Skip to main content

Moody’s: Ιρλανδία και Πορτογαλία οι μεγάλοι κερδισμένοι του QE

Από την έντυπη έκδοση

Tης Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]

Πορτογαλία και Ιρλανδία αποτελούν τις δύο χώρες που ευνοήθηκαν περισσότερο από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όπως διαπιστώνει η Moody’s σε έκθεσή της, υπογραμμίζοντας ότι χάρη στο QE οι αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομολόγων στην Ευρωζώνη μειώθηκαν κατά 50 με 150 μονάδες βάσης, την ίδια ώρα που η Ελλάδα βρίσκεται εκτός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.

Τα συμπεράσματα της Moody’s για τα πλεονεκτήματα του QE έρχονται σε αντίθεση με τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, μετά τις πρόσφατες δηλώσεις Τσίπρα, ο οποίος υποβάθμισε τη σημασία ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Σύμφωνα με τη Moody’s, ο θετικός αντίκτυπος από τις αγορές κρατικών ομολόγων της ΕΚΤ ήταν μεγαλύτερος στις χώρες της περιφέρειας και κυρίως σε Ιρλανδία και Πορτογαλία, δύο οικονομίες που βρέθηκαν στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους και αναγκάσθηκαν να γευθούν το πικρό χάπι του μνημονίου, έχοντας αποκλεισθεί από τις αγορές. Κατάφεραν όμως να εξέλθουν από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών, γεγονός που αντανακλάται και στο κόστος με το οποίο δανείζονται μέσω της έκδοσης κρατικών ομολόγων.

Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, που εγκαινίασε η ΕΚΤ τον Μάρτιο του 2015, συνέβαλε στη μείωση των αποδόσεων για τα κρατικά ομόλογα των χωρών της Ευρωζώνης που συμπεριέλαβε στο πρόγραμμα.

«Ο αντίκτυπος από τις αγορές της ΕΚΤ στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων για την περιφέρεια της Ευρωζώνης ήταν κατά μέσο όρο περίπου 50 μονάδες βάσης υψηλότερος από ό,τι για τις χώρες του πυρήνα» αναφέρει ο Κόλιν Έλις, γενικός διευθυντής της Moody’s και εκ των συντακτών της έκθεσης.

Έως τα τέλη του έτους, η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων που θα έχει αγοράσει η ΕΚΤ στο πλαίσιο των διαφόρων προγραμμάτων (ποσοτική χαλάρωση και ευρύτερο πρόγραμμα αγορών ενεργητικού -asset purchase program) θα προσεγγίσουν τα 2,3 τρισ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με το ένα πέμπτο του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, επισημαίνει η Moody’s.

H έκθεση διαπιστώνει σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, που κυμαίνονται από 50-150 μονάδες βάσης. Οι μεγαλύτεροι κερδισμένοι από το QE ήταν η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.

Η Ελλάδα παραμένει εκτός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, αν και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας άλλαξε πορεία πλεύσης, υποβαθμίζοντας τη σημασία ένταξης της χώρας στο QE.

Αναλυτές της Citigroup εκτιμούν ότι η ένταξη της Ελλάδας στο QΕ θα μπορούσε να διευκολύνει περαιτέρω τη μετάβαση στην πλήρη χρηματοδότηση μέσω αγορών μετά τον Αύγουστο του 2018, που ολοκληρώνεται το πρόγραμμα.

Σύμφωνα με τη Citigroup, είναι πλέον λιγότερη σημαντική η ένταξη της Ελλάδας στο QΕ, εντούτοις η απόφαση της ΕΚΤ να αρχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα (που επί του παρόντος υπόκειται σε συμφωνία ελάφρυνσης του χρέους) θα μπορούσε να διευκολύνει περαιτέρω τη μετάβαση στην πλήρη χρηματοδότηση μέσω δανεισμού από τις αγορές.

Εν μέσω του γενικότερου θετικού κλίματος, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου παρέμεινε και χθες στα χαμηλότερα επίπεδα οκτώ ετών, κάτω από το 5%, ενώ στην ΗΔΑΤ παρατηρήθηκε έντονη συναλλακτική δραστηριότητα, καθώς το σύνολο των συναλλαγών έφθασε τα 36 εκατ. ευρώ, τα οποία στο σύνολό τους αφορούσαν εντολές αγοράς. Η απόδοση του 10ετούς παρέμεινε σταθερή, στο 4,8%, με το spread έναντι του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου στις 462 μονάδες βάσης.

Η στροφή των επενδυτών προς το κρατικό χρέος μεγάλης διάρκειας -μια τάση που αναμένεται να συνεχισθεί και το 2018, εν μέσω αναζήτησης υψηλότερων αποδόσεων- αποτελεί ακόμη μια παράμετρο υπέρ της Ελλάδας, που κάνει βήματα εξόδου στις αγορές, υπογραμμίζουν αναλυτές του Reuters.

Εκμεταλλευόμενες τη ζήτηση για κρατικό χρέος μεγάλης διάρκειας, οι χώρες της Ευρωζώνης σχεδιάζουν το 2018 να εκδώσουν περισσότερα πολυετή ομόλογα -διάρκειας έως και 50 ετών- εν μέσω της γενικότερης τάσης των επενδυτών για αναζήτηση υψηλότερων αποδόσεων.

Η δυνατότητα έκδοσης μακροπρόθεσμων ομολόγων συνιστά «δώρο» για την Ελλάδα, αναφέρει το Reuters στην ανάλυσή του, σε μια εποχή που η χώρα επιστρέφει στις αγορές, έπειτα από πολυετή αποκλεισμό.

Σύμφωνα με την ανάλυση, η αύξηση των εκδόσεων χρέους μεγαλύτερης διάρκειας έχει ωθήσει τη μέση διάρκεια των ομολόγων σε παγκόσμια κλίμακα στα 9,8 χρόνια, από 8,5 έτη το 2011 και το χαμηλό 6,5 ετών το 1996, με βάση τον παγκόσμιο δείκτη κρατικών ομολόγων της JP Morgan.