχύς τους, ώστε να μην επέλθει χειροτέρευση των μισθολογικών όρων εργασίας μεγάλου αριθμού εργαζομένων, που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Την ίδια μέρα, στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η ΓΣΕΕ υπεραμύνθηκε του κύρους και της ισχύος της υπουργικής απόφασης, με την οποία κηρύχθηκε γενικά υποχρεωτική η από 30-7-2018 κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΣΣΕ) “για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων σε επιχειρήσεις μεταλλευτικές, λιγνιτωρυχείων ορυχείων, επεξεργασίας εμπλουτισμού ή μεταποίησης μεταλλευμάτων ορυκτών, μελετών και εκμετάλλευσης”» προσθέτει η ΓΣΕΕ.
Παράλληλα, η Συνομοσπονδία υποστήριξε ότι πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν σε όλους τους εργαζόμενους του κλάδου οι όροι της επεκταθείσας ΣΣΕ, «παρά την προσπάθεια του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, ο οποίος ζητά την ακύρωση της απόφασης αυτής και τη συνακόλουθη αποδέσμευση των επιχειρήσεων του κλάδου από τους όρους της συλλογικής ρύθμισης, με σκοπό τη μείωση των μισθών στα κατώτατα όρια».
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, «η άρνηση των εργοδοτικών οργανώσεων να παράσχουν τα αναγκαία στοιχεία των μελών τους, συχνά δυσχεραίνει τη δυνατότητα του υπουργού εργασίας να κηρύσσει γενικά υποχρεωτική μία κλαδική ΣΣΕ. Η δυνατότητα αυτή, άλλωστε, έχει ήδη ναρκοθετηθεί με τις πρόσφατες ρυθμίσεις του ν. 4635/2019, που παρέχει σε επιχειρήσεις ευρέα περιθώρια εξαιρέσεων από μέρος ή το σύνολο της συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής απόφασης, που κηρύσσεται υποχρεωτική. Στο πλαίσιο αυτό, επικαιροποιείται, για μία ακόμη φορά, η θέση της ΓΣΕΕ για την ανάγκη άρσης όλων των περιορισμών και διευκόλυνσης της επέκτασης ΣΣΕ και δη που εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και την ανάγκη ύπαρξης ομοιόμορφων όρων εργασίας στον κλάδο, αποτρέποντας τον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων που γίνεται με βάση το μισθολογικό κόστος» σημειώνει η Συνομοσπονδία.