Από την έντυπη έκδοση
Tης Νατάσας Στασινού
[email protected]
Από πού θα έρθει η επόμενη κρίση; Την ώρα που άλλοι φοβούνται το Bitcoin και άλλοι προειδοποιούν για τις επικίνδυνα υψηλές αποτιμήσεις των αμερικανικών μετοχών, το ΔΝΤ στρέφει την προσοχή αλλού. Στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη και το χρηματοπιστωτικό σύστημά της, το οποίο απειλείται με υπερθέρμανση. Καλεί έτσι τις κινεζικές τράπεζες να αναπτύξουν «μαξιλάρια» πιο ισχυρά απ’ αυτά που απαιτούν οι διεθνείς κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας, για να μπορούν να αντεπεξέλθουν σε ενδεχόμενο οικονομικό σοκ. Εάν το κινεζικό τραπεζικό σύστημα λυγίσει, οι φωτιές του πληγωμένου δράκου δεν θα αργήσουν να φτάσουν στον υπόλοιπο πλανήτη.
Ο χρηματοοικονομικός τομέας της Κίνας έχει αναπτυχθεί δραστικά σε μέγεθος και πολυπλοκότητα τα τελευταία επτά χρόνια, με το ενεργητικό του να εκτινάσσεται στο 470% του ΑΕΠ της χώρας. Περιλαμβάνει ορισμένες από τις μεγαλύτερες, βάσει κεφαλαιοποίησης, τράπεζες του πλανήτη και τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά μετοχών, μετά την αμερικανική. Στην πρώτη αξιολόγησή του από το 2011, το ΔΝΤ κάνει λόγο για «σύγκρουση» ανάμεσα στις πολιτικές του Πεκίνου, που έχουν ως στόχο να προωθήσουν την ανάπτυξη και την απασχόληση και εκείνες, που επιδιώκουν να βάλουν φρένο στην πιστωτική επέκταση. «Από τη στιγμή, που όλοι θέλουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενθαρρύνουν την ολοένα και μεγαλύτερη πιστωτική επέκταση, ακόμη και εάν διακηρύσσουν το αντίθετο».
Αυτό, όπως εξηγούν οι ειδικοί του Ταμείου, οδηγεί στην επικίνδυνη διόγκωση τόσο του επίσημου όσο και του σκιώδους τραπεζικού τομέα. Δεν είναι η πρώτη φορά που το ΔΝΤ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τα διογκούμενα χρέη νοικοκυριών, επιχειρήσεων και τοπικών κυβερνήσεων, τα οποία και θεωρούνται πολύ υψηλότερος κίνδυνος από το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης. Και δεν είναι ο μόνος οργανισμός, που το κάνει.
Σε έκθεση του περασμένου Μαρτίου για την κινεζική οικονομία, ο ΟΟΣΑ είχε επίσης προσδιορίσει την πιστωτική επέκταση ως τη μεγαλύτερη απειλή για την κινεζική οικονομία. Αυτή τη στιγμή το συνολικό κινεζικό χρέος είναι σχεδόν 2,5 φορές υψηλότερο από το μέγεθος της οικονομίας. Συγκεκριμένα ανέρχεται στο 234% του ΑΕΠ και προβλέπεται να «φουσκώσει» στο 300% του ΑΕΠ έως το 2022. Το εταιρικό χρέος έχει σκαρφαλώσει στο 165% του ΑΕΠ, ενώ και το χρέος των νοικοκυριών αυξάνεται ταχύτατα την τελευταία πενταετία.
Τα τεστ αντοχής
Tα stress tests, που διενήργησε το ΔΝΤ, έδειξαν ότι οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας έχουν επαρκή κεφάλαια. Ωστόσο αρκετές ακόμη μεγάλου και μεσαίου μεγέθους τράπεζες, καθώς και η συντριπτική πλειονότητα των περιφερειακών πιστωτικών ιδρυμάτων θεωρούνται ευάλωτες. Από τις συνολικά 33 τράπεζες που μπήκαν στο μικροσκόπιο του ΔΝΤ οι 27 κρίθηκε ότι θα ήταν ευάλωτες σε ένα σενάριο ισχυρού οικονομικού σοκ. Περίπου τα 4/5 των τραπεζών θα πρέπει λοιπόν να αντλήσουν φρέσκα κεφάλαια για να είναι επαρκώς θωρακισμένες, ενώ οι κινεζικές αρχές από την πλευρά τους, όπως διαμηνύει το Ταμείο, θα πρέπει στο εξής να δώσουν λιγότερο έμφαση στην ανάπτυξη και να εστιάσουν στην ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου και την εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών.
Στο Εθνικό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, που έλαβε χώρα τον Οκτώβριο, ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ είχε στείλει το μήνυμα ότι θα επιδιώξει τη μετάβαση από μία στρατηγική η οποία συνοψιζόταν στο «επέκταση με κάθε κόστος» σε πολιτικές που θα στοχεύουν σε υψηλότερης ποιότητας βιώσιμη ανάπτυξη. Μένει να φανεί, εάν τα λόγια αυτά, θα γίνουν πράξη. Προς το παρόν είμαστε μακριά από κάτι τέτοιο.
Μάλιστα στην έκθεση του ΔΝΤ επισημαίνεται πως σε αρκετές περιπτώσεις οι τοπικές τράπεζες δέχονται ισχυρές πιέσεις για τη χορήγηση δανείων σε σημαντικές εταιρείες, ακόμη και εάν αυτές θεωρούνται υπερχρεωμένες. Στόχος των τοπικών κυβερνήσεων είναι να διατηρήσουν υψηλά επίπεδα απασχόλησης «ακόμη και εάν αυτό σημαίνει να παραμείνουν σε λειτουργία επιχειρήσεις, που αιμορραγούν συνεχώς ρευστό» αναφέρεται χαρακτηριστικά. Οι επιχειρήσεις ζόμπι -συχνά κρατικά ελεγχόμενες- είναι ακόμη μία μεγάλη απειλή για την Κίνα, άμεση συνδεόμενη με το τραπεζικό σύστημα.